ΑΠΛΟ ΚΑΙ ΣΤΑΘΕΡΟ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Θα ξεκινήσουμε τη σημερινή μας παρουσίαση με μια ανακοίνωση της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ). Στην ανακοίνωση αυτή, που δόθηκε στη δημοσιότητα τις παραμονές των Χριστουγέννων, η ΕΣΕΕ υπογραμμίζει ότι το ελληνικό εμπόριο επιθυμεί ένα διαφανές, δίκαιο, απλό, κατανοητό και σταθερό φορολογικό σύστημα. Και υπογραμμίζει ότι η μεγαλύτερη εστία φοροδιαφυγής είναι «η αγορά του πεζοδρομίου», δηλαδή οι περιφερόμενοι λιανοπωλητές με τζίρο πολλών δισ. ευρώ, που δεν υπόκεινται σε καμία φορολογική επιβάρυνση.

Μπορεί να διαφωνεί κανείς για τη φορολογική ασυδοσία των περιφερόμενων λιανοπωλητών, που αγωνίζονται για τον επιούσιο, όμως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το φορολογικό μας καθεστώς και άδικο είναι και πολύπλοκο και ακατανόητο και κάθε χρόνο μεταβαλλόμενο.
Έχει γίνει πλέον έθιμο να συνοδεύεται κάθε χρόνο ο κρατικός προϋπολογισμός και από ένα φορολογικό νομοσχέδιο, που τροποποιεί λίγο ή πολύ το φορολογικό μας σύστημα, σύμφωνα με τις ανάγκες του προϋπολογισμού. Αυτή η συνεχής κινητικότητα του φορολογικού συστήματος προκαλεί τεράστια ζημιά στην οικονομία, καθώς αποτελεί αντικίνητρο για νέες επενδύσεις και ανατρέπει τον οικογενειακό προϋπολογισμό των νοικοκυριών χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος.
Οι οικονομίες που έχουν ανάγκη προσέλκυσης νέων επενδύσεων πάντα προσπαθούν να διατηρούν τη σταθερότητα του φορολογικού τους συστήματος, σε αντίθεση με τη δική μας συνήθεια της συνεχούς τροποποίησης. Δυστυχώς, οι εκάστοτε υπουργοί Οικονομικών της Ελλάδας ξεχνούν ότι η φορολογία, άμεση και έμμεση, έχει σοβαρή επίδραση σε όλο το φάσμα της οικονομικής δραστηριότητας και προκαλεί υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας. Η αστάθεια αυτή του ελληνικού φορολογικού συστήματος είναι μια από τις βασικότερες αδυναμίες του.
Μια δεύτερη αδυναμία είναι και η έλλειψη φορολογικής δικαιοσύνης. Κατ’ επανάληψη και από πολλούς ασχολουμένους έχει κατηγορηθεί το σύστημά μας για έλλειψη δικαιοσύνης, που αποτελεί βασική αιτία και της εκτεταμένης φοροδιαφυγής. Πιέσεις, διαπλοκή, εξυπηρέτηση συμφερόντων και αδυναμίες του εισπρακτικού μηχανισμού οδηγούν σε εκτεταμένες φορολογικές απαλλαγές, αλλά και σε μείωση της είσπραξης βεβαιωμένων δημοσίων εσόδων. Περίπου 36 δισ. ευρώ είναι οι φόροι που έχουν βεβαιωθεί αλλά δεν κατέστη δυνατόν να εισπραχθούν. Οι φοροαπαλλαγές σκοπιμότητας και κομματικής ωφέλειας είναι που προκαλούν τα έντονα φαινόμενα φορολογικής αδικίας. Για τον λόγο αυτό συμμεριζόμαστε απόλυτα το αίτημα της ΕΣΕΕ για δίκαιο και σταθερό φορολογικό σύστημα.
Μια άλλη αδυναμία του φορολογικού μας συστήματος είναι η πολυπλοκότητα των ρυθμίσεων, που το καθιστά ακατανόητο και δύσχρηστο σε πολλές περιπτώσεις. Ακόμη και οι εφαρμοστές του φορολογικού δικαίου, δηλαδή οι ανώτεροι υπάλληλοι των ΔΟΥ και της Κεντρικής Υπηρεσίας του υπουργείου Οικονομικών, δίδουν πολλές φορές διαφορετικές λύσεις σε προβλήματα των φορολογουμένων. Αυτό δείχνει ότι η εφαρμογή του φορολογικού δικαίου δεν είναι ευθυγραμμισμένη σε όλη την επικράτεια, και για τον λόγο αυτόν προκαλούνται πάρα πολύ συχνά «ρήγματα δικαιοσύνης» κατά την εφαρμογή των φορολογικών διατάξεων. Και έτσι δημιουργείται η φορολογική αδικία, η ανυποληψία των φορολογικών υπηρεσιών του κράτους, αλλά και ευνοϊκές συνθήκες για διαπλοκή και ρουσφέτι.
