Ιστορικά ανεύθυνες επιλογές

Για άλλη μια φορά η κυβέρνηση, παρότι δεν έχει ακόμα συμπληρώσει τη «συμβολική» περίοδο των 100 ημερών στην εξουσία, ενεργεί και αποφασίζει με τη γνωστή παραδοσιακή πολιτική μέθοδο: Από τη μια πλευρά αγνοεί ή περιθωριοποιεί την ουσία και το ιστορικό βάθος κρίσιμων εθνικών και κοινωνικών προβλημάτων και από την άλλη, με «αβάσταχτη ελαφρότητα», ανοίγει έναν νέο τύπο πελατειακών-ψηφοθηρικών σχέσεων, που αφορά αυτήν τη φορά την απόδοση ιθαγένειας και δικαιώματος ψήφου στους (λαθρο)μετανάστες.
Η σπουδή με την οποία εμφανίζεται το κρίσιμο αυτό πρόβλημα αυτονόητα εγείρει υποψίες, όταν το ίδιο το υπουργείο Εσωτερικών αναβιβάζει σε 250.000 άτομα ξένης καταγωγής τον αριθμό εκείνων που μπορούν να περιληφθούν σε πρώτη τουλάχιστον φάση. Γιατί από εκεί και πέρα δημιουργείται μια δυναμική που οδηγεί αναπόφευκτα σε ανεξέλεγκτες εξελίξεις, αφού η εκάστοτε κυβέρνηση θα διευρύνει τον «κύκλο» των δικαιωμάτων για καθαρά εκλογικούς-ψηφοθηρικούς λόγους.
Πόσοι ξένοι ζουν ή εργάζονται στην Ελλάδα; Ποιος ο αριθμός των νομίμων μεταναστών; Είναι αλήθεια ότι πέραν ενός αριθμού νομίμων μεταναστών, που κατά τους υπολογισμούς (αφού εδώ και χρόνια κανένας υπεύθυνος κρατικός ή πολιτικός παράγων δεν τον προσδιορίζει επακριβώς) ανέρχεται σε 600.000-700.000, υπάρχει ένας απροσδιόριστος αριθμός λαθρομεταναστών που υπερβαίνει το 1.000.000 άτομα; Πώς θα αντιμετωπίσουμε άραγε ένα τόσο κρίσιμο πρόβλημα όταν δεν γνωρίζουμε και δεν ελέγχουμε ούτε κατά προσέγγιση το μέγεθός του;
Ασφαλώς είναι απαράδεκτο να ζουν και να εργάζονται νόμιμα στην Ελλάδα μετανάστες για 20 χρόνια και να μην απολαμβάνουν δικαιώματα των ελλήνων πολιτών ή ακόμα να υπάρχουν παιδιά μεταναστών ηλικίας 18 ετών που γεννήθηκαν στη χώρα μας, τελείωσαν το ελληνικό σχολείο και βρίσκονται ξαφνικά σε νομικό κενό.
Όμως από αυτό το σημείο και πέρα μεταβαίνουμε σʼ ένα άλλο επίπεδο προβλημάτων. Μια βασική σύγχυση καλλιεργείται αρχικώς με την ερμηνεία των όρων της ιθαγένειας και της υπηκοότητας. Ιθαγενής είναι ο αυτόχθων, ο καταγόμενος από μια χώρα (στοιχείο εθνικής ταυτότητας), ενώ ως υπήκοος χαρακτηρίζεται ο υποκείμενος στην κρατική-νομική εξουσία μιας χώρας (κρατική-δικαιική ταυτότητα). Η ιθαγένεια συνεπώς αποτελεί μια φυσική και όχι μια επίκτητη, αποδιδόμενη ιδιότητα.
Αυτή η σκόπιμη σύγχυση επιτρέπει την ουδετεροποίηση των όρων Έλληνας και ελληνικότητα και τη μετατροπή του σε τυπικό-νομικό δικαίωμα. Με τον τρόπο αυτόν η εκάστοτε πολιτική εξουσία, ανάλογα με τα πελατειακά της συμφέροντα, θα μπορεί να καθορίζει με απλές νομοθετικές-διοικητικές πράξεις ποιες κατηγορίες μεταναστών θα αναγορεύονται σε Έλληνες διά της χορηγήσεως πολιτικών δικαιωμάτων…
Το πιο σοβαρό όμως πρόβλημα σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα είναι το ζήτημα της ενσωμάτωσης των μεταναστών. Εδώ ανοίγεται ένας ευρύς προβληματισμός, σε διεθνές επίπεδο, που αφορά τόσο κρίσιμες θεωρητικές πτυχές όσο και πρακτικές όψεις του πολυσύνθετου αυτού προβλήματος και οι οποίες ανάγονται ευθέως στις σύγχρονες πολυπολιτισμικές κοινωνίες.
