Σε κρίσιμο σημείο ο διάλογος για το Ασφαλιστικό

Η κυβερνητική πλευρά θα προσέλθει με την απεικόνιση της οικονομικής κατάστασης των ασφαλιστικών ταμείων, όπως αυτή αποτυπώνεται από μελέτη της Αναλογιστικής Αρχής του 2007! Ενώ οι εμπειρογνώμονες της ΓΣΕΕ Σ. Ρομπόλης και Γ. Ρωμανιάς θα καταθέσουν στοιχεία με βάση πρόσφατη επικαιροποιημένη μελέτη του Ινστιτούτου Εργασίας για το ασφαλιστικό μας σύστημα. Ανάλογες μελέτες θα καταθέσουν και οι εκπρόσωποι των εργοδοτών, ενώ σύμφωνα με τον κ. Κουτρουμάνη στόχος είναι όλες οι ενδιαφερόμενες πλευρές να συστήσουν κοινά αποδεκτή επιτροπή, η οποία να καταλήξει σε κοινό πόρισμα ως προς την πραγματική κατάσταση του ασφαλιστικού μας συστήματος. Με τα στοιχεία που θα προκύψουν, πάντα κατά τον κ. Κουτρουμάνη, είναι εφικτή η δυνατότητα σύγκλισης όλων στην τελική «ακτινογραφία» του συστήματος, με βάση την οποία μπορεί να προχωρήσει και η οριστική διατύπωση των προτάσεων για την ανεύρεση των πόρων χρηματοδότησης του συστήματος.
Ο κ. Ρομπόλης πάντως επαναλαμβάνει ότι για τα συνδικάτα «κόκκινη γραμμή» αποτελούν τρία «δεν». Η μείωση των συντάξεων, η αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης και η αύξηση των εισφορών. Είτε αυτά προκύψουν άμεσα είτε έμμεσα, στη διάρκεια της συζήτησης. Η ανησυχία της εργατικής πλευράς αποδίδεται στο γεγονός ότι καθημερινά εμφανίζεται επιδεινούμενη γενικότερα η κατάσταση της οικονομίας, με συνέπεια την όξυνση τόσο των κομματικών αντιπαραθέσεων σε επίπεδο Βουλής τις μέρες αυτές όσο και με αφορμή τον κρατικό προϋπολογισμό του 2010. Επιπλέον:
Για εισφοροδιαφυγή της τάξεως των 10 δισ. ευρώ κατά τον Δεκέμβριο – Ιανουάριο κάνει λόγο ο κ. Κουτρουμάνης, υποστηρίζοντας ότι τα 8,5 δισ. ευρώ που είχαν αρχικώς υπολογιστεί έχουν ήδη ξεπεραστεί. Ο υφυπουργός προαναγγέλλει κυνήγι της εισφοροδιαφυγής από τις αρχές του 2010, με το υπάρχον όμως προσωπικό στις αρμόδιες υπηρεσίες του κάθε ασφαλιστικού ταμείου ξεχωριστά. Η μεγάλη εισφοροδιαφυγή εντοπίζεται στον ΟΓΑ και τον ΟΑΕΕ (σ.σ.: στον τελευταίο οργανισμό φτάνει το 40%).
Η επισήμανση δυσμενέστερων στοιχείων γύρω από την εισφοροδιαφυγή, σε συνδυασμό με τον υπολογισμό της φοροδιαφυγής στα 30 δισ. ευρώ μέσα στο 2009, ευλόγως προκαλεί ανησυχίες και καχυποψία πως η κυβέρνηση διά της τεθλασμένης (μέσω της βασικής σύνταξης που φαίνεται να επιλέγει) θα καταπατήσει και τα τρία «δεν». Δηλαδή θα οδηγήσει και στην αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης και την αύξηση των εισφορών και στη μείωση των συντάξεων.
Περισσότερη επεξεργασία της συγκεκριμένης κυβερνητικής πρότασης συνιστά με παρέμβασή του ο καθηγητής Αλέξης Μητρόπουλος, υποστηρίζοντας ότι «στις δύο σκανδιναβικές χώρες όπου εφαρμόστηκε το σύστημα της βασικής σύνταξης είχε σαν αποτέλεσμα τη δραστική αύξηση των ορίων ηλικίας και την αύξηση των εισφορών». Όπως επεξηγεί ο κ. Μητρόπουλος, με δεδομένο ότι το κύριο μέρος της σύνταξης, πέραν της βασικής που θα είναι κοινή για όλους, θα βγαίνει με βάση τα χρόνια ασφάλισης και το ύψος των εισφορών, θα ωθήσει δεκάδες χιλιάδες ασφαλισμένους σε έναν άδικο αγώνα παραμονής στην εργασία, καθώς και καταβολής μεγάλων εισφορών, προκειμένου στο τέλος του εργασιακού τους βίου να τύχουν αξιοπρεπούς σύνταξης.
Ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης «δεν βλέπει» στη συνεδρίαση της επιτροπής την Τρίτη να τίθεται προς συζήτηση η πρόταση για καθιέρωση της βασικής σύνταξης. Όπως υποστηρίζει, στην κρίσιμη αυτή συνάντηση θα επιχειρηθεί να ξεκαθαριστεί ο ρόλος της κάθε πλευράς (κράτος – επιχειρήσεις – εργαζόμενοι) απέναντι στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Ο κ. Κουτρουμάνης αποδέχεται ότι δεκαετίες τώρα έχουν λεηλατηθεί, ληστευθεί, χρησιμοποιηθεί κ.λπ. τα αποθεματικά των Ταμείων, όμως ξεκάθαρα και κατηγορηματικά αποκλείει την επιστροφή, έστω και σταδιακά, όπως ο κ. Ρωμανιάς διεκδικεί, των αντίστοιχων ποσών. «Δεν υπάρχει δυνατότητα επιστροφής των χρημάτων αυτών», τονίζει ο υφυπουργός, αποκλείοντας έτσι προκαταβολικά να συμπεριληφθεί η όποια επιστροφή από τα «κλεμμένα» στα Ταμεία στη δέσμη μέτρων που θα τεθούν για τη χρηματοδότηση του ασφαλιστικού συστήματος (σ.σ.: Το αίτημα της επιστροφής των χρημάτων ή μέρους αυτών διατυπώνεται χρόνια τώρα από τα συνδικάτα).
Ο κ. Κουτρουμάνης θέτει ως κυβερνητική προτεραιότητα και στόχο την αυτοχρηματοδότηση του συστήματος, η οποία σύμφωνα και με εκπροσώπους της εργοδοτικής πλευράς μπορεί να επιτευχθεί με την καθιέρωση της βασικής σύνταξης και επιπρόσθετη τη σύνταξη που αναλογεί στα χρόνια ασφάλισης και στο ύψος των εισφορών.
Σαφείς διευκρινίσεις προκειμένου η ΓΣΕΕ να τοποθετηθεί στην πρόταση για καθιέρωση της βασικής σύνταξης ζήτησε ήδη ο κ. Ρομπόλης. Μεταξύ άλλων, ο επιστημονικός διευθυντής του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ καλεί την πολιτική ηγεσία του υπουργείου να ορίσει επακριβώς το ποσό της σύνταξης, να επεξηγήσει αν με την πρόταση αυτή υπονομεύει τον αναδιανεμητικό χαρακτήρα του συστήματος και ενισχύει την κεφαλαιοποιητική του διάσταση, πόσο υπολογίζεται ότι θα είναι το τελικό ποσό της σύνταξης με το ισχύον καθεστώς και τέλος ποια θα είναι η υπολογιζόμενη δαπάνη έως και το 2040.
Η εργατική πλευρά θεωρεί ότι η δαπάνη για τις βασικές συντάξεις πρέπει να διατεθεί για την ενίσχυση του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης και όχι στην καθιέρωση βασικής σύνταξης, που διαβλέπεται ότι θα οδηγήσει στη μείωσή της.
Σημειώνεται ότι ο κ. Μητρόπουλος υποστηρίζει πως το πρόβλημα του Ασφαλιστικού είναι συνέπεια της ίδιας της αγοράς εργασίας στη χώρα μας, που δεν έχει μοντέλο ανάπτυξης, δεν παράγει θέσεις εργασίας και όσες παράγει είναι χαμηλής ασφαλιστικής κάλυψης.
Ενδεικτικό το στοιχείο που δίνει ο κ. Ρομπόλης: Οι 800.000 άνεργοι επιφέρουν απώλεια εισφορών ύψους 4 δισ. ευρώ ετησίως σε βάρος του ασφαλιστικού συστήματος. Αν μάλιστα επαληθευτούν προβλέψεις σύμφωνα με τις οποίες το επόμενο τετράμηνο θα κλείσουν οι 2 στις 5 επιχειρήσεις, το πρόβλημα και επιδεινώνεται και περιπλέκεται ακόμη πιο πολύ.


Σχολιάστε εδώ