ΖΗΤΕΙΤΑΙ… ΤΡΕΝΟ ΕΠΕΙΓΟΝΤΩΣ!

Πριν προχωρήσουμε στην κυριακάτικη φλυαρία μας, θέλω, βαθιά συγκινημένος, να συγχαρώ τη βουλευτίνα του ΠΑΣΟΚ κ. Σοφία Γιαννακά που ως εκπρόσωπος εκλεκτή του ελληνικού λαού «γιόρτασε» την επέτειο της δολοφονίας του 16χρονου Γρηγορόπουλου, έτσι όπως με τα αυτιά μου και παρά την ομολογούμενη βαρηκοΐα μου, την άκουσα να δηλώνει στην εκπομπή «Κίτρινος Τύπος» του Μάκη Τριανταφυλλόπουλου, την προπερασμένη Δευτέρα, ότι «εόρτασε τον θάνατο» του άτυχου παιδιού. Και που, παρά την απόπειρα του συντονιστή της εκπομπής, δεν έσπευσε να επανορθώσει το ασυγχώρητο λάθος της, αλλά παρέμεινε ατάραχη στην αναπαυτική της… εξέδρα!
Αν ήμουν στη θέση του κ. Γιώργου Παπανδρέου, κάτι που ούτε σε κακό όνειρο υπό τις παρούσες συνθήκες δεν θα το ήθελα, η πρώτη μου δουλειά θα ήταν να την πάρω στο τηλέφωνο, χωρίς να βάλω κανέναν παρατρεχάμενο, για να της πω και για να το χαρώ ο ίδιος:
«Κυρία μου, αύριο το πρωί περιμένω την παραίτησή σας, διότι όταν δεν γνωρίζετε τη σημασία των λέξεων, αποκλείεται να ξέρετε και τη βαρύτητα των νόμων που θα πρέπει να εγκρίνετε στη Βουλή, κατά συνέπεια δουλειά σας είναι η κουζίνα σας και διαβάστε Μαμαλάκη για να μάθετε τουλάχιστον πώς μαγειρεύεται το ιμάμ μπαϊλντί…».
Κάποτε, ο πατέρας του σημερινού πρωθυπουργού για παραπτώματα ήσσονος σημασίας κατέβαζε μέχρι και πρωτοκλασάτους υπουργούς από το τρένο, χωρίς να λογαριάζει αν το τρένο ήταν σταματημένο για σουβλάκια στο Λιανοκλάδι ή αν βρισκόταν στη μεγάλη του ταχύτητα ή ακόμα και υπουργοί που ήταν μέσα σε αεροπλάνα ανά τους αιθέρες, μάθαιναν το ουρανοκατέβατο εξωπέταγμά τους άνευ αλεξίπτωτου! Εκτός αν ξεχάσαμε τις λαχτάρες, χτες ακόμα, του Λάζαρη, του Φωτήλα και του κοτζάμ Σημίτη που αποβραδίς κοιμήθηκε υπουργός και το άλλο πρωί του είπε η κυρά Δάφνη: «Μη σηκωθείς, Κωστάκη μου, έφαγες πόρτα»!
Τώρα τι έγινε; Χάθηκε ο θυμός του αρχηγού; Έκαναν τα τρένα απεργία; Ακρίβυνε η κηροζίνη και δεν πετάνε τα αεροπλάνα ή καταργήθηκαν οι πόρτες;

