Η διοικητική αναδιάρθρωση της χώρας

O διοικητικός καμβάς της χώρας αποτελείται από τους δήμους (κοινότητες) και τις Νομαρχίες, οργανισμούς αυτοδιοικούμενους, και από τις Περιφέρειες οι οποίες αποτελούν, σύμφωνα με τον Ν.2503/97, «Ενιαία Αποκεντρωμένη Μονάδα Διοίκησης του Κράτους» κατ’ εφαρμογή του άρθρου 101 Σ και αποσκοπούν στην αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητα των θεσμών και των οργάνων του κρατικού μηχανισμού. Των Περιφερειών προΐσταται γραμματέας, διοριζόμενος από το Υπουργικό Συμβούλιο και επικουρούμενος από το περιφερειακό συμβούλιο, το οποίο απαρτίζουν εκπρόσωποι φορέων (ΤΕΔΚΕ, επιμελητήρια, συνδικάτα κ.λπ.) και οι Νομαρχίες.
Κατά τη συζήτηση των προγραμματικών δηλώσεών της, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι απόφασή της είναι η διοικητική αναδιάρθρωση της χώρας. Ο υπουργός, αφού ανακοίνωσε τον περιορισμό του αριθμού των δήμων, είπε: «Όσον αφορά τον δεύτερο βαθμό αυτοδιοίκησης, αυτός πλέον θα αποτελείται από τις αιρετές περιφέρειες, με επικεφαλής αιρετό περιφερειάρχη και αιρετό περιφερειακό συμβούλιο. Οι Νομαρχίες θα λειτουργούν πλέον ως διοικητικές μονάδες της οικείας περιφέρειας». Από την άλλη πλευρά, στην απόφαση του συνεδρίου της ΚΕΔΚΕ (Κυλλήνη 2007) αναφέρεται: «Η περιφερειακή αυτοδιοίκηση (Β΄ βαθμός Τ.Α.) εκλέγει τα όργανά της (περιφερειακό συμβούλιο – περιφερειάρχης) με τη διατήρηση των νομαρχιών ως αποκεντρωμένων περιφερειακών θεσμών». Οι αρμόδιοι συμπληρώνουν ότι υπό τον νομάρχη, αιρετό ή διορισμένο, θα λειτουργεί διαμερισματικό περιφερειακό συμβούλιο ανάλογο με τα συμβούλια των δημοτικών διαμερισμάτων των μεγάλων δήμων. Είναι προφανές ότι στη θέση του σημερινού ανεξάρτητου, με άμεση εκλογή, νομάρχη τοποθετείται ένα πρόσωπο μαριονέτα, προϊόν της ισορροπίας του ψηφοδελτίου του περιφερειάρχη.
Από τα παραπάνω καθίσταται ηλίου φαεινότερο ότι η αναδιάρθρωση περιορίζεται στη σύμπτυξη των δήμων, ως αριθμού, στην κατάργηση των νομαρχιών, του αρχαιοτέρου και πλέον καταξιωμένου αποκεντρωτικού θεσμού, και στη διά νόμου επιβολή αυτοδιοικητικών προνομίων συμμετοχής στις Περιφέρειες σαν να αποτελούν μικρές εδαφικές περιοχές! Αγνοείται ότι η αυτοδιοίκηση του άρθρου 102 Σ ανταποκρίνεται σε ένα γενικότερο αίτημα συμμετοχής στη διαχείριση των τοπικών υποθέσεων μιας ορισμένης εδαφικής περιοχής και ο θεσμός αποτελεί ταυτόχρονα επιβίωση μιας μακρόχρονης ιστορικής παράδοσης. Δεν είναι γέννημα μόνον μιας πολιτικής απόφασης.
