Απείλησε με παραίτηση η Λούκα
ολιτικοί παρατηρητές επισημαίνουν ότι πάνω στο νομοσχέδιο αυτό αναμετρήθηκαν αντιτιθέμενα συμφέροντα, με τις παραγωγικές δυνάμεις της οικονομίας (οι ενώσεις των μικρομεσαίων επιχειρηματιών υποστήριξαν σθεναρά το νομοσχέδιο, ανεξαρτήτως πολιτικών «χρωματισμών») από τη μια μεριά και το πανίσχυρο την τελευταία εικοσαετία τραπεζικό λόμπι από την άλλη, το οποίο είχε συνηθίσει να επιβάλει σχεδόν χωρίς αμφισβήτηση τους δικούς του «κανόνες παιχνιδιού», και το οποίο έχανε.
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Π», οι τραπεζίτες στην Αθήνα, με μοχλό τον γενικό γραμματέα της Ένωσης Τραπεζών, πίεσαν ασφυκτικά τα ανώτερα κλιμάκια της κυβέρνησης και βρήκαν «ευήκοον ους» στο υπουργείο Οικονομικών, επιδιώκοντας να μεταφερθεί η πίεση στην κ. Κατσέλη και να υπαναχωρήσει η υπουργός, αποσύροντας το νομοσχέδιο.
Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, οι πιέσεις έφθασαν την Τρίτη στο κατακόρυφο, χρησιμοποιήθηκαν όλα τα «όπλα», στο Μαξίμου υπήρξε μεγάλη ένταση, τελικά όμως πήρε το «ok» για να εισέλθει στην τελική ευθεία η συζήτηση του νομοσχεδίου.
Πίεση ασκήθηκε και από τους τραπεζίτες της Φρανκφούρτης, που κινήθηκαν σε άψογο συντονισμό με τις «φίλιες δυνάμεις» στην Αθήνα για να προκαλέσουν την απόσυρση του νομοσχεδίου: η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έστειλε στο υπουργείο Οικονομίας μια αρκετά «σκληρή» γνωμοδότηση κατά του νομοσχεδίου και μάλιστα φρόντισε να το πράξει την ίδια ημέρα (Τετάρτη) που αυτό εισαγόταν στην Ολομέλεια της Βουλής για την τελική συζήτηση και ψηφοφορία.
Με τον τρόπο αυτό, η ΕΚΤ άφησε ελάχιστα, αν όχι μηδαμινά περιθώρια στην ελληνική κυβέρνηση να ενσωματώσει τροποποιήσεις που θα λάμβαναν υπόψη τη γνωμοδότηση στο νομοσχέδιο και η όλη μεθόδευση κατέτεινε στο να καταστεί επιβεβλημένη η απόσυρση του νομοσχεδίου και η επαναφορά του σε «ανώδυνη» εκδοχή, χωρίς να περιλαμβάνονται οι διατάξεις για τη ρύθμιση των ενήμερων οφειλών, που είχαν βρεθεί κατά πρώτο λόγο στο στόχαστρο των τραπεζιτών. Τελικά όμως ενσωματώθηκε έγκαιρα στο νομοσχέδιο σειρά νομοτεχνικών βελτιώσεων. Όπως τόνισε χαρακτηριστικά σε παρέμβασή της στη Βουλή η κ. Κατσέλη, η ΕΚΤ γνωμοδοτεί, αλλά το ελληνικό Κοινοβούλιο νομοθετεί.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι τραπεζίτες της ΕΚΤ ήταν ανήσυχοι για τις πολιτικές προεκτάσεις του ελληνικού νομοσχεδίου, που ήταν το πρώτο σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, με το οποίο αμφισβητείται η «ιερότητα» των κανόνων της αγοράς και επιχειρείται κυβερνητική παρέμβαση στις σχέσεις των τραπεζών με τους δανειολήπτες, προς όφελος των δανειοληπτών.
Τραπεζίτες της ΕΚΤ είχαν εκφράσει τη βεβαιότητά τους ότι αν το νομοσχέδιο δεν αποσυρόταν, σύντομα θα βρίσκονταν και άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις που θα ακολουθούσαν τον δρόμο της ελληνικής, οδηγώντας σταδιακά στην ανατροπή του βασικού κανόνα της τελευταίας εικοσαετίας, σύμφωνα με τον οποίο οι τραπεζίτες έχουν πάντα τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο σε ό,τι μπορεί να αφορά τις δραστηριότητές τους (με όλες τις δραματικές συνέπειες που αναδείχθηκαν την τελευταία διετία με τη διεθνή κρίση).
