ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 2010: ΣΤΟΧΟΣ Η ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΕ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΓΟΡΩΝ

Ο προϋπολογισμός του 2010 έχει τον χαρακτήρα μιας τυπικής κυβερνητικής πράξης προσωρινού χαρακτήρα, καθώς ο ίδιος ο υπουργός Οικονομικών που τον κατάρτισε και τον κατέθεσε στη Βουλή έσπευσε να τον αποδυναμώσει. Ο κ. Παπακωνσταντίνου δεν απέκλεισε την πιθανότητα μιας σύντομης αλλαγής του προϋπολογισμού. Φυσικά, ανάλογα με τις πιέσεις και την αποδοχή του από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις αγορές. Είναι ένας προϋπολογισμός που δεν αποτυπώνει τη δημοσιονομική πολιτική της κυβέρνησης, αλλά καταρτίστηκε αποκλειστικά και μόνον για να πληρωθεί το γράμμα του Συντάγματος, ενώ το πνεύμα της σχετικής συνταγματικής επιταγής θέλει τον προϋπολογισμό εκφραστή της δημοσιονομικής συμπεριφοράς του κράτους, δηλαδή της κυβέρνησης. Πώς είναι δυνατόν να κρίνεις ένα κατασκεύασμα που ο ίδιος ο δημιουργός του, σαν τον Κρόνο, το καταβρόχθισε; Από την άποψη αυτή περιττεύει να παραθέσουμε τις προβλέψεις και τους σχεδιασμούς του νέου προϋπολογισμού. Και απορούμε τι άραγε έχει να πει στη Βουλή ο εισηγητής του κυβερνώντος κόμματος για τις αρετές τού υπό ψήφιση προσωρινού προϋπολογισμού. Θα περιοριστούμε λοιπόν να παραθέσουμε τα γενικά χαρακτηριστικά του και μόνον.

Επίπονο το έργο του υπουργού των Οικονομικών, καθώς στον προϋπολογισμό του 2010 έπρεπε να ισορροπήσει μεταξύ των αναγκών της ελληνικής οικονομίας, των αιτημάτων του λαού που φρόντισε προεκλογικά να τα γιγαντώσει το ΠΑΣΟΚ και των πιέσεων της ΕΕ και των αγορών. Το δίλημμα για την κυβέρνηση ήταν τρομερό. Ποιον να ικανοποιήσει; Τον Αλμούνια και τις αγορές που ζητούσαν δημοσιονομική πειθαρχία, τον λαό που απαιτούσε την τήρηση των υποσχέσεων ή την ελληνική οικονομία που χρειαζόταν μέτρα στήριξης για την αντιμετώπιση των συνεπειών της οικονομικής κρίσης; Αν οι πληροφορίες αληθεύουν, στο Υπουργικό Συμβούλιο διαμορφώθηκαν δύο τάσεις. Η πρώτη, με βασικούς υποστηρικτές τους Χ. Παμπούκη, Μ. Χρυσοχοΐδη, Ά. Διαμαντοπούλου και Π. Μπεγλίτη, θεωρεί ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να είναι όμηρος των προεκλογικών δεσμεύσεων του κυβερνώντος κόμματος. Έτσι θεσπίζεται μια ιδιότυπη ασυλία για τσάμπα προεκλογικές υποσχέσεις με εφαρμογή του δόγματος «χορτάστε με λόγια τον λαό»! Επομένως ο προϋπολογισμός πρέπει να ευθυγραμμιστεί με τις παραιτήσεις (και πιέσεις) της ΕΕ και των αγορών για δραστική μείωση του ελλείμματος και του δημοσίου χρέους. Σεβαστές μόνον οι απαιτήσεις των κερδοσκόπων της αγοράς και όχι τα δίκαια αιτήματα του λαού και οι αναπτυξιακές ανάγκες της οικονομίας! Η δεύτερη τάση πρεσβεύει ότι προτεραιότητα έχει η αναπτυξιακή οικονομική πολιτική, που πρέπει να είναι εργαλείο για την αντιμετώπιση της σημερινής οικονομικής κρίσης. Θεωρεί ότι η κυβέρνηση (και το ΠΑΣΟΚ) πρέπει να υλοποιήσει το προεκλογικό πρόγραμμα και ότι το κόστος για την αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας δεν πρέπει να το πληρώσουν οι οικονομικά αδύναμοι πολίτες. Εκφραστές της τάσης αυτής είναι η Λ. Κατσέλη, ο Ευάγγ. Βενιζέλος, ο Α. Λοβέρδος, η Μ. Ξενογιαννακοπούλου, που ήταν βασική η συμβολή της στη σύνταξη του προεκλογικού προγράμματος του ΠΑΣΟΚ, και ο Χρ. Παπουτσής, που ευθαρσώς ζήτησε να αναθεωρήσει η κυβέρνηση την απόφασή της για πάγωμα των μισθών και των συντάξεων. Τελικά ο πρωθυπουργός επέλεξε τον «τρίτο δρόμο»: όχι στη σκληρή πολιτική της ταχείας μείωσης των ελλειμμάτων. Προς το παρόν τουλάχιστον, γιατί αργότερα δεν μπορεί κανείς να εγγυηθεί ποια από τις τάσεις αυτές θα επικρατήσει.