ΤΑ «ΣΤΗΜΕΝΑ» ΚΑΙ
ΤΑ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΑ…
Πάμε τώρα στον πρώτο Λάκη, επειδή ακολουθεί και άλλος Λάκης πιο κάτω. «Κυριακή των Λάκηδων» σήμερα, όπως λέμε και «Κυριακή της Ορθοδοξίας» έτσι και «Κυριακή της Ορθολογίας» η παρούσα, για να πούμε και μερικά σχετικά για δύο Λάκηδες του πολύ Ορθού όσο και Ιλαρού Διαλογισμού! Όμως να πω, με την ευκαιρία, ένα «μπράβο» σ’ αυτό το καλό κορίτσι, τη Μαρία Ανδρέου (η κόρη μου, του ίδιου χώρου, που την ξέρει, μου μιλάει για «πολύ καλό παιδί») και που κάθε Κυριακή με τις συνεντεύξεις της στο «ΠΑΡΟΝ», δίνει αφορμή και στα δικά μου σχόλια, όπως σήμερα για τον Λάκη Λαζόπουλο, ο οποίος για τα πολλά και τα διάφορα της περασμένης Κυριακής, που τα είπε με βρασμό ψυχής και… αναψυχής, δύσκολα θα μπορούσε κανένας να διαφωνήσει μαζί του, αναφέρει μεταξύ άλλων και την πολεμική που αντιμετωπίζει από ένα θεατρικό και δημοσιογραφικό κατεστημένο με σκοπό «να αποδομήσουν τη δυναμική που έχει». Και δεν το χαίρεται; Αυτές οι επιθέσεις, αντί να «αποδομούν», αντίθετα ισχυροποιούν, κάπως έτσι σαν τα άθραυστα κρύσταλλα που μπαίνουν στις βιτρίνες των μαγαζιών που τις έσπασαν οι βαριοπούλες των κουκουλοφόρων. Με τη βαριοπούλα του ο καθένας κι όποιος αντέξει…
Και το πιο φοβερό που αποκάλυψε, ότι δηλαδή «εκεί είναι λίγο στημένα τα πράγματα»! Το διάβασα, να… στον σταυρό που σου κάνω, και ανατρίχιασα. Πόσο «λίγο» δηλαδή; Όσο πατάει η γάτα, να πούμε ή κάτι παραπάνω στο ζύγι («να το αφήσω;») και που έτσι και δεν στηθούν καλά τα πράγματα, αποκλείεται να δεις Θεού πρόσωπο; Και όταν λέμε για «καλό στήσιμο των πραγμάτων» το εννοούμε για όλες τις καταστάσεις; Και τις οικονομισιάρικες; Και τις επαγγελματικές; Και τις «ανομολόγητες»; Σε βαθμό δηλαδή που έτσι και χωθεί κανένας καινούργιος στη Μεγάλη Στοά του Κυκλώματος, πρέπει να έχει και τα διαπιστευτήρια ότι είναι της «Μεγάλης του Γένους Σχολής».
Άσε δηλαδή, κύριε Λάκη μου, που άμα είναι «μάπα το καρπούζι», χίλια «στημένα» να δουλέψουν, οι ταξιθέτριες θα είναι περισσότερες από τους θεατές και άμα το άλογο τραβάει και στην κορυφή της Πάρνηθας να το παίζεις, με δύο μέτρα χιόνι, θα τρέξουν να το δούνε και με αντιολισθητικές στις ρόδες. Εξήντα χρόνια φούρναρης για να σ’ το λέει, κάτι ξέρει από κυκλώματα…
Αυτό που δεν κατάλαβα όμως ήταν ο θυμός του. Γιατί τόσος θυμός από τη στιγμή που τα έξοδα του πολυδάπανου «Βιοπαλαιστή στη στέγη» έχουν καλυφθεί, μέχρι που για ορισμένες προβληματικές τάξεις και μπράβο του, κατέβασε τις τιμές των εισιτηρίων, σε επίπεδο Κωτσόβολου λέει και που δεν αποκλείεται να ακολουθήσει και ένα ακόμα όπως «το βλέπεις φέτος και το πληρώνεις του χρόνου με άτοκες δόσεις». Ε, ναι, βρε παιδί μου, να δει ο κοσμάκης το χάλι του, να γελάσει κομματάκι… Και αφού και το «Τσαντίρι νιουζ» του, που συναγωνίζεται τα παλιά φωσκολικά ρεκόρ του «Άγνωστου πόλεμου», τότε που έκλειναν τα μαγαζιά για να μη χάσουν τον Βαρτάνη, έτσι και το «Τσαντίρι» έχει κατακτήσει την ομόθυμη αποδοχή ενός τηλεοπτικού κοινού, καταταλαιπωρημένου από την εντός και εκτός οθόνης σκουπιδολογία των πρόσφατων ημερών, τότε προς τι το παράπονο και η διαμαρτυρία; Τι παραπάνω να επιθυμήσει για τη σωτηρία της ψυχής, που κι αυτή είναι πολύ μεγάλο πράγμα. Για το μόνο πάντως που θα του έλεγα να μην είναι και τόσο αισιόδοξος, είναι η ελπίδα του «να δούμε φως αν εκραγεί η κοινωνία», όπως ο τίτλος της συνέντευξής του. Κάποτε είχαμε συμπαθέστατους επαναστάτες έστω και χωρίς αιτία, αντίθετα με το σήμερα, που ενώ οι αιτίες περισσεύουν, μας λείπουν οι επαναστάτες. Και μιλάμε για επαναστάτες και όχι για τσάμπα μάγκες. Να ‘μαστε σοβαροί, ε;