Το μέτωπο και οι προεκτάσεις…
Πάντως, οι τραπεζίτες στην Αθήνα δεν φαίνονται διατεθειμένοι να καταθέσουν τα όπλα και θα συνεχίσουν να ασκούν πίεση, με στόχο να αποδυναμώσουν αυτήν τη φορά τις επόμενες νομοθετικές πρωτοβουλίες της κ. Κατσέλη που τους αφορούν. Θέμα ημερών είναι να εισαχθεί στη Βουλή το νομοσχέδιο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, που περιλαμβάνει και την «ενοχλητική» για τις τράπεζες δυνατότητα ρύθμισης στεγαστικών δανείων, ενώ ακολουθεί αμέσως μετά το νομοσχέδιο για τη νομοθετική απαγόρευση των πρακτικών που έχουν κριθεί ως καταχρηστικές από τη Δικαιοσύνη.
Μάλιστα, σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, η πιο «σκληρή» πτέρυγα του τραπεζικού λόμπι έχει θέσει έναν ακόμη υψηλότερο στόχο: την απομάκρυνση της ίδιας της κ. Κατσέλη από το υπουργικό της χαρτοφυλάκιο. Γνωστός τραπεζίτης χαρακτήριζε πρόσφατα σε κατ’ ιδίαν συζήτηση «επικίνδυνη» την υπουργό Οικονομίας και προέβλεπε ότι δεν θα επιβιώσει πολιτικά περισσότερους από τρεις μήνες -όλα αυτά, βέβαια, πριν από την ψηφοφορία της Πέμπτης…
Σύμφωνα με πληροφορίες, πάντως, η ρύθμιση ενήμερων οφειλών ενδέχεται να κρύβει αρκετές δυσάρεστες εκπλήξεις για ορισμένες τράπεζες, που είχαν προχωρήσει το 2009 στη μαζική τιτλοποίηση δανείων, για να πουλήσουν τίτλους ή να τους δεσμεύσουν στην Τράπεζα της Ελλάδος και να αντλήσουν ρευστότητα. Και αυτό, όχι εξαιτίας αστοχίας των ρυθμίσεων της κ. Κατσέλη, αλλά διότι οι τιτλοποιήσεις, όπως έγιναν το 2009, φαίνεται πως έχουν αρκετές κρυφές αδυναμίες.
Ελληνικές τράπεζες τιτλοποίησαν επιχειρηματικά δάνεια όχι υψηλής αξιολόγησης, τα οποία όμως πήραν από τους διεθνείς οίκους υψηλές βαθμολογίες με πρόχειρες διαδικασίες βαθμολόγησης, ώστε να κριθούν κατάλληλα για ένταξη σε «μπουκέτα» τιτλοποιήσεων. Σε κανονικές συνθήκες, αν δηλαδή τα δάνεια ήταν όντως υψηλής ποιότητας, μόνο σε ελάχιστες και ακραίες περιπτώσεις θα υπήρχε το ενδεχόμενο να ζητήσουν οι επιχειρηματίες ρύθμιση οφειλής με βάση τον νόμο, «μαυρίζοντας» έτσι το προφίλ τους.
Επειδή όμως η ποιότητα αρκετών δανείων είναι αμφίβολη, αρκετοί τραπεζίτες που έχουν εκδώσει ή αγόρασαν τέτοιους τίτλους φοβούνται ότι με τον νέο νόμο θα εμφανισθούν αρκετοί που θα ζητήσουν να ρυθμίσουν τις οφειλές τους, με συνέπεια να «ξηλωθούν» εν μέρει αρκετές τέτοιες εκδόσεις τίτλων και να ανοίξουν «τρύπες» σε τραπεζικούς ισολογισμούς. Αν η έκταση αυτού του φαινομένου είναι μεγαλύτερη από όσο θα περίμενε κανείς με ορθολογικούς υπολογισμούς και με βάση τα επίσημα στοιχεία, ακόμη και ορισμένες μεγάλες τράπεζες ενδέχεται να υποχρεωθούν να αναζητήσουν συγχωνεύσεις για να σωθούν.
Και αυτό είναι, ίσως, η σοβαρότερη αθέατη πλευρά του νομοσχεδίου Κατσέλη, που εξηγεί και τη λυσσαλέα αντίδραση ορισμένων τραπεζιτών, σε μια ρύθμιση που, με βάση όσα είναι εμφανώς γνωστά για την οικονομική ισχύ των ελληνικών τραπεζών, δεν θα έπρεπε να προκαλεί «πονοκεφάλους» στους τραπεζίτες…