Βερολίνο και Λευκωσία: Βίοι παράλληλοι;

Τούτες τις μέρες, το Βερολίνο και ο κόσμος ολόκληρος γιορτάζει την 20ή επέτειο της πτώσης του Τείχους της ανελευθερίας, της καταπίεσης και της στέρησης των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη. Το Τείχος του Βερολίνου που ιδρύθηκε ως συμβολισμός μιας διαχωριστικής γραμμής εν είδει «Σιδηρού Παραπετάσματος» μεταξύ του ολοκληρωτισμού της Ανατολής και της δημοκρατικής Δύσης, μεταξύ της σοβιετοκρατούμενης Ευρώπης και του αποκαλούμενου τότε «ελευθέρου κόσμου», αυτό το τείχος της ντροπής και της ανθρώπινης εξαθλίωσης κατέρρευσε μέσα στις ίδιες τις αντιθέσεις και αντιφάσεις του συστήματος που το δημιούργησε, κυρίως όμως συνετρίβη από τη δύναμη και το πνεύμα της ελευθερίας, της διεκδίκησης δικαιωμάτων και αποτέλεσε προϊόν αιτήματος της ανθρώπινης ύπαρξης για αυτοπραγμάτωση και συμμετοχή στη ζωή και στο περιβάλλον που την περιβάλλει.
Ο ενταφιασμός της σοσιαλιστικής και εν τέλει κομμουνιστικής προοπτικής, όπως τη γέννησαν οι ιδέες των Μαρξ, Έγκελς και επιχείρησε να πραγματώσει η Επανάσταση του ’17, βρήκε το τέλος της στην πτώση του Τείχους, που χώρισε την ανθρωπότητα την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, από το 1947 έως το 1989, όπου και έλαβαν χώρα οι επαναστάσεις, ειρηνικές στην πλειοψηφία τους, των χωρών και κοινωνιών του αποκαλούμενου «Ανατολικού μπλοκ», της κεντροανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων.
Η πτώση του Τείχους του Βερολίνου απέδειξε πως το αίτημα της ελευθερίας και η διεκδίκησή του αποτελούν ακαταμάχητα όπλα στα χέρια και στην ψυχή κάθε καταπιεζόμενης, ανελεύθερης κοινωνίας, κάθε σκλαβωμένου, υπόδουλου ατόμου και ανθρώπου, ο οποίος ανακαλύπτει ξαφνικά πως η δύναμη της θυσίας είναι ταυτισμένη με τη νίκη που φέρνει η διεκδίκηση της ελευθερίας.
Δεν είμαστε καθόλου βέβαιοι πως ο κόσμος που γέννησε η πτώση του Τείχους είναι καλύτερος από τον προηγούμενο στο επίπεδο της ασφάλειας και της ειρήνης, υπό την έννοια της παγκόσμιας, πλανητικής, ειρήνης, είμαστε όμως πεπεισμένοι πως οι άνθρωποι είναι πλέον ελεύθεροι, πως μπορούν να συλλογούνται και να πράττουν σε συνθήκες (κοινωνικές και θεσμικές) ελευθερίας και κατοχύρωσης των δικαιωμάτων. Γνωρίζουμε επίσης πως πολλές από τις χώρες και τις κοινωνίες του πρώην σοβιετικού χώρου είναι pro forma δημοκρατίες. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως οι άνθρωποι και οι κοινωνίες δεν μπορούν μέσα στον ελεύθερο κόσμο όπου ζουν να αναπτύξουν ελεύθερα και ανεμπόδιστα τα ταλέντα, τις δεξιότητες, αλλά και να εκφέρουν τις απόψεις, να διατυπώσουν τις θέσεις τους και να διεκδικήσουν την πραγμάτωσή τους.
Το Βερολίνο είναι πια ελεύθερο. Η Λευκωσία και η Κύπρος παραμένουν βίαια και με τη δύναμη των όπλων, παράνομα και σε αντίθεση με κάθε μορφή δικαίου και ηθικής, ανελεύθερες, καταπιεσμένες, καταπατημένες, υπόδουλες. Αυτό συμβαίνει στη σημερινή Ευρώπη του 21ου αιώνα, στην Ευρώπη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην Ευρώπη των κατακτήσεων της ελευθερίας και της δημοκρατίας για όλους, των δικαιωμάτων και ελευθεριών για όλους, για όλους πλην των Κυπρίων, και δη των Ελλήνων Κυπρίων.
Πώς είναι δυνατόν η Κύπρος να διαπραγματεύεται σήμερα το μέλλον της οραματιζόμενη ένα κράτος με οργανωμένη κοινωνία που να διαφέρει από τα υπόλοιπα κράτη της Ευρώπης, να διαφέρει από τα υπόλοιπα κράτη του κόσμου, που να μην έχουν οι κάτοικοί της, όλοι ως σύνολο και ο καθένας ξεχωριστά, τα ίδια δικαιώματα και ελευθερίες, αλλά να στερούνται το δικαίωμα επιστροφής στη γη που τους γέννησε, να στερούνται το δικαίωμα λατρείας στους ναούς του Θεού τους, το δικαίωμα της ανεμπόδιστης και απρόσκοπτης εγκατάστασης, μετακίνησης και δημιουργικής συμμετοχής στον κοινωνικό και οικονομικό πλούτο του συνόλου, να στερούνται το δικαίωμα της δημοκρατικής συμμετοχής, ως μέρος του συνόλου, το βασικό δικαίωμα να είναι αφεντικά στον τόπο τους, δηλαδή μια ανεξάρτητη και ελεύθερη Πολιτεία;
Η πραγματικότητα της ζωής και η νομοτέλεια της Ιστορίας μάς λένε ότι το τελευταίο τείχος που υψώνεται με τις λόγχες του κατακτητή στην Κύπρο δεν μπορεί να συνεχίσει να είναι όρθιο. Θα καταρρεύσει μέσα από την ασίγαστη και ακαταμάχητη πνοή και δύναμη ελευθερίας που κυριαρχεί στην ψυχή κάθε Κυπρίου.


Σχολιάστε εδώ