ΓΙΑ ΤΟΝ ΔΑΣΚΑΛΟ ΚΩΣΤΑ ΝΙΤΣΟ
Η εταιρεία εικαστικών τεχνών Α. ΤΑΣΣΟΣ, άγνωστη στους περισσότερους, είναι ένα διακριτικό ίδρυμα που έχει το όνομα του κορυφαίου χαράκτη και φροντίζει με ένα αντιπροσωπευτικό πανόραμα για τη στήριξη, την προώθηση και την παρουσίαση της χαρακτικής παραγωγής στη χώρα μας. Το πιο ενδιαφέρον σημείο αυτών των εκθέσεων είναι ότι αυτή η πινακοθήκη των νέων κυρίως χαρακτών αποτελεί έργο ενός ακούραστου ανθρώπου του δημοσιογραφικού χώρου, του μεγάλου Κώστα Νίτσου, που εκτός από τα μαθήματα ήθους, χαρακτήρα και συνέπειας που έδωσε σε μια ολόκληρη γενιά δημοσιογράφων, χρόνια ως διευθυντής στις εφημερίδες του Οργανισμού Λαμπράκη, υπήρξε και ο φανατικός υποστηρικτής της ελληνικής θεατρογραφίας ως εκδότης του μνημειώδους και μοναδικού στα θεατρικά χρονικά περιοδικού «Θέατρο», που αποτελεί περιουσιακό στοιχείο για όσους έχουν φυλαγμένα τα τεύχη του. Αυτήν την εποχή το Ίδρυμα Α. ΤΑΣΣΟΣ πραγματοποιεί στη Λάρισα μια ακόμα έκθεση για νέους χαράκτες, που με ομιλία του την εγκαινίασε ο ίδιος ο Κώστας Νίτσος.
Στην πρόσκληση που μου έστειλε στην Εταιρεία Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων, μου σημειώνει με το χέρι του:
«Γεια σου, πρόεδρε, στις 30 του Νοέμβρη έκλεισα τα 89 κι ακόμα τρέχω. Να ‘σαι καλά, Κώστας Νίτσος»

Πώς αλλιώς να σου απαντήσω;
«Πάντα να τρέχεις και να είσαι πρώτος στον Μαραθώνιο που διάλεξες, δάσκαλε, με την αγάπη μας, όσοι κάτσαμε στα θρανία σου…».
ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ

***

ΧΥΔΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΑΡΕΝΟΧΛΗΣΗ!..

