Τεστ για τις διαθέσεις της Ντόρας

Ότι, αν δεν κατασιγάσουν «μίση και πάθη» που αναζωπυρώθηκαν και φούντωσαν στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, ανάλογα μικρής σημασίας γεγονότα στο μέλλον θα προσλαμβάνουν γιγαντιαίες διαστάσεις με την αμέριστη συμπαράσταση και των Μέσων Ενημέρωσης. Προοπτική, ωστόσο, που φαντάζει μακρινή εξαιτίας της αμοιβαίας καχυποψίας που επικρατεί, αλλά και της δυσκολίας κυρίως της κ. Μπακογιάννη να αποδεχθεί την πραγματικότητα που διαμορφώθηκε μετά τις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου.
Στη… δυσκολία της αυτή άλλωστε αποδίδουν παράγοντες της Ρηγίλλης την απόφασή της να μην ταξιδέψει στη Γερμανία για το Συνέδριο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, αφού κανείς δεν πίστεψε ότι όντως προσβλήθηκε από ωτίτιδα και όλοι έσπευσαν να μιλήσουν για «διπλωματική ασθένεια».
Πιθανότατα δεν θα την πίστευαν, ακόμη κι αν ήταν αληθινή. Τα ίδια στελέχη υποστηρίζουν ότι η ίδια είχε ζητήσει από τον κ. Σαμαρά να είναι στην αποστολή κι εκείνος συμφώνησε, μαζί του ταξίδεψαν και βουλευτές που είχαν στηρίξει την κ. Μπακογιάννη (Χατζηδάκης και Όλγα Κεφαλογιάννη). Με όσα συνέβησαν τις προηγούμενες ημέρες αποκτά ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον η μεθαυριανή συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κόμματος, αφού, εκτός του ότι θα είναι η πρώτη υπό την προεδρία του κ. Σαμαρά, άπαντες θα περιμένουν να δουν αν θα εμφανισθεί και η κ. Μπακογιάννη. «Δεν μπορώ να φανταστώ για ποιο λόγο θα μπορούσε να απουσιάσει» τόνιζε βουλευτής του κόμματος και πρώην υπουργός, προεξοφλώντας ότι μια τέτοια εξέλιξη θα… μπέρδευε περισσότερο τα πράγματα. Ως εκ τούτου, δεν θα συνιστούσε έκπληξη αν στελέχη του κλίματος Σαμαρά έχουν σπεύσει ήδη να ενημερωθούν αρμοδίως σχετικά με τον χρόνο που διαρκούν τα συμπτώματα μιας ωτίτιδας. Αλλά ακόμη κι αν η τέως υπουργός έχει ανακάμψει και συμμετάσχει κανονικά, απλώς θα «φρενάρει» για μικρό μόνο χρονικό διάστημα τη σεναριολογία.
Τι στάση θα τηρήσει στο εξής η κ. Μπακογιάννη, κανείς δεν είναι σε θέση να απαντήσει κατηγορηματικά, ούτε καν οι πλέον στενοί συνεργάτες της. Το σίγουρο είναι ότι δεν έχει ξεπεράσει εντελώς το «σοκ» της ήττας, ενώ ενοχλήθηκε (κατά άλλους εξοργίσθηκε) από την αντίδραση της Ρηγίλλης στην αποκάλυψη για το περιεχόμενο απόρρητων συνομιλιών της με θέμα το Σκοπιανό. Πρώτον διότι η ανακοίνωση του κόμματος την άφηνε ουσιαστικά «ακάλυπτη» και δεύτερον γιατί, όπως υποστηρίζει, κανείς από τη Ν. Δημοκρατία δεν επικοινώνησε μαζί της.
Πάντως η συγκεκριμένη αποκάλυψη σήμανε συναγερμό στη Ρηγίλλης με στελέχη να εκφράζουν ανοιχτά τις ανησυχίες τους για τις επιπτώσεις στην περίπτωση κατά την οποία στο μέλλον δουν το φως και άλλα παρόμοια ντοκουμέντα.
Ερωτήματα, στο μεταξύ, προκάλεσε μια δήλωση του Κυρ. Μητσοτάκη, περί… δύο τάσεων μέσα στη Ν. Δημοκρατία που πρέπει να συνυπάρξουν. Στο «στρατόπεδο» του κ. Σαμαρά δεν δείχνουν να ανησυχούν ιδιαίτερα για το ενδεχόμενο η κ. Μπακογιάννη να κινείται ως επικεφαλής του… 40% του κόμματος, κάτι που θα δημιουργούσε πολλαπλά προβλήματα στη νέα ηγεσία. Κατʼ αρχάς θεωρούν ότι 40% δεν υφίσταται πλέον (!) και πως αρκετοί από εκείνους που την ψήφισαν στις εκλογές έχουν αναχωρήσει για άλλες πολιτείες. Είτε αποδέχθηκαν την πραγματικότητα και συμπορεύονται με τη νέα ηγεσία, είτε έχουν αδρανοποιηθεί. Φέρουν δε ως παράδειγμα ό,τι ακριβώς συνέβη σε αντίστοιχη περίπτωση στο ΠΑΣΟΚ. Από την επομένη σχεδόν ένας μετά τον άλλον τα προβεβλημένα στελέχη εγκατέλειψαν τον Β. Βενιζέλο.