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο των αντίθετων τάσεων στην κυβέρνηση και στο ΠΑΣΟΚ γεννήθηκε ο προσωρινός προϋπολογισμός του 2010. Και είναι προσωρινός γιατί ουσιαστικά βρίσκεται σε πλήρη εξάρτηση από τις επιδιώξεις ισχυρών κερδοσκόπων της χρηματοπιστωτικής αγοράς. Και για την εξάρτηση αυτή μεγάλο μέρος της ευθύνης φέρουν οι κυβερνήσεις Καραμανλή και η σημερινή. Οι κυβερνήσεις Καραμανλή την πενταετία 2004-2009 διεύρυναν τις δημοσιονομικές ανισότητες και τις απέκρυψαν με τη μεθοδολογία της «δημιουργικής (του χάους) λογιστικής», όπως την είχαν διδάξει οι κυβερνήσεις Σημίτη. Η σημερινή κυβέρνηση έριξε νερό στον μύλο των διεθνών κερδοσκόπων. Ο πρωθυπουργός μίλησε για κίνδυνο χρεοκοπίας της οικονομίας μας, ενώ γνωρίζει άριστα ότι τη σημερινή εποχή τα κράτη δεν κηρύσσονται σε χρεοκοπία. Έχουν δημιουργηθεί ικανές ασφαλιστικές δικλείδες. Και ο υπουργός Οικονομικών μίλησε στο Eurogroup και στο ECOFIN για έλλειμμα το 2009 της τάξης του 10,5%. Βέβαια αυτή η πρόβλεψη δεν ήταν υπερβολική, όμως άναψε το πράσινο φως, σε συνδυασμό με την πρωθυπουργική δήλωση περί χρεοκοπίας, για τη μείωση (υποβάθμιση) της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας και για τη «σκληρή» επιτήρηση της δημοσιονομικής διαχείρισης από τους «λογιστές των Βρυξελλών» και την υπαγωγή της χώρας μας στις διατάξεις του άρθρου 104.9. Οι κυβερνητικές αυτές ενέργειες ήσαν άστοχες και, όπως πολύ σωστά επισημαίνει και ο «Economist», αυτήν τη στιγμή τα μακροοικονομικά στοιχεία δουλεύονται από τη σημερινή κυβέρνηση με στόχο να απαξιώσουν την προηγούμενη κυβέρνηση της ΝΔ και να τονίσουν τα επιτεύγματα της τωρινής κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Αυτό όμως είναι αντίθετο με τους κανόνες μιας στοιχειώδους πολιτικής ηθικής. Δεν είναι νοητό να βλάπτεις την οικονομία για κομματικά οφέλη. Υπάρχει όμως, κατά τη γνώμη μας, και δεύτερος στόχος. Να πεισθεί ο ελληνικός λαός ότι είναι αναγκαίο και προς το «συμφέρον του» να μην προχωρήσει η κυβέρνηση στην υλοποίηση των προεκλογικών υποσχέσεων του ΠΑΣΟΚ.
Μια δεύτερη αδυναμία του προϋπολογισμού είναι ότι εισάγει μια κατάσταση φορολογικής ρευστότητας. Κι αυτό μειώνει την αξιοπιστία του και αποτελεί αντικίνητρο για την προσέλκυση νέων επενδύσεων, ξένων και ντόπιων. Ο προϋπολογισμός προβλέπει αυξημένα τακτικά έσοδα κατά 3,81 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 2,5 δισ. ευρώ από αλλαγές στην άμεση και έμμεση φορολογία και από την πάταξη της φοροδιαφυγής. Ούτε οι αλλαγές στη φορολογία έχουν σταθεροποιηθεί ούτε τα μέτρα κατά της φοροδιαφυγής έχουν οριστικοποιηθεί. Όλα τώρα είναι ρευστά. Το φορολογικό νομοσχέδιο μάλλον θα είναι έτοιμο τον Μάρτιο ή τον Απρίλιο. Η σκληρότητα των φορολογικών αλλαγών θα εξαρτηθεί από τις πιέσεις των Βρυξελλών για τη λήψη μέτρων μόνιμης απόδοσης και από την πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού κατά το πρώτο τρίμηνο του επόμενου έτους. Το ίδιο ισχύει και για τα κυοφορούμενα μέτρα πάταξης της φοροδιαφυγής. Έτσι αποκρυπτογραφείται και η δήλωση του Γ. Παπακωνσταντίνου για ενδεχόμενη αναθεώρηση τού υπό ψήφιση προϋπολογισμού του 2010. Η αποτυχία του προϋπολογισμού είναι στη μείωση των δαπανών. Οι πρωτογενείς δαπάνες προβλέπεται να μειωθούν κατά 2,25 δισ. ευρώ. Όμως από αυτά το 90% δεν είναι πραγματική μείωση, δεδομένου ότι οφείλεται στο γεγονός πως ήταν δαπάνες του φετινού προϋπολογισμού εφάπαξ πληρωτέες και μη επαναλαμβανόμενες, όπως για παράδειγμα η εξόφληση των παλαιών χρεών των νοσοκομείων, οι δαπάνες για τη διεξαγωγή των εκλογών κ.