ΜΙΑ ΝΙΚΗ ΜΕ ΤΑ ΟΛΑ ΤΗΣ
Η νίκη του Αντώνη Σαμαρά στην εσωκομματική αναμέτρηση για εκλογή αρχηγού στη Νέα Δημοκρατία δεν αποτελεί έκπληξη για όσους παρακολουθούν με συνέπεια και συνέχεια τις εξελίξεις στον χώρο του μεγάλου συντηρητικού κόμματος.
Οι νεοδημοκράτες ψηφοφόροι που συνέρρευσαν στις κάλπες, παρά τα προβλήματα (τα είχαμε διαισθανθεί και περιγράψει στο φύλλο της περασμένης Κυριακής), ήθελαν, ζήτησαν και αποφάσισαν επιστροφή της ΝΔ στις ιδεολογικές της αρχές και ρίζες. Αφού το εσωκομματικό παιχνίδι παίχτηκε στη βάση αυτών των αιτημάτων, είναι προφανές ότι η κυρία Ντόρα Μπακογιάννη δεν είχε καμία τύχη. Δεν ευτύχησε όπως ο πατέρας της να βρεθεί στο κοινωνικό αίτημα των συντηρητικών πολιτών για σύντομη επιστροφή στην εξουσία, που περνούσε από την εξόντωση του τότε ηγέτη της χώρας, Ανδρέα Παπανδρέου. Διότι ο Κων. Μητσοτάκης είχε επιλεγεί μόνο γιʼ αυτόν τον σκοπό και λόγο. Το ΠΑΣΟΚ κυβερνούσε ήδη τρία χρόνια όταν μετά την παραίτηση από την ηγεσία του ασθενούντος Ευαγγέλου Αβέρωφ επελέγη (Σεπτέμβριος 1984) ο κ. Μητσοτάκης για αρχηγός της παράταξης. Η ΝΔ ήταν βαθιά θιγμένη τόσο από τη βαριά ήττα του Οκτωβρίου 1981 (με 12 ποσοστιαίες μονάδες διαφορά) όσο και από τη σταδιακή απώλεια του ελέγχου του κράτους και του Δημοσίου από τους ανθρώπους της, αφού κεντρώας και αριστερής καταγωγής πολίτες άρχισαν να έχουν πρόσβαση στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ακόμα και στα σώματα ασφαλείας. Κάτι που ως το 1981 ήταν από δύσκολο έως αδύνατο.
Αντιθέτως, η κυρία Μπακογιάννη προσπάθησε να εκλεγεί στην αρχηγία της ΝΔ, ενώ η νίκη του άλλου κόμματος στις εκλογές είχε συμβεί μόλις πριν από δύο μήνες. Για την ακρίβεια, λιγότερο από δύο μήνες. Έτσι, η συγκυρία δεν ήταν καλή για να τεθεί το ερώτημα «ποιος μπορεί να κερδίσει τις εκλογές και να μας ξαναφέρει στην εξουσία», κι εκεί ίσως να επικρατούσε του αντιπάλου της. Αν και (ακόμα κι αυτό) είναι μια υπόθεση εργασίας. Τώρα για τους νεοδημοκράτες ήταν προτεραιότητα και απαίτηση η αποκατάσταση της χαμένη τιμής του κόμματος από ξένα στοιχεία (έτσι όπως οι ίδιοι τα αντιλαμβάνονται), από «βατοπεδινούς», κουμπάρους, Ζήμενς και διάφορα διαπλεκόμενα. Ο Α. Σαμαράς έμοιαζε ο πιο κατάλληλος για να υπερασπίσει και να ανακτήσει ίσως τη χαμένη τιμή της παράταξης, αλλά και για να βάλει τα πλαίσια αναδιάρθρωσης και σύνθεσης του πολιτικού της προφίλ και λόγου. Ξέχναγαν πολλοί πριν από αυτήν την εκλογή ότι ο μεσσήνιος πολιτικός, πολιτικό τέκνο του Ευ. Αβέρωφ, ήταν σάρκα από τη σάρκα της ελληνικής Δεξιάς, γνήσιος γόνος μεγαλοαστών, αλλά με έμφυτη λαϊκότητα, και όχι (απο)κτηθείσα «για ώρα ανάγκης», ουσιαστικός δημιουργός της ΟΝΝΕΔ. Στοιχεία που εύκολα μπορούσαν να ισοσταθμίσουν στην ευρεία δεξιά συνείδηση το γεγονός ότι έριξε το 1993 την κυβέρνηση Μητσοτάκη και δημιούργησε την Πολιτική Άνοιξη.
