ΕΜΠΛΟΚΗ ΣΤΟΝ ΔΙΑΛΟΓΟ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
Σε απάντηση των προτάσεων αυτών, η ΓΣΕΕ με υπογραφές του προέδρου Γ. Παναγόπουλου και του γενικού γραμματέα Γ. Τσαλικάκη απέστειλε επιστολή προς τον κ. Κουκιάδη, με την οποία αποστασιοποιείται, εμμέσως διαφωνεί και προτρέπει τον πρόεδρο της Επιτροπής να λάβει υπόψη του θέσεις της Συνομοσπονδίας οι οποίες αγνοήθηκαν μετά από αντίδραση των εργοδοτών.
Η επιστολή κοινοποιείται και προς τον υπουργό Εργασίας και εμπεριέχει εντέχνως προειδοποίηση για αποχώρηση από τον διάλογο σε περίπτωση που δεν περιληφθούν στις προτάσεις της Επιτροπής ζητήματα μεγίστης σπουδαιότητος για τη ΓΣΕΕ που αφορούν στις επισφαλείς και ευέλικτες μορφές απασχόλησης, στην κατεύθυνση της ασφάλισης και την προστασία των εργαζομένων.
Η σημαντική εξέλιξη που σηματοδοτεί η αντίδραση της ΓΣΕΕ προήλθε από ενημέρωση του εκπροσώπου της στην Επιτροπή, αναπληρωτή καθηγητή του Παντείου και επιστημονικού συνεργάτη του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ Γ. Κουζή. Αναφέρεται στην επιστολή:
«Μετά την ολοκλήρωση της συζήτησης και την κατάθεση προτάσεων η Επιτροπή επανέρχεται σε νέα διαδικασία. Καλούνται τα μέρη να τοποθετηθούν, για τα ίδια θέματα, σε νέες εισηγήσεις του υπουργείου, βασισμένες σε εικαζόμενες συγκλίσεις μεταξύ συνδικάτων και εργοδοτών προκειμένου να υπάρξει η τελική πρόταση. Το σημείο αυτό είναι το πιο σοβαρό αν ληφθεί υπόψη, όπως προκύπτει από τα πρακτικά, ότι οι αποκλίσεις μεταξύ των ”κοινωνικών εταίρων” είναι πολύ μεγάλες, οι δε όποιες συγκλίσεις αφορούν διατάξεις δευτερεύουσας σημασίας τις οποίες τα συνδικάτα δεν διεκδικούν ως άμεση προτεραιότητα. Ο δεύτερος, λοιπόν, κύκλος διαλόγου αναζητεί συγκλίσεις με βάση τα όσα αποδέχονται οι εργοδότες που όπως προκύπτει και από τα πρακτικά, δεν θα είχαν αντίρρηση (κυρίως ΣΕΒ και ΕΣΕΕ) να μείνουν απαράλλακτες οι εργασιακές σχέσεις. Επί της ουσίας ο διάλογος στον κύκλο αυτό επανέρχεται με την κλήση των συνδικάτων να τοποθετηθούν σε νέα βάση, έπειτα από νέες εισηγήσεις του υπουργείου που, από πλευράς περιεχομένου, υπολείπονται των αρχικών εισηγήσεων, μερικές από τις οποίες είχαμε αποδεχθεί, προκειμένου να προσαρμοσθούν στα όρια αποδοχής των εργοδοτικών οργανώσεων. Πρόκειται για μια διαδικασία σύγκλισης ανάμεσα στα ελάχιστα των γενικών θέσεων των συνδικάτων και των μέγιστων παραχωρήσεων που μπορούν να κάνουν οι εργοδότες».
Ενώ στην επιστολή της ΓΣΕΕ προς τον κ. Κουκιάδη, πρόεδρο της Επιτροπής για τις Εργασιακές Σχέσεις, τονίζει μεταξύ των άλλων:
«Η συμμετοχή των 4 εκπροσώπων της ΓΣΕΕ στην επιτροπή σας, όπως ρητά δηλώθηκε, αποσκοπούσε στο να συνδράμει στον επιστημονικό διάλογο για τις προτάσεις αναμόρφωσης των εργασιακών σχέσεων – ιδίως στις επισφαλείς και ευέλικτες μορφές τους προκειμένου να αναμορφωθεί το ισχύον θεσμικό πλαίσιο στην κατεύθυνση της ασφάλειας και της προστασίας των εργαζομένων.
Η νομοθετική πρωτοβουλία αφορά αποκλειστικά στο υπουργείο και η κάθε μορφής περαιτέρω διαβούλευση και διαπραγμάτευση, όπου απαιτείται, θα γίνει με βάση τις τελικές προτάσεις του υπουργείου με την πολιτική ηγεσία και τους φορείς εργαζομένων (ΓΣΕΕ) και εργοδοτών (ΣΕΒ – ΓΣΕΒΕΕ – ΕΣΕΕ).
Ως εκ τούτου, θεωρούμε ότι θα πρέπει να υπάρξουν νομοθετικές προτάσεις από την Επιτροπή προς το υπουργείο ακόμη και για τα θέματα που συζητήθηκαν ή θα συζητηθούν, χωρίς να υπάρξει απαραίτητα συμφωνία των εκπροσώπων των φορέων».