«ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ» ΠΑΛΑΙΑΣ ΚΑΙ ΝΕΑΣ ΚΟΠΗΣ!
Πρωταγωνιστές «παλιάς και νέας κοπής» είναι οι φιλοξενούμενοι σήμερα, γνωστοί για τις ιδιαιτερότητες, διαφορετικού μεγέθους και είδους, που παρουσιάζει η πρωταγωνιστική ιδιότητα του καθενός.
Αντώνης, ο «αναβαπτισμένος»!
Στη σημερινή τελευταία Κυριακή ενός αμφιλεγόμενου από κάθε άποψη φθινοπώρου, η Νέα Δημοκρατία θα αποκτήσει το νέο της αρχηγό που, σύμφωνα με τις προβλέψεις (που και αυτές παίζονται μέχρι της δύσεως του ηλίου), δεν θα είναι άλλος από τον Αντώνη Σαμαρά, άσχετα αν με αυτό το αποτέλεσμα συμφωνούσαν οι περισσότερες δημοσκοπήσεις, για τις οποίες και ας μου το συγχωρήσουν οι σύγχρονες Κασσάνδρες, από ελάχιστη μέχρι και καθόλου εμπιστοσύνη τους έχω. Τόσο όμως από την εμφάνιση που παρουσιάζει μια μισοδιαμελισμένη παράταξη όσο και από την ανάγκη απαλλαγής από την παγκοσμίου πρωτοτυπίας κληρονομική και ενοικιοστασιακή αρχηγική παθογένεια που την οδήγησαν στο εκλογικό «νοκ άουτ» του περασμένου Οκτωβρίου, ετούτος ο Αντώνιος, ο «αναβαπτισμένος» από τη για ένα διάστημα νηστεία και προσευχή ως αιρετικού, είναι για τη Νέα Δημοκρατία η καλύτερη λύση.
Παρά τις αταξίες του και τις ανυπακοές του -και εντάξει δεν θα το σκοτώσουμε το παιδί, άλλοι έχουν κάνει πολύ χειρότερες-, επανέρχεται τώρα για να διεκδικήσει τον θρόνο ενός ξεχαρβαλωμένου βασίλειου, ανάλογου με εκείνο του «παραμυθιού χωρίς όνομα» της Πηνελόπης Νουδέλτα, ένεκα που και η ΝΔ ειδικεύεται στο παραμύθιασμα γενικώς. Και ίσως είναι μια ευκαιρία να μεταβαπτιστεί και αυτή και από «Νέα», που δεν είναι πια και τόσο νέα, να μετονομαστεί Μεσόκοπη Δημοκρατία και με την αισθητική επέμβαση του κ. Φουστάνου αποκτήσει μια όψη πιο φρέσκια και ορεκτική, έτσι ώστε και επανερχόμενη στο ενδιαίτημα του Μαξίμου βοηθήσει και τους εναπομείναντες εκτός νυμφώνος και off shore βαρόνους και βαρβαρονέτους να δουν και αυτοί μιαν άσπρη μέρα διότι δεν πρόλαβαν, βλέπεις, να τη δουν όλοι μια και περί της «άσπρης μέρας» είναι όλος ο καβγάς για το πάπλωμα της εξουσίας.
Θα μου πεις, αντιρρησία αναγνώστη, τόσο βέβαιος είμαι για την καταλληλότητα του Αντώνη; Όχι, ρε φίλε, για κανέναν πολιτικό δεν μπορείς να είσαι βέβαιος, όταν ξέρεις ότι το καλύτερο όπλο του είναι η απλοχεριά των υποσχέσεων και πώς να τις εγγυηθούν όταν το συμβόλαιο που υπογράφουν κάθε φορά με τον λαό δεν περιέχει καμιά ρήτρα, εκτός από την ποινή της επιστροφής στη Ραφήνα τους, καμιά φορά μάλιστα και πριν να λήξει η θητεία τους.
Λέμε όμως για τον Αντώνη, τον «αναβαπτισμένο», μια και οι καλύτερες λύσεις έχουν γίνει πιο σπάνιες από την περίπτωση να βρεις κι εσύ καταχωνιασμένο θησαυρό από τους Γερμανούς, στην αυλή του σπιτιού σου, όπως σ’ εκείνη την ταινία του Βέγγου που έκανε τον κουρέα στην Πλάκα και τι πάω τώρα και θυμάμαι…
Τι φταίω όμως, αφού, είτε για Αντώνη πρόκειται είτε για Θανάση, χωρίς καλό σενάριο ούτε παλιά καλή ελληνική ταινία γίνεται ούτε και μεσόκοπη Δημοκρατία…
Παύλος, ο «νεοβαπτισμένος»!
