Μαύρη προπαγάνδα κατασκευάζει οργανωμένους «υπονομευτές»…
Ο Πρόεδρος Δ. Χριστόφιας είναι μεν ευέλικτος στις διαπραγματεύσεις, σε σχέση με τον «απορριπτικό» Τάσσο Παπαδόπουλο, αλλά στην υποχωρητικότητά του υπάρχουν όρια, αφού έχει πίσω του τόσο την αυστηρή κρίση των Ελληνοκυπρίων όσο και τον πολιτικό έλεγχο των κυπριακών κομμάτων.
Έτσι, το ενδεχόμενο να μην αποδειχθεί τελικώς ο Δ. Χριστόφιας τόσο συνεργάσιμος όσο τον ήθελαν Βρεταννοί, Αμερικανοί και Τούρκοι έχει σημάνει.. συναγερμό στις τάξεις των καλών φίλων του «διεθνούς παράγοντος» εντός και εκτός Λευκωσίας(και εντός Αθηνών φυσικά).
Οι δυνάμεις οι οποίες προωθούν με άκρα επιμονή την ιδέα μιας όπως όπως λύσης του Κυπριακού ως μέρους μιας γενικότερης «στρατηγικής» σύλληψης των γεωπολιτικών πραγμάτων στην ανατολική Μεσόγειο (με την Ελλάδα να «απομακρύνεται» από την Κύπρο και παραλλήλως να αποδέχεται μια ελληνοτουρκική «ομαλοποίηση» στο Αιγαίο) φροντίζουν λοιπόν σήμερα την επικοινωνιακή πολιτική τους:
Ενθυμούμενοι τη σκληρή ήττα τους το 2004 (συντριβή των σαθρών επιχειρημάτων τους και καθαρή απόρριψη του Σχεδίου Ανάν), σπεύδουν τώρα να οργανωθούν για μια επιθετική πολιτική προπαγάνδα υπέρ της λύσεως που «θα πρέπει» να δοθεί στο Κυπριακό, οπωσδήποτε (δηλαδή για να ανακουφιστεί η Τουρκία) μέσα στο 2010.
Η προπαγάνδα αυτή δεν προσβλέπει μόνο στην «επικοινωνιακή» επιδοκιμασία και στήριξη των όσων συζητά ο κ. Χριστόφιας (αυτό είναι απολύτως θεμιτό), αλλά προσβλέπει και στην εξουδετέρωση με πλάγιες μεθόδους εκείνων που στη Λευκωσία και στην Αθήνα τηρούν κριτική στάση στη μείζονα αυτή υπόθεση, επιμένοντας ότι μια όπως όπως άρα και μη βιώσιμη λύση θα πλήξει μονομερώς τους Ελληνοκύπριους, αφήνοντάς τους σε μια άνευ εγγυήσεων διεθνή «προστασία» απέναντι στα «κανόνια» της Τουρκίας.
Εκείνοι λοιπόν που το 2004 πολύ εθαύμασαν το πολιτικά επικίνδυνο και συνταγματικά καταγέλαστο Σχέδιο Ανάν (το είχαν εξευτελίσει με την κριτική τους οι Δ. Τσάτσος και Ευάγγελος Βενιζέλος), σήμερα προσπαθούν μέσω «επικοινωνιακών» οδών να κατασκευάσουν ένα κλίμα αρνητικό σε βάρος όσων αντιστέκονται. Στόχος: Να «καταγγελθούν» όλοι αυτοί ως οργανωμένοι «υπονομευτές» των συνομιλιών Χριστόφια – Ταλάτ.
Οι ολίγοι πολιτικοί, διεθνολόγοι, δημοσιογράφοι, πολιτικοί αναλυτές, εκδότες εφημερίδων, που αρνούνται και πάλι τη «λογική» Βρετανών και Αμερικανών (αλλά και των Γ. Παπανδρέου, Δ. Δρούτσα, Κ. Μητσοτάκη, Ντόρας Μπακογιάννη και άλλων στην Αθήνα) για το μέλλον της Κύπρου θα «καταγγέλλονται» ως… «μπλοκ υπονομευτών» των συνομιλιών που διεξάγει ο Πρόεδρος Δ. Χριστόφιας! Σύμφωνα με αυτήν τη μαύρη προπαγάνδα, οι δόλιοι «υπονομευτές», συστηματικά συνεργαζόμενοι, θα ανταλλάσσουν «πάσες» μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας προκειμένου να προκαλέσουν καταστροφές στις διαπραγματεύσεις Χριστόφια – Ταλάτ!
