Ο ΘΛΙΒΕΡΟΣ ΝΟΕΜΒΡΗΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΜΑΣ

Όλα αυτά έδωσαν πλούσια τροφή στους διεθνείς κερδοσκόπους. Και χτύπησαν ανελέητα. Κάτω το χρηματιστήριο, πάνω το ασφάλιστρο κινδύνου (spread) των ελληνικών ομολόγων και μαζικές πωλήσεις τραπεζικών μετοχών και ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου. Ένα μίνι κραχ παρατηρήθηκε. Άλλοι παρασύρθηκαν από τις προειδοποιήσεις για τις μελλοντικές δυσχέρειες, οι κερδοσκόποι προκάλεσαν πανικό αφού διέσπειραν την υφιστάμενη αδυναμία του πολιτικού και οικονομικού συστήματος να αντιμετωπίσει επιτυχώς τα προβλήματα και πολλοί αμφιβάλλουν για την ικανότητα της κυβέρνησης να πράξει κάτι για την ανόρθωση της οικονομίας της χώρας μας. Έτσι φτάσαμε στο μίνι κραχ.

Mέσα στη ζοφερή αυτή κατάσταση άλλοι ζητούσαν από την κυβέρνηση πρωτοβουλίες για την αναστήλωση της αξιοπιστίας της χώρας μας, η κυβέρνηση κατηγορούσε την προκάτοχό της για την εξαθλίωση της οικονομίας μας και τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό, ενώ το κυβερνών κόμμα ζητούσε αλλαγή της οικονομικής πολιτικής της σημερινής κυβέρνησης. Δηλαδή χάος στις πρώτες 100 μέρες της κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου. Και ξαφνικά η «ομίχλη» διαλύθηκε και φάνηκε η ξαστεριά. Ο επικεφαλής του Eurogroup, πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου κ. Γιούνκερ, ο κοινοτικός Επίτροπος Αλμούνια, γνωστός και μη εξαιρετέος, και ο πρόεδρος της ΕΚΤ Τρισέ δηλώνουν ότι δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος χρεοκοπίας της Ελλάδος ή άλλης χώρας της Ευρωζώνης, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Προβόπουλος δηλώνει ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι υγιές, ο πρωθυπουργός κ. Παπανδρέου εκφράζει την εμπιστοσύνη του στις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας να ξεπεράσει τα προβλήματα και ο υπουργός Οικονομικών Παπακωνσταντίνου επισημαίνει την αισιοδοξία του για την ταχεία μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Ο ορίζοντας άρχισε να ξεκαθαρίζει. Οι πρωταγωνιστές της καταρράκωσης της ελληνικής οικονομίας γίνονται τώρα ανορθωτές της αξιοπιστίας της. Έτσι τις μέρες αυτές γίναμε θεατές του έργου σπίλωσης της ελληνικής οικονομίας και της άμεσης προσπάθειας αποκατάστασής της, με τους ίδιους πρωταγωνιστές και στις δύο φάσεις του έργου αυτού. Οι δικοί μας κυβερνητικοί αξιωματούχοι προφανώς από τύψεις, και οι ξένοι της ΕΕ και της ΟΝΕ από φόβο μήπως με ενδεχόμενη κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας δημιουργηθούν σοβαρά προβλήματα για την αξιοπιστία και σταθερότητα της ΕΕ και της Ευρωζώνης. Θα ήταν πολύ ηχηρό χαστούκι αυτό και έγινε αμέσως κατανοητό από τους κ. Γιούνκερ, Αλμούνια και Τρισέ, όπως φυσικά και από τους δικούς μας κυβερνητικούς παράγοντες. Έτσι οι κερδοσκόποι της χρηματοπιστωτικής αγοράς άρχισαν να ηρεμούν, το πολυπαθές Χρηματιστήριο Αθηνών να ανασαίνει και το spread να επανέρχεται σε κανονικά επίπεδα.