Μόλις βγαλμένος από την κολυμπήθρα της υπουργικής ονομασίας και από τους νέους πρωταγωνιστές ο κ. Παύλος Γερουλάνος, με σπουδές πανεπιστημιακές σε Ματσατσούτσες και Ορλεάνη, με σκέψη ανήσυχη, μετρημένη και «προχώ», αλλά και με υπερυπουργικές αρμοδιότητες, όχι απλώς «ντουμπλάροντας» αλλά «τριμπλάροντας» στο έργο που έκανε πρεμιέρα από το πρώτο δεκαήμερο του Οκτώβρη, αλλά χωρίς ακόμα να έχει ανοίξει ταμείο.
Έχοντας ακόμα κάθε πρωί το πρόβλημα για το ποιο κοστούμι να φορέσει για την παράσταση της ημέρας. Την καλλιτεχνικο-πολιτιστική χλαμύδα για να ανταποκριθεί στα χίλια τόσα προβλήματα, μοιράζοντας τον διαθέσιμο χρόνο ανάμεσα σε θέατρα με απλωμένα χέρια, σε κινηματογραφικούς σκηνοθέτες με ομίχλες και πείσματα, σε κατασπαταλημένα ταμεία λυρικών σκηνών, σε προβληματικούς αρχαιολογικούς χώρους, σε ασυλλόγιστες φεστιβαλικές επιλογές και ποια να πιάσει και ποια να μην αφήσει;
Όπως το ίδιο δύσκολο το αν πρέπει να φορέσει την υπουργική αθλητική φανέλα και να μπλεχτεί με όλο εκείνο το ποδοσφαιρικό μπάχαλο, με το από εποχής Καραϊσκάκη αδιερεύνητο παρασκήνιο της κάθε παράγκας; Χώρια που μέσα στο ίδιο ημερήσιο πρόγραμμα θα πρέπει να παίξει και τον τηλεοπτικό του ρόλο και να φορτωθεί και τα προβλήματα του αμαρτωλού ραδιομέγαρου της Αγίας Παρασκευής, με ένα κοστούμι που όταν είναι λίγα τα κουμπιά περισσεύουν οι κουμπότρυπες και όταν οι κουμπότρυπες είναι λίγες περισσεύουν τα κουμπιά. Και μαζί με αυτά να έχει φορτωθεί και το βαρύ φορτίο του τουρισμού, που, ενώ έχει ανατεθεί, υποτίθεται, στην κ. Άντζελα Γκερέκου, για την ώρα παραμένει με το χαρτοφυλάκιο σε επιφυλακή και είναι σαν να παίζει, διότι και λαμπερή ηθοποιός η ίδια, σε ταινία χωρίς σενάριο ή σαν να της έχουν προσφέρει για κολατσιό σουβλάκι μόνο με το καλαμάκι και να έχουν ξεχάσει να βάλουν και το ψαχνό.
Καμιά αντίρρηση ότι «ο πολιτισμός δεν πρέπει να πάψει να ελέγχει το κράτος», δικά του λόγια και μπράβο του, όπως και ποιος θα έλεγε «όχι» στο «καλύτερα αργότερα, παρά στα μουλωχτά για όποιο νομοσχέδιο». Και ακόμα ότι «ο πολιτισμός πρέπει να χρηματοδοτείται όσο και η παιδεία», διότι με τον πολιτισμό γίνεται καλύτερη η παιδεία, όπως και η σωστή παιδεία είναι το θεμέλιο του πολιτισμού. Καλά και άξια όλα αυτά, μόνο που θα πρέπει να αρχίσουν κάποτε να δουλεύουν και οι μηχανές, για να μη θυμηθούμε εκείνο το μακάβριο «η εγχείρηση πέτυχε, αλλά τα τίναξε ο ασθενής»…
Διονύσης,
ο «εξηνταβαπτισμένος»!
Στα 20 τους χρόνια δεν είναι λίγοι εκείνοι που θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο, μόνο που για τους περισσότερους, όταν περάσουν από πάνω τους 40 χρόνια, γίνεται το ανάποδο. Τους έχει αλλάξει ο κόσμος. Σίγουρα όμως μέσα σ’ αυτούς τους μεταλλαγμένους δεν ανήκει ο Διονύσης Σαββόπουλος. Ο Νιόνιος παρέμεινε αμετάλλακτος, πάντα ίδιος, σαν «βαφτιστήρι της κολυμπήθρας των σίξτις» και αυτό είναι το πιο σπουδαίο του κατόρθωμα.