Η νομαρχιακή αυτοδιοίκηση σήμερα είναι ο αιρετός και με άμεση εκλογή άρχων. Έχει αποδώσει πλούσιο έργο και θα ήταν μεγαλύτερο αν είχε περισσότερες αρμοδιότητες και πόρους. Είναι ο νους και ο οφθαλμός, με σκέψη και σκοπό την οικονομική και κοινωνική ισόρροπη ανάπτυξη μιας ανθρωπογεωγραφικής οντότητας με μεγάλη παράδοση, του νομού. Οι κάτοικοι κάθε νομού έχουν σαφή ταυτότητα και γνώση των προβλημάτων ολοκλήρης της περιοχής του. Αυτό συμβαίνει και στον πλέον επιμήκη νομό όλων, την Εύβοια. Η νομαρχιακή αυτοδιοίκηση, με όπλα της την παράδοση, την ανεξαρτησία της άμεσης εκλογής, έχει περιορισμένες μεν αρμοδιότητες, διαθέτει όμως λόγο ισχυρό για το σύνολο των ζητημάτων του νομού. Ως άμεσος εταίρος και συνομιλητής της Περιφέρειας και της κεντρικής κυβέρνησης, μπορεί να αξιώσει, να διεκδικήσει και να επιβάλει, και αυτό είναι που ενοχλεί. Καθώς η εσωτερική δημοκρατία στα κόμματα εξουσίας υποχωρεί ή και εξαφανίζεται, οι ηγεσίες τους έχουν ανάγκη απαλλαγής από λαϊκές πιέσεις προερχόμενες ιδίως από θεσμικά όργανα. Ο κατ’ εξοχήν θεσμός που μπορεί να πιέσει αποτελεσματικά και να εκφράσει τη λαϊκή πίεση είναι ο νομάρχης και το νομαρχιακό συμβούλιο, και αυτό κοστίζει πολιτικά και δεν είναι επιθυμητό.
Η υποβάθμιση και απαξίωση των νομαρχιακών συμβουλίων με τη μετατροπή τους σε διαμερισματικά είναι προφανής. Η σχέση εξουσίας μεταξύ των προβλεπομένων διαμερισματικών (νομαρχίας) και του Συμβουλίου της Περιφέρειας είναι ανάλογη με τη σχέση εξουσίας μεταξύ του συμβουλίου ενός δημοτικού διαμερίσματος και του κεντρικού συμβουλίου του δήμου!
Ο υφιστάμενος αιρετός άρχων, νομάρχης και νομαρχιακό συμβούλιο που οραματίζoνται και σχεδιάζουν την πρόοδο του νομού, που πολλά μπορεί να προσφέρουν, ο ισότιμος συνομιλητής, καταργείται και αντικαθίσταται από μια καρικατούρα.
Την υποβάθμιση κανένας από τους εμπνευστές αυτού του σχεδίου νόμου δεν την αρνείται και αντί να ομολογήσουν την επιθυμία απαλλαγής από τη λαϊκή πίεση, προτάσσουν ως αιτία τη συνταγματική επιταγή του άρθρου 102 που προβλέπει δύο βαθμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ως ακολούθως:
«1. Η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων ανήκει στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δευτέρου βαθμού».
Κατά ποία ερμηνεία ζητήματα της Ευρυτανίας ή της Φθιώτιδας είναι τοπικές υποθέσεις και της Βοιωτίας ή της Φωκίδας ή της Εύβοιας;
Πώς εξηγείται η Περιφέρεια, από «ενιαία αποκεντρωμένη μονάδα διοίκησης του κράτους», να μεταβάλλεται σε οργανισμό διοίκησης τοπικών υποθέσεων; Γι’ αυτόν τον σκοπό χρειαζόμαστε την Περιφέρεια; Για κάτι που άψογα εκτελούν σήμερα οι δήμοι και οι νομαρχίες; Ή ως ενιαία αποκεντρωμένη και αυτοδιοικούμενη μονάδα διοίκησης που αποσκοπεί στην αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητα των θεσμών και των οργάνων του κρατικού μηχανισμού στον τομέα της περιφερειακής ανάπτυξης συνολικά, όπως αυτός εκφράζεται σήμερα; Είναι προφανές ότι αυτό χρειαζόμαστε, την αποδοτικότητα, αυτοδιοίκηση ειδική «καθ’ ύλην», η οποία δεν εμποδίζεται από την ύπαρξη της ανεξάρτητης νομαρχιακής αυτοδιοίκησης, αλλά απεναντίας επικουρείται από αυτήν και δεν ενισχύεται από ένα υποβαθμισμένο περιφερειακό συμβούλιο, στη θέση του νομαρχιακού. Καθώς στο περιφερειακό συμβούλιο θα περιέλθουν οι αρμοδιότητες του προγραμματισμού και της κατανομής των επενδυτικών πόρων, η ύπαρξη ανεξάρτητων νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων είναι φρένο στη διαπλοκή, πράγμα που φαίνεται να μη διαβλέπουν οι επιμένοντες στην κατάργησή τους. Με την επιδιωκόμενη ρύθμιση, η πείρα διδάσκει ότι πρακτικά ζητήματα σε 2ο βαθμό, όπως ενστάσεις επί συμβάσεων, λογαριασμών έργων και προμηθειών, θα επιλύονται από πολιτικά όργανα, με τα γνωστά ως τώρα χειροπιαστά αποτελέσματα διαπλοκής!