Σχετικά με τον κατήφορο της βωμολοχίας, τον χωρίς λόγο μάλιστα, που έχουν πάρει οι νεότερες επιθεωρήσεις και ιδιαίτερα της πρόσφατης παραγωγής, όπως δύο από αυτές που παίζονται σε δύο κεντρικά θέατρα, ο καλός φίλος και συνάδελφος Λάκης Μιχαηλίδης (με 62 επιθεωρήσεις στο ενεργητικό του) σε επιστολή που μου έστειλε, σημειώνει για τη «χυδαιολογική παρενόχληση», όπως τη χαρακτηρίζει, μεταξύ άλλων:
«Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι τα επιθεωρησιακά κείμενα πρέπει να είναι στο πνεύμα και στο ύφος της Αγίας Γραφής και να μη μεταφέρουν το πνεύμα και το ύφος της κάθε εποχής. Υπάρχουν όμως και φραστικά όρια, όπως παίζει μεγάλο ρόλο και ο τρόπος χειρισμού και της τοποθέτησης της ακραίας φάσης και εδώ θα πρέπει να θυμηθούμε ότι, εκτός από τη σκληρή λογοκρισία που αντιμετωπίζαμε κάποτε, υπήρχε και μια λογοκρισία ακόμα πιο σκληρή, δηλαδή εκείνη των ηθοποιών, που εκτός από κάποια νόστιμα υπονοούμενα, δεν καταφεύγανε στην ευκολία της βωμολοχίας για να ”εισπράξουν” το γέλιο των θεατών, για να το πληρώσουν μετά με τον βαρύτατο τόκο της δυσαρέσκειας των θεατών που πριν από λίγο τους είχαν χειροκροτήσει. Ναι, είναι αλήθεια ότι κανένα από τα ”ιερά τέρατα” της επιθεώρησης, που δεν ήταν δα και υποδείγματα ανώτερου μορφωτικού επιπέδου, δεν ”λέρωνε” το στόμα του για να εισπράξει ένα αμφίβολου αυθορμητισμού χειροκρότημα. Η λύπη μου για τον ”κακό δρόμο” που έχει πάρει η επιθεώρηση, γίνεται μεγαλύτερη όταν βλέπω ότι, ενώ δεν λείπουν οι νέοι και ταλαντούχοι συγγραφείς, σπαταλούν τις ικανότητές τους σε κείμενα που όχι μόνο απέχουν πολύ από το να χαρακτηριστούν επιθεωρησιακά, αλλά σε τελευταία ανάλυση προσβάλλουν και εκθέτουν την ίδια τη συγγραφική τους ταυτότητα. Ξεχνούν και ασφαλώς δεν το αγνοούν ότι δεν είναι η ευκολία της βωμολοχίας, αλλά η ευρηματική πολιτική κοινωνική σάτιρα που αυτή και μόνο έκανε το ”είδος” να επιβιώσει τόσα χρόνια και να έχει κατακτήσει το κοινό. Κρίμα και εύχομαι σύντομα να καταλάβουν το λάθος τους και να πάρουν τον ”καλό δρόμο”, όχι σαν… καλά παιδιά που ατακτήσανε, αλλά σαν καλοί συγγραφείς που, όπως και να το κάνουμε, έχουν δικαίωμα και στα στραβοπατήματα…».
Και ο Λάκης Μιχαηλίδης καταλήγει στο ότι «τα ίδια τραβάει και ο μακαρίτης ο Αριστοφάνης που οι διάφορες διασκευές των κωμωδιών του θυμίζουν ταινίες πορνό με τον αλησμόνητο εκείνο Γκουζγκούνη» και ακόμα ότι «οι διάφορες απόπειρες ανανέωσης της επιθεώρησης, αν όχι όλες, το μόνο που καταφέρνουν αντί να κερδίζουν την αγάπη του κοινού, εκείνο που κάνουν είναι να διώχνουν τον κόσμο από ένα θεατρικό είδος που κάποτε είχε την πρώτη θέση στην προτίμηση της ψυχαγωγίας του».
Και να πούμε εδώ ότι τα «πορνό» του καημένου του Γκουζγκούνη, που κάποτε στις «επίσημες πρεμιέρες» του στην ιστορική «Ελένη» της οδού Ακαδημίας ανάβανε λαμπάδες και έκαιγαν εφημερίδες για να… δοξάσουν τον «μεγάλο» και που μπροστά στις σημερινές «γκουζγκουνιάδες» μοιάζουν τολμηρότητες του νηπιαγωγείου!
Να θυμίσω εδώ το βιβλίο του Λάκη Μιχαηλίδη που τιτλοφορείται «Έτσι γράφεται η Επιθεώρηση» (Εκδόσεις «Σιδέρη»), όπου σημειώνει ότι «οι μεγαλύτερες επιθεωρησιακές επιτυχίες του αιώνα που πέρασε στηρίχτηκαν σε ”μύθους” που δύσκολα γεννιούνται και από την τολμηρότερη φαντασία. Πόλεμοι, ανώμαλες πολιτικές καταστάσεις, δικτατορίες, αποστασίες, χούντα, μεταπολιτεύσεις, αποτελούν αριστουργηματικές έτοιμες ιδέες για να στηριχτούν θεατρικά έργα, ανεξάρτητα από τη δομή και τους κωδικούς που θα χρησιμοποιηθούν για την ανάπτυξή τους. Είναι ελάχιστες οι επιθεωρήσεις που παρουσιάστηκαν χωρίς έντονη επίκαιρη υπόθεση και γνώρισαν επιτυχία. Όπως είναι ελάχιστοι και οι συγγραφείς επιθεωρήσεων που δεν ασχολήθηκαν και με άλλα είδη θεάτρου, ιδιαίτερα με την κωμωδία κι αυτό ισχυροποιεί την πεποίθησή μου ότι και στην επιθεώρηση, η γνώση της “δομής” είναι απαραίτητη και το ότι όλα έχουν ως αφετηρία τους τον συγγραφέα».

Από τις δύο φετινές επιθεωρήσεις των δύο κεντρικών θεάτρων που είπαμε, η μία παραδίδει τη σκυτάλη σε επόμενο έργο με άλλον θίασο. Αιτία το ότι ενώ «ήθελε να γελάσει μαζί με την Ελλάδα» τελικά δεν κατάφερε ούτε η ίδια να γελάσει, ούτε και κανένας θεατής να μειδιάσει, ίσως γιατί οι συγγραφείς της δεν μέτρησαν καλά το κύμα και τον άνεμο σωστά…
Τα έχει αυτά το θέατρο, πανάθεμά το!
Γ. Λ.


Σχολιάστε εδώ