Τον θυμάμαι όταν κατέβηκε με την κιθάρα του από τη Σαλονίκη, τον είχαμε πρωτακούσει παρέα με τον Κώστα Πρετεντέρη, στιχουργός και εκείνος και καθόλου εύκολος στους ενθουσιασμούς του, ύστερα από το 2ο και το 3ο τραγούδι, γυρίζει και μου λέει:
«Αυτός δεν είναι τυχαίος, θα γράψει ιστορία».
Ο Διονύσης ήταν γεννημένος πρωταγωνιστής, από τους καλύτερους παλιάς κοπής και δεν βλέπω την ώρα να τον χειροκροτήσω στις συναυλίες του που ετοιμάζει, μέσα στον Δεκέμβρη, στο «Παλλάς» και λυπάμαι που δεν θα είμαστε πάλι μαζί με τον αξέχαστο φίλο που έφυγε για να γυρίσει και να μου ξαναπεί «είδες που σου τα ‘λεγα; Μόνο που δεν έγραψε μια ιστορία, αλλά έγραψε τις ιστορίες μας…».
Και με την ευκαιρία θέλω να τον ευχαριστήσω για τις όσες φορές τραγούδια του, όπως η «Συννεφούλα» του, ο «Ντιρλαντάς» του και το «Σαν τον Καραγκιόζη», μας έδωσαν αφορμές για μερικά από τα καλύτερά μας νούμερα στην επιθεώρηση.
Να είσαι καλά, ακούραστε εκδρομέα του ’60!
Γιώργος, ο «μεταβαπτισμένος»!
Ποτέ δεν είναι αργά! Το άργησε αλλά τελικά το αποφάσισε και λέω για τον Γιώργο Κωνσταντίνου, που φέτος κάνει το «μεγάλο πήδημα» παίζοντας σε ένα έργο δύσκολο, γραμμένο για έναν γεννημένο «πρωταγωνιστή», τον «Αμπιγέρ» του Ρόναλντ Χάργουντ, που το σκηνοθετεί ο πολύ άξιος Νίκος Μαστοράκης (όχι ο τηλεοπτικός, ο άλλος) σε μια πολύ δύσκολη παράσταση. Ο Γιώργος Κωνσταντίνου είναι φίλος μου 47 χρόνια και δεν είναι λίγα. Από τότε που έπαιξε σε δική μου ταινία, την «Αυτό το κάτι άλλο», σε ένα ρολάκι που όσο προχωρούσε το γύρισμα το «ρολάκι» μεγάλωνε και έγινε σχεδόν πρωταγωνιστής.
Γίναμε φίλοι, αλλάξαμε ιδέες και ύστερα από έναν χρόνο γράψαμε μαζί το σενάριο της ταινίας «Άνθρωπος για όλες τις δουλειές», δίνοντάς του και την ευθύνη της σκηνοθεσίας και μιλάμε για μια εποχή που η παραγωγή μιας ταινίας δεν επέτρεπε πειραματισμούς. Το πείραμα πέτυχε και ο Γιώργος Κωνσταντίνου έδειξε το πολύπλευρο ταλέντο του συγγραφέα, του σκηνοθέτη και του ερμηνευτή, πολλές φορές σπαταλημένο σε δουλειές κατώτερες της αξίας του, όχι όμως χωρίς και φωτεινές εξαιρέσεις.
Χαίρομαι που φέτος περνάει σε ένα άλλο είδος θεάτρου, όπως είναι ο «Αμπιγέρ» που χρειάζεται κότσια για να τον παίξεις. Είναι στο θέατρο «Κάππα», που από φέτος έπαψε να ανήκει στο Εθνικό Θέατρο και αποτελεί επιλογή του Άλκη Κούρκουλου, ένα μπράβο και γι’ αυτόν. Μην το χάσετε. Ευκαιρία να δείτε έναν άλλον πρωταγωνιστή Γιώργο Κωνσταντίνου, παλιάς συλλεκτικής κοπής.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ
***
Ο ΣΠΥΡΟΣ ΚΑΙ Ο ΤΖΙΜ!