Η περιφέρεια αναφέρεται σε πολλές έννοιες: γεωγραφική, ιστορική, τουριστική κ.λπ. Εδώ αναφερόμαστε σε πολιτική περιφέρεια, της οποίας η οριογραμμή χαράσσεται με μια πολιτική απόφαση. Τα συμβαίνοντα εντός της οριογραμμής δεν συνιστούν «τοπικές υποθέσεις». Είναι περιφερειακές υποθέσεις και αναγκαίο και απαραίτητο είναι να καλλιεργηθεί η περιφερειακή συνείδηση και η έννοια της αυτοδιοικούμενης περιφέρειας, η οποία δεν είναι τοπική ενότητα, αλλά υπερτοπική.
Οι νομοθετούμενοι θεσμοί χρειάζεται να συνοδεύονται και από τη σύμφωνη συνείδηση του λαού, η οποία δεν καταγράφει μια πολιτική περιφέρεια ως τοπική ανθρωπογεωγραφική ενότητα, οπότε θα έπρεπε να κινηθούμε στα στενά όρια των τοπικών υποθέσεων του άρθρου 102 Σ.
Η εκτελεστική εξουσία δεν εμποδίζεται, αφού ορίσει την περιφέρεια, με νόμο να καθορίσει τους όρους και περιορισμούς διοίκησης και αυτοδιοίκησης της, άρθρο 101 Σ. Η αυτοδιοίκηση είναι στοιχείο της αποκέντρωσης, δεν είναι του τόπου και το Σύνταγμα δεν καθορίζει αριθμό βαθμίδων αυτοδιοίκησης: επιβάλλει, για τις τοπικές υποθέσεις, να διατεθούν δύο βαθμών, όχι περισσότεροι.
Άλλωστε σήμερα στην Περιφέρεια λειτουργεί περιφερειακό συμβούλιο με μέλη αιρετούς εκπροσώπους. Οι σύμβουλοι αυτοί μπορεί να γίνουν άμεσα αιρετοί και ο νόμος να προσδώσει αρμοδιότητες και διάρθρωση, στα πλαίσια του άρθρου 101 Σ.
«2. Οι περιφερειάρχες προάγουν τις σχέσεις και συναλλαγές με τις όμορες χώρες. Είναι από τα κύρια καθήκοντά τους. Η εκλογή του περιφερειάρχη προβλέπεται άμεση».
Αιρετός με άμεση εκλογή είναι ισχυρός πολιτικός παράγων. Σε μια χώρα με εθνικά ζητήματα όπως η δική μας, η άμεση εκλογή πρέπει να προβληματίσει. Μια άφρων ενέργεια του περιφερειάρχη μπορεί να κοστίσει. Η ιστορία των Υμίων, μην ξεχνάμε, ξεκίνησε από μια ενέργεια αυτοδιοικητικού παράγοντα.
Από την ίδρυσή του, το ΠΑΣΟΚ διακήρυξε ως αρχή: Οι πολίτες συμμετέχουν στις αποφάσεις που τους αφορούν. Εκφράστηκε στο σύνθημα Αλλαγή – Αλλαγή – Λαϊκή Συμμετοχή που δόνησε την ατμόσφαιρα, αναμόχλευσε την κοινωνία και έφερε τη μεγάλη νίκη του 1981. Με το προβλεπόμενο σχέδιο αναδιάρθρωσης, η αρχή αυτή καταπατάται και καταργείται ένας καταξιωμένος θεσμός ο οποίος είναι πιστωμένος με ό,τι υπάρχει σε περιφερειακή ανάπτυξη. Είναι μια απόδειξη της κρίσης απαξίας των κομμάτων και ταυτόχρονα είναι λυπηρό ότι οι αιρετοί της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης δεν υπερασπίζονται τον θεσμό και το έργο τους.


Σχολιάστε εδώ