Διαφωνίες και στο γερμανικό μοντέλο
Πέρα από το «ψυχικό χάσμα», τις προηγούμενες ημέρες καταγράφηκε και η πρώτη σημαντική διαφωνία μεταξύ του κ. Σαμαρά και της κ. Μπακογιάννη: Ο πρώτος κατέστησε σαφές ότι διαφωνεί ριζικά με τις προωθούμενες από την κυβέρνηση αλλαγές στον εκλογικό νόμο (με την καθιέρωση του λεγόμενου «γερμανικού μοντέλου»), τονίζοντας ότι η Ν. Δημοκρατία δεν πρόκειται να ψηφίσει το σχετικό νομοθέτημα. Αντίθετα η κ. Μπακογιάννη έχει από παλιά ταχθεί υπέρ του συγκεκριμένου εκλογικού συστήματος, οπότε είναι απορίας άξιον τι στάση θα τηρήσει στη Βουλή. Παρενθετικά σημειώνουμε ότι για το συγκεκριμένο ζήτημα εκφράζονται αντικρουόμενες θέσεις στο εσωτερικό της Ν. Δημοκρατίας, με ορισμένους να συμφωνούν και άλλους να διαφωνούν σε υψηλούς μάλιστα τόνους. Στους τελευταίους συγκαταλέγονται οι περισσότεροι βουλευτές καθώς και ο τέως ευρωβουλευτής Γ. Βαρβιτσιώτης, ο οποίος σε πρόσφατο άρθρο του ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «με το γερμανικό εκλογικό σύστημα η πελατειακή σχέση διογκώνεται και ο αρχηγός του κόμματος μεταβάλλεται σε απόλυτο ανεξέλεγκτο άρχοντα».
ΓΚΡΙΝΙΕΣ προκαλούν, στο μεταξύ, οι πρώτες επιλογές του κ. Σαμαρά για τη στελέχωση των Γραμματειών του κόμματος, με ορισμένους να υποστηρίζουν ότι τα συγκεκριμένα πρόσωπα δεν έχουν το απαιτούμενο κύρος που απαιτεί η θέση και ο ρόλος τους, κι άλλοι ότι προέρχονται από τον «σκληρό πυρήνα» των υποστηρικτών του. Από τη Ρηγίλλης απαντούν ότι το κόμμα τα προηγούμενα 3-4 χρόνια υπέστη ένα παρατεταμένο σοκ και χρειαζόταν να αποκτήσει «νέο αίμα» για να πάρει μπροστά. Με το σκεπτικό αυτό ο Πολιτικός Σχεδιασμός ανατέθηκε στον Μ. Χαρακόπουλο και το Πρόγραμμα στον Κ. Γκιουλέκα, ενώ λόγω της μακράς θητείας του στα συνδικαλιστικά ο Γ. Μανώλης ήταν ο πλέον κατάλληλος για τη Γραμματεία Συνδικαλισμού. Ως προς την κατηγορία ότι αξιοποιούνται αποκλειστικά οι «ημέτεροι», υπογραμμίζουν ότι χρέη κοινοβουλευτικού εκπροσώπου ανατέθηκαν, μεταξύ άλλων, και στον Μ. Κεφαλογιάννη, ενώ… παραπέμπουν και στις επιλογές του κ. Σαμαρά για τη συγκρότηση της λεγόμενης «σκιώδους κυβέρνησης». Πληροφορίες αναφέρουν ότι σε αυτήν θα περιληφθούν στελέχη που με εμφανή τρόπο στήριξαν την κ. Μπακογιάννη, όπως ο Κ. Χατζηδάκης, ο Άρ. Σπηλιωτόπουλος, ο Ν. Δένδιας, ενώ φήμες επιμένουν ότι είναι πιθανό να αξιοποιηθεί και ο Κυρ. Μητσοτάκης. Αδιευκρίνιστα παραμένουν τα σχέδια του κ. Σαμαρά για το πρόσωπο που θα προτείνει για τη θέση του γραμματέα Κοινοβουλευτικής Ομάδας. Ήδη έχουν συζητηθεί (σε επίπεδο ΜΜΕ) τα ονόματα των Κ. Τασούλα και Χρ. Ζώη, πλην όμως είναι άγνωστο αν συγκαταλέγονται στις προτιμήσεις της Ρηγίλλης η διακινούνται από άλλους διεκδικητές οι οποίοι με τον τρόπο αυτό επιχειρούν να «ψαλιδίσουν» τις πιθανότητες μιας υποψηφιότητάς τους.


Σχολιάστε εδώ