Στο επίπεδο της κοινωνικής-εργασιακής ενσωμάτωσης, όπου αναφερόμεθα ευθέως σε εργασιακά, κοινωνικά (ασφάλιση, περίθαλψη, υγεία κ.λπ.) και στα ευρύτερα οικονομικά δικαιώματα δεν εμφανίζονται σημαντικές διαφοροποιήσεις, αφού θεωρείται αυτονόητη η απόδοση των δικαιωμάτων αυτών στους νόμιμους μετανάστες.
Όμως στο κρίσιμο πρόβλημα της πολιτισμικής ενσωμάτωσης με επιμέρους κουλτούρες (θρησκευτικές, φυλετικές, εθνοτικές) των επιμέρους μειονοτήτων εγείρονται δυσεπίλυτα προβλήματα. Καλό θα είναι οι ανεύθυνα επικαλούμενοι τους όρους της «πολυπολιτισμικότητας» και των «ανοικτών οριζόντων» να κάνουν τον κόπο να διαβάσουν τους προβληματισμούς μιας σειράς επιφανών θεωρητικών (Putnam, Habermas, Taylor ή του Kumlicka, που ασχολείται με τη θεωρία του κοινοτισμού) για να προσεγγίσουν έστω και εν μέρει το βάθος του προβλήματος, που σήμερα γίνεται εκρηκτικό σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό χώρο.
Τα «φληναφήματα» περί ενσωμάτωσης στον «ελληνικό πολιτισμό» των μειονοτήτων υστερούνται πλήρως ιστορικής και επιστημονικής θεμελίωσης. Δεν είναι όλες οι πολιτισμικές δομές αφομοιώσιμες ούτε συμβατές μεταξύ τους, ούτε μπορεί να διασφαλιστεί μελλοντικά η ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ τους. Οι ιδιαίτερες αυτές πολιτισμικές δομές συγκροτούν ατομικές και συλλογικές ταυτότητες, αποτελούν κοσμοείδωλα που ερμηνεύουν τον κόσμο, αποτελούν συχνά (όπως π.χ. στον μουσουλμανικό κόσμο) οδηγούς και κανόνες για τις ίδιες τις κοινωνικές σχέσεις και τις ατομικές συμπεριφορές.
Εκείνοι που με τόση ευκολία μεταχειρίζονται ως «επιχείρημα» τη ρήση του Ισοκράτη για τους «μετέχοντες της ελληνικής παιδείας» θα πρέπει να κατανοήσουν ότι ο μεγάλος φιλόσοφος δεν εννοούσε απλώς τη γνώση της γεωμετρίας, των μαθηματικών και της γλώσσας… Αλλά την κατανόηση και την εσωτερίκευση των αξιών, των αντιλήψεων, των αρχών ενός ολόκληρου πολιτισμού, που αποτέλεσε τον «πυρήνα» του δυτικού πολιτισμού και έφτασε -μέσα από αντιφάσεις και μετασχηματισμούς- μέχρι τις ημέρες μας…
Ασφαλώς οι κυβερνώντες, αλλά και οι ηγεμονεύουσες πολιτικοοικονομικές ελίτ, έχουν μια ευρύτερη στρατηγικού χαρακτήρα «σκόπευση»: Τη σταδιακή αποδυνάμωση της εθνικής ταυτότητας και τη «μετάβαση» σʼ ένα πολυπολιτισμικό «αμάλγαμα» όπου οι ατομικές συνειδήσεις και στάσεις και οι κοινωνικές συμπεριφορές θα προσανατολίζονται καίρια στον χώρο της αγοράς και των μηχανισμών του ανταγωνισμού, αποδεσμευόμενες σταδιακά από το ιστορικό-πολιτισμικό τους θεμέλιο και τις αξίες, τις αντιλήψεις και τις στάσεις που το συγκροτούν.
Παραβλέπουν όμως σκόπιμα το γεγονός ότι η παροχή δικαιώματος ψήφου στους μετανάστες μπορεί στο εγγύς μέλλον να δημιουργήσει σοβαρά πολιτικά και κοινωνικά προβλήματα από καθοδηγούμενες μειοψηφίες, σε μια ιστορική περίοδο μάλιστα όπου η χώρα μας υφίσταται έντονες πιέσεις και εκβιασμούς τόσο στα βόρεια σύνορά μας όσο και σε ολόκληρη την περιμετρική ζώνη που ξεκινά από τη Θράκη, διασχίζει το Αιγαίο και φτάνει στην Κύπρο. Γιʼ αυτό και θα φέρουν ιστορική ευθύνη όσοι παραγνωρίζουν τους κινδύνους αυτούς για «μια χούφτα ψήφους»…


Σχολιάστε εδώ