Άσκηση συλλογικής προσπάθειας και ευθύνης
Ψηφίστηκε τις προάλλες από τη Βουλή ο πρώτος προϋπολογισμός της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Στη δύσκολη οικονομική συγκυρία, στηρίζουμε στον Προϋπολογισμό πολλές ελπίδες για να περάσουμε σε καλύτερες μέρες. Καθόσον αποτελεί βάση για την ανάκτηση της αξιοπιστίας, ξεκίνημα για την αναθέρμανση της οικονομίας και μοχλός για τη νέα αναπτυξιακή προοπτική. Είναι επίσης και απόδειξη συνέπειας σε σχέση με τη δέσμευσή μας για δικαιότερη αναδιανομή. Η πιστή συνεπώς εφαρμογή του είναι το μεγάλο στοίχημα, η μεγάλη πρόκληση για την κυβέρνηση.
Η ζοφερή πραγματικότητα για την οικονομία, κοινός τόπος. Δημοσιονομικός εκτροχιασμός και ύφεση σε συνδυασμό με την αναξιοπιστία, μας διέσυραν διεθνώς, μας έβαλαν στο μάτι του κυκλώνα. Στο στόχαστρο αδηφάγων δυνάμεων της αγοράς και κερδοσκόπων. Γίναμε όμηροι στις «τρεις αδερφές» που, ενώ δεν λογοδοτούν πουθενά, ανεβοκατεβάζουν οικονομίες με τις αξιολογήσεις τους. Λένε κάποιοι, αγνοήστε τους. «Αν έχεις νύχια, ξύνεσαι», λέει ο λαός μας. Όταν όμως δανείζεσαι, και ο δανεισμός και το κόστος του εξαρτάται από την εικόνα σου στις αγορές δεν μπορείς να τους αγνοήσεις. Όσο αυτό δεν αλλάζει παγκοσμίως, δεν μπορείς να το παραβλέψεις. Δεν υπάρχει λοιπόν δίλημμα ως προς αυτό.
Ούτε υπάρχει δίλημμα σε σχέση με τον στόχο. Το δημόσιο έλλειμμα πρέπει να μειωθεί, το χρέος να αποκλιμακωθεί. Ψευτοδίλημμα επίσης, το «ήπια ή σκληρή» προσαρμογή. Όλα τα αναγκαία μέτρα πρέπει να ληφθούν, αλλά με δίκαιη κατανομή βαρών. Καθαρές και ξάστερες κουβέντες. Όμως, σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι διατηρήσιμη δημοσιονομική τάξη, χωρίς διαρθρωτικές αλλαγές, χωρίς να επανέλθουμε σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, χωρίς δίκαιη αναδιανομή, δεν γίνεται. Η ανάπτυξη είναι που δίνει, σε τελευταία ανάλυση, έσοδα στο κράτος. Η κοινωνική δικαιοσύνη διασφαλίζει τη συμμετοχή των κοινωνικών ομάδων στη συλλογική προσπάθεια. Αυτή άλλωστε είναι η διαφορά μας με τις «ύαινες» του νεοφιλελευθερισμού. Που δημιούργησαν την κρίση στον κόσμο και τώρα τη βλέπουν ως ευκαιρία για να πιουν το αίμα από τους αδύναμους.
Ο Προϋπολογισμός του 2010 εντάσσεται στο τετραετές σχέδιο της κυβέρνησης για την οικονομική ανάταξη, την κοινωνική δικαιοσύνη και τη νέα αναπτυξιακή προοπτική για τη χώρα. Ο στόχος της δημοσιονομικής εξυγίανσης υπηρετείται ισορροπημένα. Με μείωση των δαπανών -περικόπτουμε σπατάλες και αχρείαστες δαπάνες- και με αύξηση των εσόδων – κυρίως, από όσους φοροδιαφεύγουν και με διεύρυνση της φορολογικής βάσης. Δίνουμε το βάρος στην ανάπτυξη. Θέλουμε να πάρει μπρος η αναπτυξιακή μηχανή. Ανακατανέμουμε, γι’ αυτό, τις δαπάνες υπέρ αναπτυξιακών δραστηριοτήτων. Η κοινωνική δικαιοσύνη, τέλος, ενισχύεται κυρίως με αναδιανομή και ανακατανομή πόρων, υπέρ του κοινωνικού κράτους.
Το ζητούμενο είναι να επιτύχουμε στους στόχους. Με συνέπεια στις πολιτικές και αποτελέσματα θα ανακτήσουμε την αξιοπιστία μας. Δεν μπορεί να γίνεται καμία συζήτηση για συμπληρωματικό προϋπολογισμό. Αυτό θα ήταν συντελεστής αναξιοπιστίας. Επιβάλλεται να εφαρμοστεί ο προϋπολογισμός, χωρίς παρεκκλίσεις.
Γι’ αυτό επείγει, πρώτον, να διασφαλίσουμε την εγρήγορση και αποτελεσματικότητα στους μηχανισμούς φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής. Δεύτερον, να επιταχύνουμε τις αναπτυξιακές διαδικασίες, με εργαλεία το ΕΣΠΑ, τον αναπτυξιακό νόμο και τις Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ). Τρίτον, να εγκαινιάσουμε νέες αυστηρές και αποτελεσματικές διαδικασίες για την παρακολούθηση από τη Βουλή, της εκτέλεσης του προϋπολογισμού.
Η έξοδος από το σημερινό τέλμα, η επαναφορά της χώρας σε τροχιά ανάπτυξης και προόδου είναι λαϊκή εντολή και εθνικός στόχος. Είναι άσκηση συλλογικής, εθνικής προσπάθειας και ευθύνης. Ασφαλώς, το βάρος πέφτει στην κυβέρνηση. Που πρέπει να κινηθεί με ρεαλισμό και αποφασιστικότητα. Σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, όπως τώρα, όλες οι πολιτικές παίρνουν επείγοντα χαρακτήρα. Ο χρόνος είναι εχθρός μας. Δεν υπάρχουν περιθώρια για αρρυθμίες δισταγμούς και υποχωρήσεις. Όμως και όλοι οι άλλοι θα κριθούμε γι’ αυτό. Κόμματα, φορείς, εργαζόμενοι και επιχειρηματίες, κοινωνικοί εταίροι και πολίτες. Ουδείς μπορεί, σε αυτήν τη δύσκολη καμπή, να σφυρίζει αδιάφορα, να απέχει, να κρύβεται πίσω από λαϊκίστικες κορώνες και πολύ περισσότερο, να κάνει πόλεμο, να αντιπαρατίθεται σε εθνικούς σκοπούς.