Ο νεωτεριστής που έγινε παλαιοκομματικός…

Η δράση του κ. Ρόβλια στον νέο πολιτικό χώρο, το ΠΑΣΟΚ, είχε όλα τα χαρακτηριστικά του νεοφώτιστου: Φανατισμός, μαχητικότητα και προϊούσα αποδοχή του δεδοκιμασμένου «δόγματος», «αν είναι να τουρκέψω, γίνομαι Πασάς και όχι Γενίτσαρος», σε συνδυασμό τη μέχρι τρυγός απόλαυση της «κρυφής γοητείας της μπουρζουαζίας»!
Διέλαθε, όμως, την προσοχή του ότι σε μεταβατικές περιόδους -και τα χαρακτηριστικά της νυν εξουσίας του νεο-ΠΑΣΟΚ της εποχής του Γ. Παπανδρέου του Νεώτερου είναι φορτισμένα με τη χροιά της μεταβατικότητας- ομοιάζουν με ναρκοπέδιο, η διάβαση του οποίου απαιτεί ειδικές ικανότητες βαθμιαίας και ουχί διά ρεσάλτου κατάκτηση και απόλαυση των ωφελημάτων νομής της εξουσίας.
Κυρίως, όμως, διέλαθε την προσοχή του πρώην άνευ αρμοδιοτήτων υφυπουργού Εσωτερικών το διαχρονικής σημασίας ρωμαϊκό αξίωμα: Verba volant, scripta manent, έστω και αν τα τελευταία απορρίπτονται σε κάλαθο αχρήστων αντί της μηχανής εξαφάνισης των ένοχων αποτυπωμάτων!
Η αλαζονεία της εξουσίας, προφανώς, συσκότισε τη σκέψη του κ. Ρόβλια και παρέβλεψε ότι ένα από τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα της εποχής μας εστιάζεται στην αξιοποίηση των απορριμμάτων!
Ο κ. Ρόβλιας κλήθηκε να διαχειρισθεί εξουσίες πριν ή αφομοιωθεί στο «κλίμα του επαγγελματία πολιτικού» ελληνικής κοπής. Δημοσίως υπερακόντιζε τις διακηρύξεις περί ηθικής της εξουσίας και στην πράξη ερασιτεχνικώς ακολουθούσε τα βήματα των «επαγγελματιών της πολιτικής»: το ρουσφέτι.
Η πολιτική ηθική, αλλά και η πολιτική ιστορία εκδικούνται εκείνους που παρορούν τους στοιχειώδεις κανόνες τους και δη τον ηθικό κανόνα που επιτάσσει:
* «Στην πράξη υπάρχουν δύο είδη πολιτικών ανδρών, οι κομματάρχες και οι κυβερνήτες. Οι κομματάρχες εκμεταλλεύονται τις αδυναμίες του λαού, γίνονται ουραγοί των προλήψεών του και τελικώς αποσυνθέτουν αντί να υπηρετούν τον λαό και την πατρίδα. Οι κυβερνήτες είναι οδηγοί, γίνονται συνήθως δυσάρεστοι, αλλά τελικώς εξυπηρετούν το έθνος και τον λαό».
Οι ψευδεπίγραφοι «Νεωτεριστές» -και δυστυχώς για τον κ. Ρόβλια «το τελευταίον εκβάν» δεν αφήνει περιθώρια διαφοροποίησής του- δεν αντέχουν στον ασφυκτικό κλοιό του αποϊδεολογικοποιημένου και απολιτικοποιημένου επαγγελματία της πολιτικής, αφομοιώνονται και βαθμιαίως γίνονται μέρος του σαθρού πολιτικού συστήματος της πελατειακής πολιτικής.
Εδώ και καιρό ο «Νεωτερισμός», υπό την καλύπτρα «εξέγερσης» στην κομματική λογική, έχει μεταβληθεί σε μια μηχανική κίνηση ενιών νέων «πολιτικών» που επιζητούν τη δημοσιότητα και τον εντυπωσιασμό της στιγμής. Συνεχίζει να κυριαρχεί στους κομματικούς οργανισμούς με λέξεις πλέον άδειες περιεχομένου, που δεν έχουν άλλη αξία πέραν από το να κρύψουν την αφομοίωση των «εξεγερμένων», την προσαρμογή τους στη λογική του «επαγγελματία της πολιτικής». Η μόνη φροντίδα του τελευταίου είναι και παραμένει η επανεκλογή στο βουλευτικό αξίωμα και η νομή της εξουσίας.