Και καλά οι ξένοι παράγοντες και οι διεθνείς κερδοσκόποι από τη σκοπιά τους υπηρετούσαν τα όποια συμφέροντα. Οι κοινοτικοί τη σταθερότητα του ευρώ, τη συνοχή και την αξιοπιστία της ΟΝΕ. Οι αδηφάγοι κερδοσκόποι την υψηλή κερδοφορία τους. Οι δικοί μας όμως γιατί γιγάντωσαν τα προβλήματα της οικονομίας μας, τα τόνισαν στη διαπασών και τα περιέφεραν σαν αξιοθέατα στις διεθνείς αγορές; Δεν είχαν άραγε αντιληφθεί ότι έτσι δεν υπηρετούσαν τα συμφέροντα της Ελλάδας; Είναι αδιανόητο να δεχθούμε ότι απέβλεψαν αποκλειστικά και μόνον στην υποβάθμιση του έργου της προκατόχου κυβέρνησης, ώστε να ισχυριστούν μελλοντικά ότι η σημερινή κυβέρνηση πέτυχε τον άθλο να σώσει την Ελλάδα από τη χρεοκοπία. Ίσως από απειρία τους δεν υποπτεύτηκαν οι δικοί μας κυβερνητικοί αξιωματούχοι ότι ρίχνουν την ελληνική οικονομία βορά στις αγορές. Και βρήκαν την ευκαιρία -και από την ανυπαρξία αξιωματικής αντιπολίτευσης- να παίξουν κομματικό παιχνίδι. Όμως απέτυχαν και δυστυχώς έθεσαν την οικονομία μας κάτω από την κηδεμονία της ΕΕ και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Κατέστησαν την κυβέρνησή τους σκιώδη και χωρίς ευχέρεια επιλογών.
Ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου γνώριζε την πραγματική κατάσταση του δημοσιονομικού τομέα, από ενημέρωση του διοικητή της ΤτΕ κ. Προβόπουλου πολλές μέρες πριν από τις εκλογές. Γνώριζε λοιπόν τι θα παραλάβει και θα έπρεπε να είχε σχεδιάσει τη σωστή πορεία.
Το πρώτο και κύριο μέλημα του πρωθυπουργού και του οικονομικού επιτελείου του θα έπρεπε να είναι η αναζήτηση, ο εντοπισμός και η μελέτη των αιτίων που δημιούργησαν τα προβλήματα στην οικονομία μας. Και ειδικά στον τόσο ευπαθή δημοσιονομικό τομέα. Εάν έμπαιναν στον κόπο θα διαπίστωναν ότι τα προβλήματα υπήρχαν εδώ και πολλά χρόνια πριν, από το τέλος της δεκαετίας του ’80 και γιγαντώθηκαν τη δεκαετία του ’90, όταν άρχισε η τάχα προπαρασκευή της οικονομίας μας για την ένταξη στην ΟΝΕ. Από τότε άρχισε η απόκρυψη των δημοσιονομικών και των άλλων ανισορροπιών της ελληνικής οικονομίας και με τη βοήθεια της «δημιουργικής λογιστικής» (μεγάλη εφεύρεση των κυβερνήσεων Σημίτη) τα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα κρύβονταν και άνθησε τότε η εικονική πραγματικότητα, την οποία πολλές φορές είχαμε επισημάνει από τη στήλη μας αυτή τον καιρό εκείνο. Ήταν ο καιρός που η ανάπτυξη στηριζόταν στην υπερχρέωση του κράτους, των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Μια «γυμνή» ανάπτυξη, που θα έδειχνε τη γύμνια της στο άμεσο μέλλον. Μια επιφανειακή και συνεπώς προσωρινή και χωρίς «ρίζες» ανάπτυξη. Και ήρθε η οικονομική κρίση στις μέρες που στην εξουσία βρισκόταν η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή και επόμενο ήταν να προκληθεί αύξηση των δαπανών του κράτους από τα μέτρα στήριξης της πραγματικής οικονομίας. Δεν είμαστε θιασώτες της πολιτικής δημιουργίας υψηλών ελλειμμάτων, φρονούμε όμως ότι προτεραιότητα είχε και έχει η αντιμετώπιση της σημερινής κρίσης.
Πιστεύουμε απόλυτα ότι τα δημοσιονομικά προβλήματα προϋπήρχαν και απλώς η κρίση τα γιγάντωσε και τα έφερε στην επιφάνεια. Και η κομματική εκμετάλλευση των δημοσιονομικών προβλημάτων ζημιώνει αφάνταστα την οικονομία μας. Τώρα καθήκον της κυβέρνησης είναι να αποφύγουμε μια παρατεταμένη και βαθιά ύφεση.