Δεν είναι η πρώτη φορά που μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες του Χόλιγουντ, η Τουέντιθ Σέντσουρι Φοξ, έχει εμπιστευθεί τις τύχες της σε ελληνικά χέρια, με αποτέλεσμα να σημειώνει μεγάλες επιτυχίες. Λέμε για τον Τζιμ Γιαννόπουλο, ελληνικής καταγωγής, που από τη θέση του προέδρου της δίνει τη μάχη του στον αγώνα ζωής που αντιμετωπίζει κάθε τόσο η βιομηχανία του κινηματογράφου.
Στον ίδιο ρόλο όμως, πριν από 55 χρόνια, προηγήθηκε ένας άλλος Ρωμιός, που με τη δυναμική της πρωτοβουλίας του είχε κυριολεκτικά σώσει τον κινηματογράφο από τη χρεοκοπία κάτω από την απειλή της τηλεόρασης, τότε που οι κινηματογραφικές αίθουσες της Αμερικής έκλειναν η μία μετά την άλλη και που την ίδια τύχη θα είχαν και στον υπόλοιπο κόσμο.
Ήταν ο Σπύρος Σκούρας, ο τότε πρόεδρος της Φοξ, που επιβάλλοντας το σινεμασκόπ με τον στερεοφωνικό ήχο, του είχε δώσει το «φιλί της ζωής», βγάζοντας την οθόνη από τα παλιά της καλούπια σε μια εκτεταμένη οθόνη δυόμισι φορές πιο απλωμένη από την παλιά και με έναν ολοζώντανο ήχο που νόμιζες ότι η Μέριλιν Μονρόε και ο Ρίτσαρντ Μπάρτον ήταν δίπλα σου και σου μιλούσαν.
Αναγκάζοντας έτσι τους κινηματογράφους και των 5 ηπείρων να γκρεμίσουν τις παλιές τους οθόνες για να φιλοξενήσουν την καινούργια όψη της εικόνας και να επαναφέρουν έτσι τους θεατές στις σκοτεινές αίθουσες.
Χωρίς για όλα αυτά να ακουστεί λέξη αναφοράς για τον παλιό Έλληνα πρόεδρο στην πρόσφατη επίσκεψη του Τζιμ Γιαννόπουλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, μιλώντας για να διαφημίσει μια νέα ταινία που γυρίζει ο σκηνοθέτης Τζέιμς Κάμερον, χρησιμοποιώντας τον τρισδιάστατο κινηματογράφο, δηλαδή μια παλιά τεχνική που χρησιμοποιήθηκε και στο παρελθόν χωρίς καμιά επιτυχία, γι’ αυτό και εγκαταλείφθηκε. Η διαφορά είναι ότι τώρα χρησιμοποιήθηκε η ψηφιακή τεχνολογία, όπου με στόχο τη μείωση των εξόδων παραγωγής, θα μειωθεί αισθητά και το κόστος του ανθρώπινου παράγοντα. Και με άλλα λόγια δηλαδή όπου παραπάνω ένα κουμπί τόσο λιγότεροι οι άνθρωποι, που σημαίνει αντί για το αληθινό το «αληθοφανές» και αντί για το ανθρώπινο τα «ζόμπι».
Αντίθετα δηλαδή με την τακτική εκείνου του «μπιγκ μπος», όπως συνηθίζαμε να τον λέμε όλοι εμείς οι άνθρωποι του «Σκουρέικου», ότι ο ανθρώπινος παράγων είναι εκείνος που ζωντανεύει κάθε φορά το ενδιαφέρον του κοινού, ενώ τώρα στον τρισδιάστατο με «πρωταγωνίστρια» την ψηφιακή τεχνολογία και σύμφωνα πάντα με τις ανακοινώσεις του νεότερου συμπατριώτη μας «αντί ο θεατής να βλέπει το τέρας να έρχεται κατά πάνω του, τώρα θα μπαίνει ο θεατής μέσα στο τέρας» και ποιος μας πιάνει.
Τέτοια χαριτωμένα και φέρτε μας κι άλλα τέρατα και τερατογενή και τερατόμορφα, για να προχωρήσουμε κι εμείς με τη σειρά μας στην ολοκληρωτική μας τερατομετάλλαξη.
Και κάτι ακόμα. Ο συμπατριώτης μας δήλωσε ότι «δεν υπάρχει καμιά συνωμοσία της CIA εναντίον του ευρωπαϊκού σινεμά και των μικρών εθνικών κινηματογράφων. Κανείς δεν ενδιαφέρεται και αθώα η CIA λόγω ελλείψεως επαρκών στοιχείων»!
Είπαμε να λέμε για τέρατα, κύριε πρόεδρε, αλλά όχι και τερατολογίες.
Γ. Λ.