Και με στρατηγική πέραν αυτονοήτου ρητορικής οργής
ΕΑΝ οι τελευταίες (και με διάφορες ευκαιρίες) δηλώσεις του κύπριου Προέδρου ερμηνευθούν ορθά και αξιολογηθούν υπό το φως των πληροφοριών για την εξέλιξη της διαπραγματευτικής διαδικασίας, τότε μπορεί μεν να μη σημειώθηκε (ακόμη) αδιέξοδο στο Κυπριακό, αλλά με βεβαιότητα βρισκόμαστε σε φάση αδιέξοδης στασιμότητας, εκτός και αν εμπαίζομεν εαυτούς και αλλήλους.
Άλλωστε, πρέπει να δούμε αυτές τις (έως και οργίλες εν πολλοίς) δηλώσεις Χριστόφια εκ παραλλήλου προς πάγιες τουρκικές τοποθετήσεις από την Άγκυρα, τις οποίες και σπεύδει να συνυιοθετήσει ο κατοχικός τοποτηρητής. Τοποθετήσεις (όπως αυτές περί εποίκων και εγγυήσεων) οι οποίες ουσιαστικά προαποκλείουν συγκλίσεις, ενώ υπονομεύουν κάθε δυνατή προοπτική αποδεκτού συμβιβασμού. Επομένως, προαγγέλλουν αδιέξοδο.
Ασφαλώς πολύ ορθά ο Πρόεδρος της Κύπρου επεσήμανε ότι «έχουμε κι εμείς κόκκινες γραμμές», τις οποίες κανονικά δεν πρέπει να διασκελίσουμε αν θέλουμε να συνεχίσουμε να υπάρχουμε ως κράτος με μία κυριαρχία (κι όχι βεβαίως διά δύο και εξ αδιαιρέτου), μία διεθνή προσωπικότητα και, κατά προέκταση,
μία ιθαγένεια για τους πολίτες του. Κάτι που βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τις τουρκικές προσεγγίσεις, χωρίς δυνατότητα γεφυρώσεως. Εκτός και αν υπάρξουν ουσιαστικές (και όχι ρητορικές) αναδιπλώσεις. Και αυτές δεν μπορεί να προέλθουν από την ελληνική πλευρά, όχι για τίποτε άλλο, αλλά γιατί:
Στο σημείο που έχουμε φθάσει, με τη συνεχή διολίσθηση θέσεων, δεν απέμειναν καθόλου περιθώρια νέων εκχωρήσεων χωρίς να βρεθούμε σε μη αναστρέψιμη τροχιά συνομοσπονδιακών ρυθμίσεων, με τις ανάλογες (και βεβαίως προβλεπτές) συνέπειες, οι οποίες θα απέβαιναν μοιραίες, και κατʼ ακρίβειαν ολέθριες.
Αυτά είναι τόσο χιλιοειπωμένα, ώστε να αποβαίνουν αναμηρυκασμός. Το θέμα δεν είναι να γίνονται αυτές οι διαπιστώσεις, αλλά υπό το φως τους να μελετώνται οι εναλλακτικές επιλογές μας σε περίπτωση που παρʼ ελπίδα βρεθούμε μπροστά σε κρίση και υποτροπή. Γιατί με το να προαπορρίπτουμε απλώς δεν βγαίνει τίποτα. Εκτός εάν οπλίσουμε την πλευρά μας και με την ετοιμότητα του επόμενου βήματος, για να μη γίνουμε απαθείς θεατές αυτών που θα ανακύψουν, και τα οποία δεν υπάρχουν πολλές αμφιβολίες ότι θα είναι και εκ των πραγμάτων οδυνηρά και δυνάμει επικίνδυνα. Καθώς το αδιέξοδο θα οδηγήσει συν τω χρόνω σε οριστικοποίηση της γεωπολιτικής διαιρέσεως (πάνω στις σημερινές γραμμές) και αμεσότερα σε δυναμικές αναγνωρίσεως του κατοχικού μορφώματος.
Αυτό είναι το υπό τις περιστάσεις μέλλει γενέσθαι. Κι εμείς είναι ανάγκη να προσδιορίσουμε το δέον. Και το δέον γενέσθαι απαιτεί ρεαλιστικό προβληματισμό και στρατηγική διαχείριση των δεδομένων. Αφενός για να προλάβουμε τα χειρότερα, στον βαθμό που μπορούμε, και αφετέρου για να ιεραρχήσουμε εκ των προτέρων συγκεκριμένες επιλογές που να οδηγούν σʼ αυτές ή στις άλλες μορφές ακόμη και μονομερών ρυθμίσεων, οι οποίες αυτονοήτως μπορεί να είναι ανεπιθύμητες σήμερα, αλλά αύριο μπορεί να αποβούν μονοδρομικές διέξοδοι. Ως το μη χείρον. Χωρίς οπωσδήποτε να είναι το βέλτιστον. Και ο νοών νοείτω.
Γιατί αυτήν τη στιγμή το μη χείρον είναι μια συμφωνημένη λύση που να αποτελεί παράγωγο ιστορικού συμβιβασμού. Οδυνηρού μεν για το ανίσχυρο σκέλος της καταθλιπτικής ανισοσθένειας (που είμεθα εμείς), αλλά τουλάχιστον βιώσιμου. Που να παρέχει εχέγγυα μελλοντικών παλινορθώσεων, μέσα στο ευρωπαϊκό περιβάλλον, στους θεσμούς του οποίου έχουμε ήδη αμετακλήτως ενσωματωθεί.
Διαφορετικά, θα οργιζόμεθα μεν, θα υψώνουμε τους τόνους της δίκαιης οργής, αλλά θα υφιστάμεθα τα παράγωγα της διχοτομήσεως, χωρίς δυνατότητες που να διασφαλίζουν την ιστορική συνέχεια του Κυπριακού Ελληνισμού στη φυσική του γεωγραφία.
Το μείζον σήμερα για μας ζητούμενο…