Η μέθοδος γνωστή από τα παλιά χρόνια: Αντί της προβολής δικών σου πειστικών επιχειρημάτων σε μια υπόθεση πολιτική, επιδιώκεις να εξουδετερώσεις τα επιχειρήματα των άλλων χαρακτηρίζοντάς τα προκαταβολικά προϊόντα δόλιας πρόθεσης. Δυσφημίζοντάς τους με ύπουλες γενικεύσεις, προσπαθείς να τους καταστήσεις αναξιόπιστους και ύποπτους στα μάτια των τρίτων ως προς τις προθέσεις τους, ώστε αν είναι δυνατόν να απαξιώνονται τα επιχειρήματά τους πριν καν διαβαστούν. Αντί επιχειρημάτων, επίθεση με χαρακτηρισμούς και μαύρη πολιτική προπαγάνδα.
Οι σχεδιαστές αυτής της γκεμπελικού χρώματος προπαγάνδας έπιασαν κιόλας δουλειά. Τα περί συστηματικά οργανωμένων «υπονομευτών» διαδίδονται στα πολιτικά παρασκήνια και είδαν το φως από στήλες εφημερίδων στη Λευκωσία αλλά και στην Αθήνα. Το σχέδιο μοιάζει αφελές, αλλά δεν είναι τόσο. Την προηγούμενη φορά, το 2004, οι πεπεισμένοι για τα καλά και αγαθά του Σχεδίου Ανάν διαπίστωσαν ότι, ενώ είχαν αγγλοαμερικανική στήριξη, συντριπτική αριθμητική υπεροχή και πλούσια μέσα προβολής τους στο «επικοινωνιακό» τοπίο, έχασαν καθαρά τη μάχη των επιχειρημάτων από τους κατά πολύ ολιγότερους και με ελάχιστες προσβάσεις σε ΜΜΕ επικριτές του αγγλοαμερικανικού κατασκευάσματος του Κόφι Ανάν. Τα επιχειρήματα των τελευταίων σαφώς υπερείχαν κατά πολύ σε ποιότητα. Ήταν στέρεα θεμελιωμένα, με σαφήνεια διατυπωμένα, δεν εντάσσονταν σε προκάτ «δεδομένα» κανενός «διεθνούς παράγοντος», δεν αποδοκίμαζαν το Σχέδιο Ανάν στη βάση κάποιου δόγματος, αλλά επεσήμαιναν τις άκρως επικίνδυνες «τρύπες» εκείνου του «take it or leave it» σχεδίου Συντάγματος, που πέραν των άλλων παρεβίαζε διατάξεις του διεθνούς δικαίου και προκαλούσε τα ειρωνικά σχόλια κάθε έγκριτου ευρωπαίου συνταγματολόγου.
Η πολιτική λογική των αρνητών του Σχεδίου Ανάν επιβεβαιώθηκε με το βροντερό «όχι» του 76% των Ελληνοκυπρίων, που αρνήθηκαν να δεχθούν τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, τη μετατροπή της σε ένα απίθανο κρατικό μόρφωμα σε αναζήτηση διεθνούς «προστασίας» και με τα τουρκικά στρατεύματα κατοχής να μην το έχουν κουνήσει απ’ το νησί.
Οι ηττημένοι θερμοί οπαδοί του Σχεδίου Ανάν θύμωσαν πολύ τότε (πάντοτε σε αρμονία με τον «διεθνή παράγοντα» και χωρίς να το κρύβουν), καταράστηκαν τους «εθνικιστές» που αντέδρασαν στο Σχέδιο Ανάν, διέσπειραν φήμες για επικείμενη «καταστροφή» του Τάσσου Παπαδόπουλου, για άγρια «αντίποινα» της ΕΕ σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, είδαν στη συνέχεια τις προφητείες τους να γελοιοποιούνται και τέλος… σιώπησαν.
