Λόγια για κρατικό νοικοκύρεμα και Γραφεία Τύπου Εξωτερικού

Διακηρύξεις και χειρονομίες που εντάσσονται στην ευρύτερη έννοια του νοικοκυριού, την τρέχουσα και τη μεταφορική, έρχονται να γεμίσουν τα πρώτα εικοσιτετράωρα (κάποτε και δεκαήμερα) αμηχανίας υπουργών που βρέθηκαν απέναντι σε άγνωστο πεδίο δοκιμασίας, σε απουσία κάποιου «πλάνου παραγωγής» (έργου) και σε ένα ζηλόφθονο και αμείλικτα κριτικό περιβάλλον.
Κλασικό θεματολόγιο αυτής της πρώτης αλλά δαιμόνιας κυβερνητικής κινητικότητας (στο κενό) –και της εκστατικής ειδησεογραφίας των εν αναμονή αναγνώρισης ΜΜΕ– είναι η εξάλειψη κάθε λειτουργικής και ηθικής αταξίας στο Δημόσιο, ο αφανισμός της φαυλοκρατίας και η πάταξη της κρατικής σπατάλης. Και περιέργως, σε κάθε αλλαγή κυβερνητικής φρουράς, οι ίδιοι στόχοι-σύμβολα τροφοδοτούν την οργιώδη φιλολογία και βάλλονται με ριπές μέτρων, εντυπωσιακών όσο και εφήμερων:
Οι εκατοντάδες κρατικές και ημικρατικές λιμουζίνες, οι χιλιάδες των αστυνομικών στην υπηρεσία των προυχόντων της πολιτικής, της οικονομίας, της δημοσιογραφίας και του ποδοσφαίρου, οι συστάδες αργομίσθων φυτεμένων στα δημόσια μέσα ενημέρωσης και ψυχαγωγίας, οι προκλητικά υψηλές απολαβές στελεχών σε ημικρατικούς οργανισμούς είναι περίπου οι ίδιοι πάντοτε προσφερόμενοι στόχοι βιτρίνας. Προκλητικοί αλλά πεισματικά ανεξάλειπτοι, επειδή ο πυρετός νοικοκυροσύνης των νεοφωτίστων πέφτει κατακόρυφα με την εξοικείωσή τους στις πρακτικές της εξουσίας.
[Πίσω στο 1964, όπως ενθυμείται ο γράφων, το δημοκρατικό νοικοκύρεμα από τη νέα κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου –πάππου του πρωθυπουργού– περιελάμβανε την αποκάλυψη του απόρρητου καταλόγου δημοσιογράφων, των οποίων η επαγγελματική ακεραιότητα και αντικειμενικότητα ελιπαίνετο
από την προκάτοχη κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή (του θείου) με τα μυστικά κονδύλια του υπουργείου Τύπου. Το υπουργείο αυτό έπαψε να υπάρχει και τα μυστικά κονδύλια διατίθενται από το υπουργείο Εξωτερικών και της Άμυνας, αλλά η χρήση τους δεν περιλαμβάνεται δυστυχώς στο πρόγραμμα εξυγίανσης του εγγονού Παπανδρέου. Υπάρχει εξάλλου σήμερα, για την προστασία των καλλίφωνων παπαγάλων, η ιερότητα των «προσωπικών στοιχείων»].
Το ίδιο έργο ανεβαίνει με κάθε νέα κυβέρνηση, αλλά στην παρούσα περίπτωση μέσα στο νέο δραματικό σκηνικό που συνθέτουν το φάσμα οικονομικής χρεοκοπίας της χώρας, το πρόσφατο δημόσιο μαστίγωμα του υπουργού των Οικονομικών από τους ευρωκράτες των Βρυξελλών, το έλλειμμα των 30 δισ. στον προϋπολογισμό του 2009 και η ανάγκη νέας προσφυγής στον εξωτερικό δανεισμό. Σε στιγμή όπου το χρέος ξεπερνά το ΑΕΠ, η ανάπτυξη είναι υπό το μηδέν, η πιστοληπτική ικανότητα συνεχώς υποβαθμίζεται και το υπέρογκο κόστος νέου δανείου θα επισωρευθεί στα 12 δισ. της ετήσιας, έως χθες, αφαίμαξης από τους δανειστές της χώρας. Κοντολογίς, η νέα κυβέρνηση είναι πλέον εκ των πραγμάτων αναγκασμένη να προχωρήσει σε πραγματικό νοικοκύρεμα, με αναθεώρηση των δημοσίων δαπανών και περιστολή της κρατικής κραιπάλης.