Βεβαίως υπό το φως της ελληνικής πραγματικότητας δεν είναι δυνατόν ο παρατηρητής των δρώμενων στην εγχώρια πολιτική σκηνή να παραβλέψει ότι τα κόμματα και οι κοινοβουλευτικοί τους εκπρόσωποι, οι βουλευτές, διασυνδέονται με πληθώρα ομάδων πίεσης, ομάδων συμφερόντων, επαγγελματικών οργανώσεων, Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, και με κάθε άλλη ομάδα που αισθάνεται την ανάγκη να επηρεάσει τις αποφάσεις της εξουσίας σε κάθε τομέα της κρατικής δραστηριότητας.
Στην ατμόσφαιρα αυτή, κόμματα και στελέχη τους -βουλευτές ή υποψήφιοι βουλευτές- επιδιώκουν να κερδίσουν τις εκλογές και ως εκ τούτου επιδίδονται σ’ έναν ανταγωνισμό υποσχέσεων. Είναι γνωστό άλλωστε ότι πολιτικές που ακούγονται εντυπωσιακές κατά την προεκλογική περίοδο μπορεί να αποβούν καταστροφικές ευθύς ως τεθούν σε εφαρμογή.
Οι «Νεωτεριστές» -και ο κ. Ρόβλιας ενέπεσε στην παγίδα αυτή- αν και υπογείως έχουν προσχωρήσει στο Σύστημα, «κατακεραυνώνουν» αυτές τις πρακτικές. Η πραγματικότητα όμως, έστω και με καθυστέρηση, τους απογυμνώνει και αποκαλύπτει το αληθινό τους πρόσωπο. Το νεο-ΠΑΣΟΚ του Γ. Παπανδρέου του Νεώτερου αποτελεί σαρξ εκ της σαρκός αυτού του Συστήματος και παραμένει αυτήν τη στιγμή, μετά την κατακρήμνιση των πολιτικών δυναστειών, ακόμη και στον συντηρητικό χώρο της Νέας Δημοκρατίας, ο μόνος κομματικός οργανισμός που στηρίζεται στην «αρχή της κληρονομικότητας».
Η εσωκομματική δημοκρατία αποτελεί επίφαση. Ο «Αρχηγός» ενεργεί σαν μονάρχης. «Νεωτεριστές» και «Παλαιοκομματικοί» αναλύονται σε ύμνους υποποδίους προς την «πάνσοφη ηγεσία». Η τελευταία διαμοιράζει οφίκια, υπουργικά χαρτοφυλάκια και άλλες θέσεις εξουσίας με βάση τη «θεωρία του κηπουρού» (Ο μονάρχης μπορεί να χρίζει υπουργούς και τους κηπουρούς του.)
Το ελληνικό πολιτικό σύστημα, δυστυχώς για την πρόοδο του τόπου, διατηρεί διαχρονικώς την ικανότητα να γελοιοποιεί και τις πλέον σοβαρές και πρωτοπόρες πολιτικές ιδέες και ο δημοκρατικός σοσιαλισμός εντάσσεται σ’ αυτές.
Το οπισθοδρομικό αυτό στοιχείο ουδέποτε ετέθη στο στόχαστρο «Νεωτεριστών» α λα Ρόβλια. Απλώς οι τελευταίοι διαγκωνίζονται να καταστούν αρεστοί στο περιβάλλον του «Αρχηγού» – ο όρος εδώ με την έννοια του Μεσοπολέμου. Η απόφανση του «Πατριάρχη της Σοσιαλδημοκρατίας» Ζαν Ζωρές, «Ο σοσιαλισμός είναι ένα έργο εμπιστοσύνης και μια πράξη τόλμης», στις αρχές του 20ού αιώνα, αποτελεί για την ελληνική πολιτική σκηνή το ζητούμενο και στις αρχές του 21ου αιώνα!
Ταύτα και έρρωσθε «Νεωτεριστές» α λα Ρόβλια.


Σχολιάστε εδώ