λπ. Η πραγματική μείωση των δαπανών μόλις και μετά βίας φτάνει στα 225 εκατ. ευρώ! Το σπάταλο κράτος συνεχίζεται. Λερναία Ύδρα! Το πολιτικό κόστος διαιωνίζει την κρατική σπάταλη ακόμη και σε περιόδους οικονομικής κρίσης και έντονων δημοσιονομικών δυσχερειών. Στα θετικά του νέου προϋπολογισμού θα πρέπει να τονίσουμε την αύξηση των πιστώσεων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων κατά 800 εκατ. ευρώ (2009=9,5 δισ. και 2010=10,3 δισ. ευρώ) ως μέτρο περιορισμού της ανεργίας, έστω και περιορισμένης εμβέλειας και ως προσπάθεια εκ μέρους του κράτους να υποκαταστήσει μερικώς την επενδυτική ύφεση του ιδιωτικού τομέα στον κλάδο των κατασκευών.
Στα αρνητικά του νέου προϋπολογισμού πρέπει να υπολογιστούν και:
α) Η πρόβλεψη για το δανειακό πρόγραμμα του 2010. Υπολογίζεται στα 54,6 δισ. ευρώ, με την προϋπόθεση ότι θα επιτευχθούν οι στόχοι για αύξηση των εσόδων κατά 8,8% από άμεσους φόρους και κατά 5,7% από έμμεσους. Τα φορολογικά έσοδα μπορούν να αυξηθούν σε περίοδο οικονομικής κρίσης και συμπίεσης των πάσης φύσεως εισοδημάτων; Είναι δυνατόν η αύξηση της φορολογίας να αποτελέσει μέτρο αντιμετώπισης της κρίσης; Ας προβληματιστεί η κυβέρνηση. Η πάταξη (περιορισμός) της φοροδιαφυγής θα αποδώσει ή θα προδώσει τις ελπίδες της κυβέρνησης; Στην περίπτωση που ξεφύγουν οι στόχοι να περιμένουμε φορολογική καταιγίδα και βαριά ύφεση;
β) Ο νέος προϋπολογισμός θέτει ως βασική και μοναδική προτεραιότητα της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης τη μείωση του ελλείμματος, σύμφωνα με τις επιταγές του κοινοτικού Επιτρόπου Χοακίν Αλμούνια. Κι αυτό είναι το βασικό σφάλμα. Χωρίς ανάπτυξη, με συμπίεση εισοδημάτων και με φορολογική υπερφόρτωση, πώς είναι δυνατόν να ξεφύγουμε από την κρίση; Καλή η μείωση των ελλειμμάτων, χωρίς όμως εξαθλίωση της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού.
ΥΓ.: Ο φίλος και τακτικός αναγνώστης της στήλης αυτής Β. Μούτης, οικονομολόγος, διαφωνεί με τον τίτλο που δίδει στην πρόσφατη έκθεσή του ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γ. Προβόπουλος «Νομισματική Πολιτική – Ενδιάμεση Έκθεση 2009». Και τούτο για δύο λόγους: α) Η Ελλάδα ως μέλος της ΟΝΕ (Ευρωζώνης) δεν ασκεί αυτόνομη νομισματική πολιτική και β) η έκθεση αυτή περιέχει και εξελίξεις σε ορισμένους τομείς της διεθνούς και ελληνικής οικονομίας, όπως στο κεφ. Ι (για την οικονομική κρίση), στο κεφ. ΙΙ (διεθνείς εξελίξεις), στο κεφ. IV (μακροοικονομικά στοιχεία), στο κεφ. V (δημοσιονομικές εξελίξεις και προοπτικές) κ.λπ. Ο αναγνώστης μας έχει απόλυτο δίκιο. Η ενδιάμεση έκθεση του διοικητή της ΤτΕ αγκαλιάζει πολλούς τομείς της ελληνικής οικονομίας και θα έπρεπε να έχει και ανάλογο τίτλο. Έτσι δεν είναι κ. Προβόπουλε; Δεν είναι έκθεση μόνον για τη νομισματική πολιτική της ΟΝΕ που υλοποιεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και ο τίτλος δεν υποδηλώνει το περιεχόμενο.


Σχολιάστε εδώ