Στις Βρυξέλλες ο υπουργός Οικονομικών δεν κατάφερε να πείσει. Και οι κοινοτικοί πιέζουν για πρόσθετα φορολογικά μέτρα μόνιμου χαρακτήρα και για παραπέρα περιορισμό των κρατικών δαπανών. Αυτή η συνταγή είναι άκρως επικίνδυνη με τη σημερινή συγκυρία. Τώρα η κυβέρνηση τέθηκε υπό την κηδεμονία της ΟΝΕ και κινδυνεύει να αποκτήσει και δεύτερο κηδεμόνα το ΔΝΤ! Στον οικονομικό τομέα θα παίζει τον ρόλο του φορομπήχτη και του υποτακτικού εκτελεστή των επιταγών του «ιερατείου των Βρυξελλών» και των υποδείξεων του ΔΝΤ. Εάν και στα εξελίξει εθνικά μας θέματα αποδειχθεί το ίδιο ευάλωτη, τότε θα είναι πλέον μια σκιώδης κυβέρνηση. Πρέπει να δείξει αντοχή στις πιέσεις. Το χρονικό διάστημα που διανύουμε είναι ιδιαίτερα κρίσιμο και για την οικονομία και για τα εθνικά μας θέματα. Με τις συνταγές των Βρυξελλών και των φωστήρων του ΔΝΤ φρονούμε ότι ο κίνδυνος να βαθύνει η κρίση είναι μεγάλος και η οικονομία μας να διανύσει μια μακρά πορεία χαμηλών ρυθμών ανάπτυξης ή και ύφεσης και να μεγαλώσει η απόκλιση του μέσου επιπέδου διαβίωσης του Έλληνα από το αντίστοιχο της Ευρωζώνης. Και στα εθνικά μας θέματα θα αντιμετωπίσουμε πιέσεις για οδυνηρές εξελίξεις. Αυτή τουλάχιστον την εντύπωση έχουμε αποκομίσει αποκρυπτογραφώντας την προ ημερών πρόσκληση του πρωθυπουργού προς τον νεοεκλεγέντα πρόεδρο της ΝΔ για συναίνεση. Ο κ. Παπανδρέου φαίνεται ότι έχει πεισθεί πως θα αντιμετωπίσει τεράστια προβλήματα και επιδιώκει να εξασφαλίσει τη συναίνεση της αξιωματικής αντιπολίτευσης στις επιλογές της κυβέρνησης για την επίλυσή τους. Καλή είναι όχι η συναίνεση στις κυβερνητικές επιλογές, αλλά η συνεννόηση για τον τρόπο αντιμετώπισης των μεγάλων και δύσκολων προβλημάτων. Και στα οικονομικά και στα εθνικά μας θέματα.
Τον ερχόμενο Φεβρουάριο η Ελλάδα κινδυνεύει να υπαχθεί στο άρθρο 104/9 της Συνθήκης του Μάαστριχτ, που σημαίνει αυστηρή επιτήρηση στην εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού και γενικά στην εκπλήρωση των όποιων δεσμεύσεων έχει ήδη αναλάβει ή θα πιεσθεί να αναλάβει. Θα μπορέσει να αντισταθεί με επιτυχία; Και πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι την αξιοπιστία της χώρας μας δεν θα την αποκαταστήσουμε με συνεχείς υποχρεώσεις σε όλα τα προβλήματα και με την «άψογη στάση». Θα τη βελτιώσουμε μόνον με τη δυναμική αντιμετώπιση των καταστάσεων.
Τελειώνοντας θα συμφωνήσουμε απόλυτα με τον φίλο πρόεδρο της Τράπεζας Πειραιώς Μιχ. Σάλλα ότι η συγκυρία απαιτεί σύνεση, συντονισμό και αποφασιστικότητα από όλους όσοι συμμετέχουν στην οικονομική και πολιτική ζωή του τόπου από υπεύθυνες θέσεις (άρθρο του στην «Καθημερινή» της 29/11/2009).
Ειδικά η οικονομία απαιτεί σύνεση και σωφροσύνη και όχι υπερβολές, υπαναχωρήσεις και αμφισβητήσεις, γιατί τέτοια συμπεριφορά διευκολύνει τα παιχνίδια των πάσης φύσεως κερδοσκόπων. Αν φυσικά δεν θέλουμε να πέσουμε θύματα μιας αχαλίνωτης κερδοσκοπίας.


Σχολιάστε εδώ