ΤΙ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ ΕΝΩΝΕΙ ΤΑ ΚΟΜΜΑΤΑ, ΑΡΑ ΚΑΙ ΤΗ ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Πάνω απ’ όλα η ενότητα, η ενότητα πρώτα, την επόμενη μέρα θα είμαστε ενωμένοι, η ενότητα είναι αυτονόητη και άλλες βαρετές και υποκριτικές κοινοτοπίες.

Είναι όμως αυτές που κυριαρχούν στα συνθήματα και τις υποσχέσεις τόσο των υποψηφίων αρχηγών της Νέας Δημοκρατίας όσο και των περισσότερων στελεχών που επιχειρηματολογούν υπέρ της μιας ή της άλλης υποψηφιότητας. Άλλοι το κάνουν για να ξορκίσουν το ενδεχόμενο εσωτερικών μαχών που ίσως οδηγήσουν σε διασπάσεις. Άλλοι το κάνουν για να θυμίσουν πως «η παράταξη είναι πάνω απ’ όλους και όλα» και άλλοι επειδή το θεωρούν χρέος τους κατευθυνόμενοι από μια μονότονη και πληκτική αντίληψη επανάληψης των αυτονόητων.

Χαμόγελα προκαλούν όσοι επικαλούνται τα περί ενότητας και έχουν ήδη αποχωρήσει από τη ΝΔ ιδρύοντας κόμματα για να επιστρέψουν όταν αυτά δεν περπάτησαν. Είναι σαν κι εκείνους τους αθλητικογράφους, λάτρεις του «πακέτου Μπάγεβιτς», που εκδηλώνοντας τη λατρεία τους προς τον προπονητή γράφουν μεταξύ άλλων το γελοίο «εγγυητής της ενότητας ο Μπάγεβιτς». Ο άνθρωπος δηλαδή που δίχασε όσο κανείς τους Eνωσίτες από καταβολής ΑΕΚ με τη φυγή του από την ομάδα δύο φορές και την επίσης δύο φορές μετάβασή του στην ίδια στέγη, στον Ολυμπιακό. Μπορούν να επικαλούνται ένα σωρό προτερήματα του σέρβου προπονητή, αρκετά από τα οποία είναι υπαρκτά, όχι όμως την «ενότητα», την ανάδειξή του δηλαδή σε ενοποιητικό παράγοντα, γιατί αυτό προκαλεί από χαμόγελα έως σαρκασμό. Το ίδιο μπορεί να πει κανείς και για τον κ. Σαμαρά, τον κ. Αβραμόπουλο και τους επιτελείς τους στον βαθμό που επικαλούνται την ενότητα του κόμματος. Καλύτερα να προβάλλουν τις άλλες προδιαγραφές και ικανότητές τους, αλλά ας μην προσπαθούν να αναδειχθούν σε θεματοφύλακες της κομματικής ενότητας μια και αυτό δεν συνάδει με την πραγματικότητα, με την ιστορία που οι ίδιοι έγραψαν με επιλογή τους ή όχι.

Το ίδιο συμβαίνει με την κυρία Ντόρα Μπακογιάννη που έχει την ατυχία (είπαμε και άλλη φορά είναι άδικο να κρίνεται κανείς από την καταγωγή του, αλλά απολύτως φυσιολογικό αυτή να συνεκτιμάται στα δεδομένα) «να κουβαλάει» ως πατέρα έναν ικανότατο πολιτικό που κατόρθωσε αντί να εξαφανιστεί πολιτικά για πάντα μετά το 1965, να γίνει πρωθυπουργός. Βέβαια, ο Κων. Μητσοτάκης (που ψηφίστηκε σχεδόν αναγκαστικά από μεγάλο κομμάτι του ελληνικού λαού υπό το βάρος τόσο της ασθένειας του Α. Γ. Παπανδρέου όσο και της απίστευτης συκοφάντησης και υπονόμευσής του από το μητσοτακικό σύστημα) δεν μακροημέρευσε ως πρωθυπουργός. Ανετράπη από βουλευτές του που στήριξαν τον Α. Σαμαρά και στις εκλογές που έγιναν τον Οκτώβριο του 1993 συνετρίβη από το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου με διαφορά 7,58 ποσοστιαίων μονάδων (46,88% για το ΠΑΣΟΚ, 39,30% για τη Νέα Δημοκρατία).

Έτσι, έγινε (και παραμένει) ο πρώτος εκλεγμένος πρωθυπουργός και αρχηγός κόμματος που δεν κερδίζει δεύτερη φορά εκλογές μετά τη μεταπολίτευση του 1974. Αντί να λειτουργήσει υπέρ του (όπως ιστορικά συμβαίνει και όχι μόνο στην Ελλάδα) η ανατροπή του από την ομάδα Σαμαρά, το εκλογικό σώμα βρήκε την ευκαιρία «να ξεφορτωθεί» από πρωθυπουργό και να δικαιώσει εκείνον που από την πλειοψηφία θεωρήθηκε πως συκοφαντήθηκε από τον Κων. Μητσοτάκη. Θα έλεγε κανείς ότι ο κ. Μητσοτάκης πληρώθηκε για το 1965 με το ίδιο νόμισμα, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας.

Σε ό,τι αφορά τους δύο βασικούς υποψηφίους για την ηγεσία της ΝΔ, δεν είναι σοφό να κεντούν στον καμβά της ενότητας. Υπάρχουν άλλα πεδία ανάπτυξης σκέψεων, προτάσεων και επιχειρημάτων. Άλλωστε η υπόθεση της ενότητας στα κόμματα (και κυρίως στα κόμματα εξουσίας) είναι ταυτολογία: Πρόκειται για τη συγκολλητική ουσία, τον ενοποιητικό ιστό που κινείται πέρα και πάνω από τις εσωτερικές και προσωπικές διαφορές αφού στόχος είναι η κατάκτηση και η διατήρηση της εξουσίας. Οι σχέσεις στα κόμματα δεν προσδιορίζονται με όρους αγάπης, αφοσίωσης, αναγνώρισης, αλλά με όρους αναγκαιότητας και στόχων.

Γι’ αυτό και η διαρκής επίκληση της ενότητας πέρα από γραφική και διαβλητή, είναι και λανθασμένη αφού η συνύπαρξη (ενότητα) είναι προϋπόθεση για την πορεία προς την εξουσία. Αυτήν που είχε, έχασε και εκ νέου επιθυμεί η Νέα Δημοκρατία.


Σχολιάστε εδώ