Ο υπουργός των Οικονομικών κατ’ επανάληψη δήλωσε ότι οι αλλαγές στο φορολογικό σύστημα στοχεύουν στον εκσυγχρονισμό του και στην άρση των αδυναμιών που παρουσιάζει. Το ερώτημα λοιπόν που προκύπτει είναι: Τα μέτρα που έχουν μέχρι τώρα εξαγγελθεί, και όσα πρόκειται και στο μέλλον να ληφθούν, θα μπορέσουν να εξαλείψουν τις όποιες αδυναμίες του συστήματος; Ή απλά πρόκειται για εισπρακτικά μέτρα, για να μειωθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα;
Το δεύτερο είναι πιθανό και οφθαλμοφανές, και γι’ αυτό ίσως υπάρχουν οι συνεχείς παλινωδίες της κυβέρνησης όσον αφορά την έκταση και την ένταση των φορολογικών μέτρων εισπρακτικού χαρακτήρα.
Σημαντική συμβολή στην αναβάθμιση του φορολογικού μας συστήματος ίσως αποτελέσουν τα μέτρα για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής. Θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι η φοροδιαφυγή μπορεί να περιοριστεί δραστικά μόνο σε περιόδους που η επιχειρηματική δραστηριότητα βρίσκεται σε άνθηση. Σε περιόδους οικονομικής κρίσης, όπως είναι η σημερινή, η φοροδιαφυγή δύσκολα μπορεί να περιοριστεί. Και επιπλέον πρέπει να υπάρχει συντονισμός και ευθυγράμμιση των μέτρων στον στόχο, και να μη συνδέονται τα μέτρα μόνο με την προσπάθεια αύξησης των φορολογικών εσόδων του προϋπολογισμού.
Ας πάρουμε για παράδειγμα το κυνήγι των αποδείξεων δαπανών των φορολογουμένων. Εάν η κυβέρνηση επιμείνει στην πρόθεσή της να μειώσει το αφορολόγητο όριο, και τη μείωση αυτή οι φορολογούμενοι θα πρέπει να την εξασφαλίσουν με το κυνήγι των αποδείξεων δαπανών, τότε το μέτρο μετατρέπεται σε καθαρά εισπρακτικό και δεν συντελεί καθόλου στον περιορισμό της φοροδιαφυγής. Όποιος φορολογούμενος έχει την οικονομική ευχέρεια να ξοδεύει πολλά χρήματα λόγω υψηλού εισοδήματος θα καταφέρει να εξασφαλίσει το αφορολόγητο όριο και μετά δεν θα ζητάει απόδειξη αλλά έκπτωση από την τιμή. Κάποιοι επιτηδευματίες, εξάλλου, που δεν θέλουν ή δεν υποχρεούνται στην έκδοση αποδείξεων, όπως π.χ. περίπτερα, κέντρα διασκέδασης, εστιατόρια, βενζινάδικα, ταξί, θα προτιμούν να δίδουν έκπτωση και να μην εκδίδουν απόδειξη. Όσο για τους χαμηλόμισθους, και κυρίως τους συνταξιούχους ή τους πάρτ τάιμ απασχολούμενους που το εισόδημά τους δεν υπερβαίνει τα 600-700 ευρώ τον μήνα, είναι ποτέ δυνατόν να πετύχουν κατανάλωση 500 ευρώ μηνιαίως για να καλύψουν το συνολικό αφορολόγητο όριο; Αυτοί είναι υποχρεωμένοι εκτός από τις δαπάνες για αγορά τροφίμων και ειδών ένδυσης να καλύψουν τα κοινόχρηστα της κατοικίας τους, τον φωτισμό, την ύδρευση και το τηλέφωνό τους.