Μεταξύ των τομέων της κρατικής λειτουργίας και των κωδικών δαπανών που ξαναμπαίνουν έτσι στο μικροσκόπιο του υπουργείου Οικονομικών έχει αναφερθεί και ο αμυντικός εξοπλισμός της χώρας – σε περίοδο παρόξυνσης της εξωτερικής απειλής. Διαφεύγει όμως και πάλι της προσοχής ένας τομέας δημόσιας δαπάνης πολλών δεκάδων εκατομμυρίων ετησίως για τη συντήρηση μιας υπηρεσίας χωρίς την παραμικρή χρησιμότητα: των Γραφείων Τύπου Εξωτερικού.
Δύο φορές κατά τη θητεία της προηγουμένης κυβερνήσεως, η στήλη αυτή είχε επισημάνει (στου κουφού την πόρτα) τη δυνατότητα σημαντικής εξοικονόμησης πόρων με την επανεξέταση της σχέσεως κόστους-απόδοσης της υπηρεσίας Γραφείων Τύπου Εξωτερικού. Τα δύο άρθρα («Παρόν» 8/8/2004 και 3/4/2005), στηριζόμενα σε προσωπική πείρα και γνώση εκ των έσω, τονισμένα με τίτλους που πρόβαλλαν το στοιχείο ενός προκλητικά δαπανηρού παρασιτικού αναχρονισμού, ανέφεραν ότι:
– Η διατήρηση σε δεκάδες πρωτεύουσες ελληνικών Γραφείων Τύπου, σε οίκημα και με προσωπικό ανεξάρτητο της ελληνικής πρεσβείας, αποτελεί από πολλών χρόνων μιαν ελληνική εκκεντρικότητα, που σε περίοδο οικονομικής ασφυξίας παραβιάζει τα όρια του εξωφρενικού. Επειδή Γραφείο Τύπου Εξωτερικού σημαίνει ενοικιαζόμενη στέγη, στο κεντρικό και ακριβότερο σημείο ξένης πρωτεύουσας, με πενταμελές τουλάχιστον προσωπικό, ποικίλα λειτουργικά έξοδα και ετήσιο κόστος εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ.
Επιβίωση της εποχής του τηλεγράφου και των χερσαίων και θαλασσίων μεταφορών των ξένων εντύπων, τα γραφεία Τύπου εξακολουθούν να έχουν ως αποστολή τους να μεταφράζουν και να στέλνουν στην κεντρική υπηρεσία τα ελληνικού ενδιαφέροντος δημοσιεύματα στις χώρες λειτουργίας τους. Επίσης να επιτυγχάνουν τον ευνοϊκό για την Ελλάδα επηρεασμό της εκεί δημοσιότητας.
Κατά το πρώτο σκέλος της, η αποστολή τους εκπληρώνεται από υπαλλήλους των πέντε και έξι χιλιάδων ευρώ, που μεταφράζουν δημοσιεύματα του τοπικού Τύπου και τα στέλνουν περί το μεσημέρι στην Αθήνα. Αλλά η χρησιμότητά τους έχει εξαλειφθεί με την ανάπτυξη της ηλεκτρονικής επικοινωνίας. Ένας υπάλληλος πολύ χαμηλότερου κόστους στην οδό Ζαλοκώστα μπορεί, μέσω ενός υπολογιστή, να έχει μια πρώτη γενική εποπτεία του διεθνούς Τύπου, προτού αρχίσουν να καταφθάνουν τα ενημερωτικά μηνύματα και οι μεταφράσεις των γραφείων του εξωτερικού – που είναι και αμφίβολο αν κάποιος τις διαβάζει στο κέντρο.
Κατά το δεύτερο σκέλος της η αποστολή αυτή ήταν εξαρχής ανεδαφική, δοθέντος ότι ουδέποτε υπήρξε η αντικειμενική δυνατότητα επηρεασμού των κατά τόπους εκδοτών και δημοσιογράφων από επίσημο φερέφωνο ξένης κυβέρνησης. Ο διεθνής Τύπος και τα ΜΜΕ εμπιστεύονται τους ανταποκριτές τους και τα διεθνή πρακτορεία ειδήσεων και υπακούουν στις υπαγορεύσεις της εθνικής τους πολιτικής και των ιδιωτικών συμφερόντων τους. Όσοι παρακολουθούν συστηματικά τη διεθνή δημοσιότητα περί τα ελληνικά θέματα έχουν σαφή εικόνα της πλήρους αδυναμίας των Γραφείων Τύπου να την επηρεάσουν.
