Η προοπτική ενός νέου αδιεξόδου και το «Σχέδιο Β»

ΟΤΑΝ η διαπραγματευτική διαδικασία τείνει προς αποτελμάτωση και οι προοπτικές για αποδεκτή λύση εξανεμίζονται, τότε οι αναφορές σε «Σχέδια Β ή και Γ» από τον κατοχικό τοποτηρητή στην Κύπρο επιβεβαιώνουν απλώς το γεγονός ότι το επικείμενο αδιέξοδο δεν αποτελεί παρά στρατηγική μεθόδευση. Και σκοπεί στο να εκβιάσει αδυσώπητες διχοτομικές ρυθμίσεις έναντι της απειλής του τετελεσμένου των δύο κρατών! Πρόκειται ουσιαστικά για τη διατύπωση όρων παραδόσεως, που εφόσον επιβληθούν, θα οδηγήσουν σε νέο τετελεσμένο, ισοδύναμο τελικής αλώσεως.
Εάν η κατοχική πλευρά εννοεί όσα διακηρύττει για κρίσιμες παραμέτρους του προβλήματος (όπως είναι το εδαφικό και οι πολιτειακές δομές), τότε όση καλή θέληση και αν εκδηλώνεται από την ελληνική, τα περιθώρια υπερβάσεων είναι ανύπαρκτα. Κι αυτό προοιωνίζεται τραυματικές (και κατʼ ακρίβειαν επικίνδυνες) επιπλοκές, που θα γίνουν αισθητές και σε άλλους, πέραν της Λευκωσίας.
• Γιατί σε περίπτωση που η σημερινή στασιμότητα μεταποιηθεί σε οριστικό αδιέξοδο, τα παράγωγα θα επιδράσουν δυνάμει σε πολύ ευρύτερο φάσμα θεμάτων, όπως είναι, για παράδειγμα, οι ευρωτουρκικές σχέσεις. Και τα ελληνοτουρκικά. Με ό,τι αυτό σημαίνει. Και σημαίνει πολλά.
Οι εξελίξεις δεν προσδιορίζονται τόσο από τη Λευκωσία, που είναι το αδύνατο σκέλος της ανισοσθένειας. Καθορίζονται περισσότερο –για να μην πούμε πλήρως– από τη βούληση (και τη βουλιμία) της τουρκικής πλευράς. Που διαθέτει την ισχύ (και την ιταμότητα) να αυθαιρετεί. Και να προσπαθεί εκβιαστικά να επιβάλει τις στρατηγικές της, που σκοπούν αφενός στη μονιμοποίηση και κατά προέκτασιν νομιμοποίηση των τετελεσμένων, τα οποία επέβαλε με την εισβολή και συντηρεί με την κατοχή. Και αφετέρου σε παγίωση και προέκταση του κηδεμονευτικού ελέγχου της σύνολης αυτής γεωγραφίας.
Η επιμονή των κατοχικών εγκαθέτων (όρα δηλώσεις του «πρωθυπουργού» Ντερβίς Έρογλου, μετά τις επαφές του στην Άγκυρα) όσον αφορά το εδαφικό –με τις οποίες προαποκλείει επιστροφή της κοιλάδος Μόρφου και της χερσονήσου της Καρπασίας– δεν αφήνει καθόλου περιθώρια.
• Γιατί ποιο ελληνικό χέρι θα τολμήσει να προσυπογράψει παραγραφή αυτών των ιδιαιτέρας στρατηγικής (και ιστορικής) σημασίας εδαφών, που πέραν των άλλων υπερβαίνουν κατά πολύ (ως οδυνηρή ελληνική εκχώρηση) όσα το Σχέδιο Ανάν άφηνε υπό τουρκικό έλεγχο;
Είναι σαφές ότι με αυτές τις εν πολλοίς δεσμευτικές των διακηρύξεις οι εγκάθετοι της Άγκυρας θέλουν να δημιουργήσουν συνθήκες τέτοιες που θα τους επιτρέψουν να μην επιστρέψουν τίποτε (ή μόνον εδαφικά ψιχία) στην ελληνική πλευρά. Κάτι που προϋποθέτει διαπραγματευτικό αδιέξοδο. Το οποίο και θα αιτιολογηθεί με όρους επικοινωνιακής αποενοχοποιήσεως της τουρκικής στάσεως. Εξ ου και η Άγκυρα μεθοδεύει και ετοιμάζεται να εκδηλώσει πρωτοβουλίες με δήθεν νέες προτάσεις, που θα της δίδουν επικοινωνιακώς τα εύσημα καλής θελήσεως και βουλήσεως για λύση!
Υπό το φως αυτών των προοπτικών, η ελληνική πλευρά δεν είναι δυνατόν απλώς να παραμείνει αναμένοντας ή απλώς (και αγόνως) καταγγέλλοντας. Η καταγγελτική στάση δεν αποδίδει. Και ούτε φυσικά η παραπέρα διολίσθηση θέσεων, ώστε να φανεί αρεστή με οιονεί εξευμενιστικές αποδοχές. Είναι ανάγκη να μεθοδευθούν εγκαίρως εναλλακτικές επιλογές. Στα πλαίσια στρατηγικής διαχειρίσεως του αδιεξόδου. Για να μη βρεθεί επί οδυνηρού κενού. Που θα αποβεί μοιραίο. Για να μην πούμε και ολέθριο.


Σχολιάστε εδώ