Αποτελεσματικό μέτρο για την πάταξη της φοροδιαφυγής είναι το δίκαιο φορολογικό σύστημα και η χρηστή διαχείριση του δημοσίου χρήματος. Η διαπλοκή, οι φοροαπαλλαγές σκοπιμότητας, η επιείκεια στο κλείσιμο υποθέσεων παρελθόντων ετών, και γενικά οι αδυναμίες του φορολογικού συστήματος, όπως η πολυπλοκότητα, η έντονη γραφειοκρατία και οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές, είναι βασικά γενεσιουργά αίτια της υψηλής φοροδιαφυγής. Όλες αυτές τις αδυναμίες θα πρέπει να εξαλείψει η κυβέρνηση, εάν πραγματικά στοχεύει στην αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος και στον περιορισμό της φοροδιαφυγής. Διαφορετικά η προσπάθεια της κυβέρνησης με το πόθεν έσχες και με το κυνήγι των αποδείξεων θα έχει πενιχρά αποτελέσματα, γιατί δεν οικοδομείται εύκολα η φορολογική συνείδηση στους πολίτες όταν συντηρείται το σπάταλο κράτος. Η φορολογική συνείδηση οικοδομείται ή κατεδαφίζεται από τη συμπεριφορά και τις επιλογές του κρατικού μηχανισμού. Και η προσπάθεια πρέπει να ξεκινάει από τη συμπεριφορά του κράτους. Αν πράγματι η κυβέρνηση επιθυμεί την πάταξη της φοροδιαφυγής, θα πρέπει να αναζητήσει και να μελετήσει τα γενεσιουργά της αίτια και να εφαρμόσει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την εξουδετέρωσή τους. Διαφορετικά το «εθνικό μας σπορ» δεν πρόκειται να εκλείψει.
Επανερχόμενοι στα μέτρα που μελετά να εφαρμόσει η κυβέρνηση για τη μείωση του ελλείμματος και του δημοσίου χρέους, θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι τα δρακόντεια μέτρα δημοσιονομικής πειθαρχίας και η βιαίη κάλυψη των ελλειμμάτων με υπερφορολόγηση απειλούν να προκαλέσουν δεύτερο κύμα ύφεσης. Ο παγκοσμίου φήμης αμερικανός καθηγητής των Οικονομικών και Νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν, αρθρογραφώντας προ ημερών στους «Τάιμς της Νέας Υόρκης», υπογραμμίζει ότι ο κίνδυνος μιας στενά λογιστικής προσέγγισης για τη μείωση του δημοσίου χρέους και των ελλειμμάτων είναι ο στραγγαλισμός της ασταθούς ανάκαμψης της οικονομίας και η βύθισή της σε ένα δεύτερο ακόμη περισσότερο οδυνηρό κύμα ύφεσης. Στο ίδιο μήκος κύματος, η γαλλική «Λε Μοντ» φιλοξενεί οικονομική ανάλυση του καθηγητή των Οικονομικών Ζαν Πολ Φιτουσί, στην οποία υπενθυμίζεται ότι οι ευρωπαϊκές οικονομίες διασώθηκαν την διετία 2008-09 χάρη στις δραστικές παρεμβάσεις των κρατών, ενώ όσο διαρκούσε η θύελλα, η Κομισιόν είχε πάθει αφωνία. Τώρα βέβαια που τα κρατικά πακέτα στήριξης διέσωσαν την οικονομία ξαναβρίσκει τη μιλιά της και μιλάει για τα αυτονόητα, δηλαδή την αύξηση των ελλειμμάτων και του δημοσίου χρέους. Και έχει υποβάλει τις 20 από τις 27 χώρες μέλη της ΕΕ στη διαδικασία της επιτήρησης για υπερβολικά ελλείμματα. Και λαμβάνει υπ’ όψιν της τις εκθέσεις αξιολόγησης των διαφόρων «οίκων», προκειμένου να καθορίσει τη στάση της απέναντι στα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν δημοσιονομικά προβλήματα. Με τη συμπαράσταση της ΟΝΕ, αυτοί οι «οίκοι» κρατούν σε ομηρία τις εθνικές οικονομίες των κρατών, ενώ είναι υπεύθυνοι για την αποσιώπηση των κινδύνων από τα τοξικά απόβλητα των επενδυτικών τραπεζών.
Ας τα λάβει υπ’ όψιν όλα αυτά το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και ας μην προσπαθεί με τα φορολογικά μέτρα να εξευμενίσει τους «οίκους» που εκδίδουν αυτά τα ανυπόληπτα πιστοποιητικά πιστοληπτικής ικανότητας, καταδικάζοντας τους λαούς στη φτώχεια και στην εξαθλίωση.


Σχολιάστε εδώ