Η ίδια η ύπαρξη των Γραφείων Τύπου μπορεί μάλιστα να αποτελεί εμπόδιο στην ορθολογική αντιμετώπιση του δεινού προβλήματος που έχει η Ελλάδα στο επίπεδο προβολής και εμπέδωσης των δικαίων της στη συνείδηση της διεθνούς κοινής γνώμης. Διότι προσφέρουν το άλλοθι αδρανείας σε ανίδεους κυβερνητικούς υπευθύνους και απορροφούν σημαντικά ποσά που θα επενδύοντο με μεγάλην απόδοση στην αξιοποίηση του αδρανούς κεφαλαίου της ομογένειας και στη δημιουργία ομάδων πιέσεων (lobby) από ντόπιες προσωπικότητες σε κρίσιμα διεθνή κέντρα αποφάσεων – κατά τα επίζηλα πρότυπα του Ισραήλ και της Τουρκίας.
Τι απομένει ως δικαίωση του κόστους λειτουργίας γραφείου Τύπου σε μια ξένη πρωτεύουσα; Μόνο η ανταπόκριση σε σπάνια αιτήματα δημοσιογράφων (για ένα ραντεβού με παράγοντα στην Αθήνα ή για κάποια πληροφορία) και κάποτε η σύνταξη μιας ανασκευαστικής επιστολής για δημοσίευμα εφημερίδας – η οποία φιλοξενείται σπάνια ακουτσούρευτη και πάντως αργά για να διαλύσει δημιουργημένες εντυπώσεις στο αναγνωστικό κοινό. Τέτοιες επιστολές, όταν κρίνονται επιβεβλημένες, μπορούν να στέλνονται αυθημερόν με e-mail από την Αθήνα ή από την ελληνική πρεσβεία και να έχουν ενισχυμένη διεισδυτικότητα όταν φέρουν την υπογραφή υπουργού, γεν. γραμματέα ή του έλληνα πρέσβη.
Χώρες πλούσιες και έμπειρες στις διεθνείς σχέσεις δεν διατηρούν ανεξάρτητα Γραφεία Τύπου. Προκρίνουν τη διάθεση μικρού τμήματος της πρεσβείας τους, συχνά αποτελούμενο από έναν ακόλουθο και μια γραμματέα, για να απαντά στα τυχόν αιτήματα ντόπιων δημοσιογράφων. Ειδικού χαρακτήρα και υψηλού επιπέδου αποστολές προς τα τοπικά ΜΜΕ εκτελούνται από τον ίδιο τον πρεσβευτή ή υψηλόβαθμο συνεργάτη του, διπλωμάτη. Περιβάλλονται έτσι με το κύρος του αξιώματος και αποσπούν την ευγενική προσοχή, αν και σπανίως έχουν κάποιαν απόδοση. Το ίδιο τμήμα πληροφοριών της πρεσβείας μπορεί να επισημαίνει την ύπαρξη δημοσιευμάτων εθνικού ενδιαφέροντος ή και να τα στέλνει αυτούσια με e-mail στο κέντρο για την ενημέρωση της αρμόδιας υπηρεσίας.
Η διεθνής πρακτική και η κραυγαλέα αναποτελεσματικότητα αυτής της πολυδάπανης υπηρεσίας δεν φρονημάτισε τις ελληνικές κυβερνήσεις. Η Ελλάδα συντηρεί σήμερα 40 ανεξάρτητα Γραφεία Τύπου σε ισάριθμες πρωτεύουσες. Τα της λειτουργίας τους και τις αποδοχές του προσωπικού ορίζει ο νόμος 3166/ 2-7-2003. Σύμβουλος, γραμματέας, ακόλουθος Τύπου και βοηθητικό προσωπικό αμείβονται εκτός του μισθού τους με επίδομα αλλοδαπής, που αντιστοιχεί σε εκείνο των ισόβαθμων διπλωματών, αλλά το κόστος επιβαρύνεται με το επίδομα εγκαταστάσεως και με τη δαπάνη οικοσκευής κατά τις μεταθέσεις τους. Το έργο τους κατʼ ουσίαν συνίσταται στη γραφειοκρατική πλήρωση του κενού, με αλληλογραφία με την κεντρική υπηρεσία, στερημένη ουσίας και ενδιαφέροντος.
Μετά την επισήμανση αυτών των δεδομένων στα άρθρα που αναφέρθηκαν παραπάνω, ο τότε αρμόδιος υπουργός κ. Ρουσσόπουλος άνοιξε ένα ακόμη γραφείο Τύπου στο εξωτερικό. Στο Ντουμπάι!
Πρέπει επομένως αυτά τα γραφεία να διατηρούν κάποια χρησιμότητα, αν και μη ορατή διά γυμνού
οφθαλμού. Να δούμε πώς το βλέπει η νέα νοικοκυρά.


Σχολιάστε εδώ