Οι πολιτικές αυτές ατασθαλίες Σαμαρά συγχωρήθηκαν πολύ πιο εύκολα από την οικογενειακή και πολιτική καταγωγή της Ντόρας Μπακογιάννη, όσο κι αν δεν ευθύνεται η ίδια γιʼ αυτές.
Κάτι άλλο όμως που έβλαψε ευθέως την κυρία Μπακογιάννη ήταν η ταύτισή της με όλα εκείνα τα πρόσωπα και τις πολιτικές που θεωρήθηκαν υπεύθυνα για τον εκφυλισμό της ΝΔ και τη σαρωτική ήττα στις εκλογές. Το γεγονός ότι στοιχήθηκαν πίσω και πλάι της όλα τα πρωτοκλασάτα στελέχη της ΝΔ και σημαντικοί πολιτικοί συνεργάτες του Κ. Καραμανλή δεν την ωφέλησε όπως ίσως ήλπιζε το στενό της περιβάλλον (ότι δήθεν έτσι θα αποκτούσε καραμανλική ασπίδα), αλλά αντιθέτως την έβλαψε, αφού θεωρήθηκε και εκείνη μέρος τους συστήματος που απέτυχε, αφού αυτό το σύστημα ήταν που τη στήριζε και την προωθούσε.
Εδώ να προσθέσουμε ότι ακούστηκε από άτοπο έως γελοίο το επιχείρημα ότι «τη χτυπάνε τα μεγάλα συμφέροντα» γιατί δεν θέλουν να εκλεγεί εκείνη, και τούτο διότι η εικόνα που έχει δημιουργηθεί είναι ότι η συγκεκριμένη πολιτικός κάθε άλλο παρά σε ρήξη βρίσκεται με τα «συμφέροντα». Το ύφος της, μάλιστα, η εκφορά του λόγου, μια γλυκερή χροιά φωνής, ένα αμήχανο κρύο (δήθεν με πολλά υπονοούμενα…) χαμόγελο όταν αναφερόταν σε συναφή θέματα, μάλλον της έκαναν κακό παρά έπειθαν.
Έχουμε ξαναπεί ότι καλό είναι ο καθένας να «κεντάει» στον καμβά που μπορεί, εκεί όπου είναι καλός, εκεί όπου έχει επιδόσεις. Όπως ήταν λάθος η αναφορά του Α. Σαμαρά στην «ενότητα» (αν απέφευγε ανάλογα επιχειρήματα, ίσως κέρδιζε με μεγαλύτερη άνεση), έτσι ήταν λάθος και η επίκληση της Ντόρας Μπακογιάννη για στήριξή της από τους πολίτες εναντίον των συμφερόντων που την πολεμούν, μια και αυτά είχαν γίνει αντιληπτά (;) μόνο από την ίδια.
Η επόμενη μέρα βρίσκει τη ΝΔ με νέα δεδομένα και άλλα αιτήματα. Κανείς δεν ζήτησε από τον Α. Σαμαρά «κάνε μας κυβέρνηση αύριο». Του ζήτησαν όμως όλοι να τους δώσει τη χαμένη ιδεολογική τους ταυτότητα και μια ασφαλή γραμμή πλεύσης. Θα δείξει αν και τι μπορεί να κάνει.