Ο πρωθυπουργός προσδοκά επικοινωνιακά οφέλη και ο Αρχιεπίσκοπος… κονδύλια
Μετά τον Συνήγορο του Πολίτη και τον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, ο Γ. Παπανδρέου προσκάλεσε στο Υπουργικό Συμβούλιο τον Αρχιεπίσκοπο για να συζητήσουν για τους μετανάστες (για το ίδιο θέμα είχαν συζητήσει κυρίως και με τον Γ. Καμίνη).
Για μία ακόμη φορά ο πρωθυπουργός έτεινε χείρα φιλίας προς την Εκκλησία, σε μια προσπάθεια να εκτονώσει την ένταση που είχε δημιουργηθεί τις προηγούμενες εβδομάδες με την απόφαση της κυβέρνησης να επιβάλει, έστω και εκτάκτως, τη φορολόγηση των εκκλησιαστικών ακινήτων.
Προσκαλώντας τον Αρχιεπίσκοπο στο Υπουργικό Συμβούλιο που συνεδρίαζε για το θέμα των μεταναστών, ο πρωθυπουργός (εκτός από τα επικοινωνιακά οφέλη που αποκόμισε) έστειλε το μήνυμα για τον μελλοντικό ρόλο που επιφυλάσσει στην Εκκλησία. Ρόλο ηγετικό στην αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων.
Ο Γ. Παπανδρέου, εκτιμούν εκκλησιαστικοί κύκλοι, ποντάρει στις καλές σχέσεις με την Εκκλησία και έχει ήδη δώσει, όπως λέγεται, την εντολή στους υπουργούς του να ενισχύσουν με κάθε τρόπο (και φυσικά με τα απαραίτητα κονδύλια) το φιλανθρωπικό έργο της.
Με αυτόν τον τρόπο δεν αφήνεται το περιθώριο στους ιεράρχες να εκφράσουν άλλες απόψεις. Έτσι σταδιακά απομονώνονται και οι φωνές εντός της Ιεραρχίας που θα εξέφραζαν π.χ. μια διαφορετική άποψη για ένα εθνικό θέμα.
«Δικό του βιλαέτι»
Η «ξαφνική» κίνηση του Αρχιεπισκόπου να παρευρεθεί στη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου προκάλεσε την έντονη δυσφορία σημαντικής μερίδας αρχιερέων. Για ακόμη μια φορά, όπως λένε, ο Ιερώνυμος εκπροσώπησε την Εκκλησία «σαν να είναι το δικό του βιλαέτι, αγνοώντας επιδεικτικά τη συνοδικότητα και εκφράζοντας τις δικές του απόψεις σαν να ήταν οι απόψεις όλων των ιεραρχών». «Κανένας δεν γνώριζε το παραμικρό» επισημαίνει Μητροπολίτης.
«Αν είναι δυνατόν», προσθέτει, «να γνωρίζουν οι στενοί του συνεργάτες τέτοιες πρωτοβουλίες και όχι οι αρμόδιοι Μητροπολίτες». Ακόμη και ανάμεσα στους συνεργάτες του Αρχιεπισκόπου, πάντως, πολλοί δήλωναν άγνοια για την παρουσία του στο Υπουργικό Συμβούλιο, την οποία έμαθαν από τα κανάλια.
Σε μια προσπάθεια πάντως να χαμηλώσουν τους τόνους συνεργάτες του Αρχιεπισκόπου υποστήριζαν ότι ο Ιερώνυμος προσεκλήθη από τον πρωθυπουργό την τελευταία στιγμή, κατά τη συνάντησή τους στο Κέντρο Αστέγων του Δήμου Αθηναίων που προηγήθηκε κατά μερικές ώρες.
«Μια τέτοια κίνηση δεν μπορεί να είναι τυχαία και τόσο ξαφνική» επισημαίνει Μητροπολίτης της ηπειρωτικής χώρας. «Βεβαίως και δεν απαιτούν οι ιεράρχες από τον Αρχιεπίσκοπο να τους ενημερώνει για κάθε του κίνηση.
Το θέμα είναι βεβαίως ποια ζητήματα προτάσσει ως τα πιο βασικά για την Εκκλησία και τα εκφράζει ενώπιον της κυβέρνησης.
Αυτά που πιστεύει ο ίδιος και οι συνεργάτες του ή αυτά που εκφράζει σχεδόν το σύνολο της Ιεραρχίας;
Γιατί η αποδέσμευση των ακινήτων δεν είναι το μείζον τούτη τη στιγμή όσο το να αποφύγουμε τη δυσβάσταχτη φορολόγηση. Κι όμως ο Αρχιεπίσκοπος για άλλα επιμένει» διευκρινίζει Μητροπολίτης της Αττικής.
Προσδοκά βοήθεια
Ο Αρχιεπίσκοπος πάντως φέρεται να προσπερνά τις αντιδράσεις των ιεραρχών. Από την πλευρά του γνωρίζει ότι το κλειδί για να προχωρήσουν τα έργα που είχε υποσχεθεί όταν εξελέγη το κρατά η κυβέρνηση.
Οι συνεργάτες του τον έχουν πείσει ότι πρέπει να πιέσει άμεσα την Πολιτεία να αποδεσμεύσει τα ακίνητα που παραμένουν αναξιοποίητα (επειδή δεν έχουν εκδοθεί τα απαραίτητα προεδρικά διατάγματα) και να δοθούν σε φορείς της Εκκλησίας κονδύλια (μέσω των υπουργείων, ευρωπαϊκών προγραμμάτων όπως το ΕΣΠΑ κ.λπ.) για να γίνουν πράξη οι κοινωνικές δομές που έχουν ανακοινωθεί δύο χρόνια τώρα, αλλά δεν έχουν προχωρήσει στο ελάχιστο.
Γι’ αυτό και ο Ιερώνυμος στο Υπουργικό Συμβούλιο υπογράμμισε το φιλανθρωπικό έργο της Εκκλησίας και υπενθύμισε για ακόμη μία φορά στον Γ. Παπανδρέου και τους υπουργούς του τη δεσμευμένη ακίνητη περιουσία της Εκκλησίας και την ανάγκη να συνεργαστούν πιο στενά οι δύο πλευρές.
Ο πρωθυπουργός είναι βέβαιο ότι δεν θα του χαλάσει χατίρι, καθώς θεωρεί την Εκκλησία έναν αξιόπιστο εταίρο που πρέπει να συνεχίσει το σπουδαίο κοινωνικό της έργο. Βεβαίως, ως δικλίδα ασφαλείας ακούγεται ότι έχει θέσει τον όρο πως τη διαχείριση των κονδυλίων δεν θα την κάνουν μόνο «τεχνοκράτες» της Εκκλησίας, αλλά διμερείς επιτροπές, στις οποίες θα μετέχουν και συνεργάτες των υπουργών.