Επικαιρότητα
1 Διαρχία στην ΕΕ, πρόδρομο στοιχείο του χάους. Επικεφαλής της ΕΕ ο νεοεκλεγείς Πρόεδρος Χέρμαν Βαν Ρομπέι, πρωθυπουργός του Βελγίου μέχρι τώρα, και ο Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο επικεφαλής της Κομισιόν. Με συγκεχυμένες τις αρμοδιότητες του επικεφαλής της ΕΕ και του προέδρου της Κομισιόν. Η Άνγκελα Μέρκελ και ο Νικολά Σαρκοζί, ισχυρές πολιτικές προσωπικότητες, δεν ήθελαν Πρόεδρο του ιδίου διαμετρήματος με αυτούς και διεθνούς εμβέλειας. Και γι’ αυτό προτίμησαν να στηρίξουν τον άγνωστο στο ευρύ διεθνές κοινό Χέρμαν Βαν Ρομπέι, που είναι ήπιων τόνων και περιορισμένης δραστηριότητας. Και οι εξουσίες του είναι περιορισμένες. Έτσι οι άλλες μεγάλες δυνάμεις, όπως ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα δεν θα είναι εύκολο να συνεννοηθούν για κάποιο διεθνές πρόβλημα με την ΕΕ. Σε ποιον να τηλεφωνήσουν και να απευθυνθούν; Στον Ρομπέι ή στον Μπαρόζο; Στην επιλογή του Προέδρου της ΕΕ οι ΗΠΑ υπέστησαν ήττα. Ο εκλεκτός τους Τόνι Μπλερ δεν κατάφερε να εκλεγεί. Έτσι τώρα η ισχύς της Μέρκελ και του Σαρκοζί παραμένει αλώβητη. Όπως επισημαίνουν και οι «Times» της Νέας Υόρκης, η επιλογή προσώπου σχετικά άγνωστου στον υπόλοιπο κόσμο αναδεικνύει περισσότερο τα προβλήματα της Ευρώπης και όχι την ετοιμότητά της να βαδίσει ενωμένη και ισχυρή και να καταλάβει θέση στην παγκόσμια σκηνή. Γενικά στη διεθνή κοινότητα δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι οι αλλαγές σε θεσμούς και πρόσωπα που σημειώθηκαν τις μέρες αυτές στη δομή της εξουσίας της ΕΕ, δεν θα επηρεάσουν παρά ελάχιστα την ευρωπαϊκή πολιτική, στην άσκηση της οποίας θα εξακολουθούν να κυριαρχούν οι φωνές των τριών ισχυρών ηγετών, δηλαδή της Μέρκελ, του Σαρκοζί και του Μπράουν.
Στη συνέντευξη Τύπου που έδωσε την περασμένη εβδομάδα ο Ρομπέι τόνισε ότι ο ρόλος του είναι να δώσει συνέχεια, συνοχή και προοπτική στο έργο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και να επιτύχει την αληθινή αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών. Και επεσήμανε ότι οι προσωπικές του απόψεις δεν πρόκειται να επηρεάσουν τις αποφάσεις του ως ηγέτη της ΕΕ. Και γνώμονα των αποφάσεών του θέτει την αρχή ότι η ΕΕ πρέπει να λειτουργεί προς όφελος κάθε κράτους μέλους. Σαν προγραμματικές δηλώσεις τα λόγια αυτά του Ρομπέι είναι άριστα. Όμως η εμπειρία απέδειξε ότι σε πάρα πολλές περιπτώσεις και ακανθώδη προβλήματα, οι αποφάσεις δεν έχουν καμιά σχέση με τις προγραμματικές δηλώσεις και δεν απηχούν τις απόψεις του ηγέτη που έχει την ευθύνη στη λήψη της απόφασης. Κάποιοι άλλοι αστάθμητοι παράγοντες, κάποιες ισχυρές πιέσεις, κάποια συμφέροντα υπεισέρχονται στη λήψη της. Επομένως οι ηγέτες μπορεί να έχουν «το μεν πνεύμα πρόθυμον, τη δε σάρκα ασθενή».
2Η εισβολή Αμερικανών και Βρετανών στο Ιράκ. Η ιστορία της εισβολής των αμερικανικών και των βρετανικών δυνάμεων στο Ιράκ ανατρέπεται πλήρως μετά την κατάθεση του σερ Κρίστοφερ Μέγερ στην Εξεταστική Επιτροπή για τη βρετανική ανάμειξη στον πόλεμο του Ιράκ, την Πέμπτη 26 Νοεμβρίου. Ο Μέγερ ήταν πρεσβευτής της Βρετανίας στην Ουάσινγκτον την επίμαχη περίοδο που ελήφθη η απόφαση της εισβολής και έγινε η πραγματοποίησή της. Και από τη θέση που κατείχε τότε ήταν κάτοχος όλων των μυστικών που συνοδεύουν αυτήν την απόφαση των δύο μεγάλων δυνάμεων. Στην όλη ιστορία της εισβολής υπάρχουν χάσματα, και το κυριότερο ήταν η πλάνη ότι ο Σαντάμ Χουσεΐν ήταν κάτοχος χημικών όπλων επικίνδυνων για την ανθρωπότητα. Ο κ. Μέγερ κατέθεσε ότι και ο Μπους και ο Μπλερ γνώριζαν ότι ο Σαντάμ όχι μόνο δεν είχε δραστικά χημικά όπλα, αλλά ούτε τα συμβατικά. Και συνεπώς το Ιράκ ήταν εντελώς άοπλο και ανοχύρωτο. Η αρχική απόφαση του Μπους ήταν η αλλαγή καθεστώτος στο Ιράκ και όχι η διεξαγωγή πολέμου. Σ’ αυτήν την απόφαση ο Τόνι Μπλερ είχε συμφωνήσει από τον Απρίλιο του 2002, όταν συναντήθηκε με τον Μπους στο ράντσο του στο Τέξας.
Όμως με την επέμβαση και τις πιέσεις του τότε υπουργού Άμυνας Ράμσφελντ και του υφυπουργού Γούλφοβιτς, ο Μπους μεταπείστηκε και αποφάσισε τον πόλεμο εναντίον του Ιράκ με την πρόφαση ότι υπήρχαν χημικά όπλα. Ο Μπλερ πείστηκε από τον Μπους να ευθυγραμμιστεί με την απόφαση της διεξαγωγής πολέμου και μάλιστα ανέλαβε να πείσει τις κυβερνήσεις των αραβικών κρατών ότι ο Σαντάμ και τα όπλα του ήσαν κίνδυνος για την ανθρωπότητα. Βέβαια δεν κατάφερε να πείσει κανέναν με τα ψευδή ντοκουμέντα που τον είχαν εφοδιάσει οι ΗΠΑ. Αλλά όμως η προσπάθειά του, σε συνδυασμό και με το σφάλμα του Σαντάμ να μη δεχθεί τους επιθεωρητές του ΟΗΕ (που είχαν πάει στο Ιράκ κατ’ εφαρμογή της απόφασης 1.441 του Συμβουλίου Ασφαλείας) για να ελέγξουν την ύπαρξη ή όχι χημικών όπλων, αποτέλεσε τη βάση νομιμοποίησης της εισβολής.