Φαίνεται, όμως, ότι δεν είναι διατεθειμένοι να την ξαναπάθουν οι ηττημένοι του 2004. Τώρα που εκ νέου εκπονούνται «προχωρημένα» σχέδια (πάλι μια «τελευταία ευκαιρία») για τον α λα τούρκα «νέο συνεταιρισμό δύο ισότιμων κρατών» με επικυριαρχία της Τουρκίας στις ελεύθερες περιοχές στην Κύπρο, οι πιο παθιασμένοι «ρεαλιστές» παίρνουν τα μέτρα τους, όπως οι ίδιοι αποκαλύπτουν με τα λεγόμενα και με τα γραφόμενά τους. Επιχειρούν ευθεία επίθεση: Οι αρνούμενοι την υποταγή της πολιτικής σκέψης και ανάλυσής τους στο δόγμα Λονδίνου – Ουάσινγκτον για το Κυπριακό πρέπει να «πνιγούν» στα θολά νερά της «επικαιρότητας». Οι φωνές τους δεν πρέπει να έχουν τη δύναμη και το κύρος που είχαν το 2004. Οι κριτικές, οι αναλύσεις τους πρέπει να περιοριστούν όσο γίνεται πιο πολύ.
Το πρόβλημα της ομάδας των προπαγανδιστών μοιάζει πολύ με το πρόβλημα που είχαν οι προπαγανδιστές του 2004: Αυτοί οι κοσμοπολίτες, οπαδοί ενός νέου «πολιτικού ρεαλισμού», στηριγμένου σε γενικεύσεις, υποτίθεται στο πνεύμα της «παγκοσμιοποίησης», δεν είναι ούτε σήμερα σε θέση να εξηγήσουν πειστικά τον λόγο για τον οποίο θα πρέπει να δοθεί στο Κυπριακό μια λύση που πρωτίστως θα διευκολύνει την «ευρωπαϊκή πορεία» της Τουρκίας. Δεν είναι σε θέση να εξηγήσουν τον λόγο για τον οποίο πρέπει η Ελλάδα να ενισχύσει μέσω της Κύπρου το «στρατηγικό» πλεονέκτημα της Τουρκίας στην ανατολική Μεσόγειο, εκεί όπου η Άγκυρα προσπαθεί με κάθε μέσον να μηδενίσει κάθε ελληνική παρουσία, την ίδια μάλιστα ώρα που ασκεί στη χώρα μας στρατιωτική πίεση στο Αιγαίο. Πάλι μανία για όπως όπως «λύση» του Κυπριακού, πάλι πενία πειστικών επιχειρημάτων τους, άρα και ανάγκη τους για μαύρη προπαγάνδα.
Αρχή πολέμου φθοράς λοιπόν και πάλι, τώρα με εργαλείο την «καταγγελία» των «υπονομευτών».
Μάλλον πρόκειται όμως για μια κίνηση έντονου εκνευρισμού, καθώς φαίνεται τον τελευταίο καιρό ότι ο Πρόεδρος Δ. Χριστόφιας δεν είναι διατεθειμένος να υπογράψει ένα προσχέδιο λύσης που δεν θα έδινε τελικώς απόλυτες εγγυήσεις για την ασφάλεια και τα συμφέροντα των ελληνοκύπριων, ευρωπαίων πολιτών απέναντι στην επεκτατική βουλιμία της Άγκυρας. Ο κύπριος Πρόεδρος θέλει λύση του προβλήματος, διαθέτει ρεαλισμό, αλλά γνωρίζει και ότι η Τουρκία (με την οποία ουσιαστικά συνομιλεί) εύκολα παραβιάζει συμφωνίες που έχει υπογράψει, ότι δεν λογαριάζει πολιτικά την ΕΕ, ότι δεν αναγνωρίζει διεθνείς συνθήκες και Διεθνές Δίκαιο, όποτε κρίνει ότι αυτό εξυπηρετεί τα συμφέροντά της. Γνωρίζει τέλος από πρώτο χέρι ότι στην Αθήνα η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου υιοθετεί την «ατλαντική» λογική στο Κυπριακό, άρα δεν πρόκειται να τον βοηθήσει αν επιχειρήσει σοβαρές «κόντρες» στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης και των παρασκηνιακών διαβουλεύσεων με τον «διεθνή παράγοντα». Όσο όμως δυσκολεύει η θέση του κύπριου Προέδρου, τόσο στενεύει η προοπτική μιας συμφωνίας του προσεχώς με τα προτεινόμενα από Λονδίνο, Άγκυρα και Ουάσινγκτον.
Ι. Διπλωματικός