ΟΥΦ!..

Με τη διαφορά ότι, ενώ η κουταλιά της σόδας σε χαλαρώνει και πέφτεις ήσυχος να κοιμηθείς, αντίθετα με την πρόσφατη προεκλογική μας βαρυστομαχιά και παρά το προσωρινό «ουφ» που είπαμε, κανένας δεν μπορεί να προβλέψει ότι στο τραπέζι της λιτότητας που θα ακολουθήσει, δεν μας περιμένουν χειρότερες δυσπεψίες, αν όχι και πιο άγριες πείνες. Και αυτό επειδή και οι δύο όψεις της εκλογικής μας επιλογής, με τον τρόπο της η κάθε μία, μας προετοίμαζε για την επιδείνωση της κατάστασης που μας περιμένει, χρησιμοποιώντας μάλιστα και τους πιο αδέξιους και άγαρμπους «σεφ», που, αντί να μας φτιάξουν κάπως τη διάθεση, έστω και για ένα πιάτο με όσπρια χωρίς ρεπανάκια, μας έκαναν κάθε μέρα περισσότερο ανορεκτικούς. Από τη μία πλευρά, ο κ. Καραμανλής, με ένα ύφος που θύμισε Σιλβέστερ Σταλόνε στο «Ράμπο νούμερο ένα» -γιατί κι αυτός στις επόμενες τα έκανε σκατά (για τον Σίλβο λέω)- με τη διαβεβαίωση ότι μας κοιτάζει στα μάτια (τώρα για τον δικό μας, τον Καρα-Ράμπο λέω), για να μας πει ότι το καράβι έπεσε σε Φαλκονέρα και κάνει νερά και να ξεχάσουμε αυτά που ξέραμε, λες κι εμείς ως μωρές παρθένες δεν ξέραμε τίποτα για το φόνο. Και από την άλλη πλευρά, ο κ. Παπανδρέου, αυτός ντροπαλούτσικα-ντροπαλούτσικα, αποφεύγοντας το κατάματα βλέμμα, με μια αδεξιότητα που μας θύμιζε τον Ντάστιν Χόφμαν στον «Πρωτάρη», για να μας διαβεβαιώσει ότι η ελπίδα πεθαίνει τελευταία, χωρίς όμως καμιά ελπίδα στην ιστορία της ανθρωπότητας να έχει σώσει κανέναν ετοιμοθάνατο. Πικρή βέβαια κι αυτή η αλήθεια περί ελπίδας. Πώς να το κάνουμε όμως αφού κανένας επιδέξιος μάγειρας δεν έχει βρεθεί για να μας σερβίρει την αλήθεια έτσι που να καταπίνεται πιο εύγευστη, εκτός αν την ανακαλύψει η κ. Μενεγάκη στην ανεύρεση της καλύτερης μαγείρισσας για τον πρωινό καφέ της. Στην κοσμάρα της και η Ελένη… Τι γίνεται, ρε σύντροφοι, πάμε καλά; Το «σύντροφοι» πάει στην αδεκαρία, μην το πάτε σε κομματικά σφυροδρέπανα και απλώνει περπατησιά η Αλέκα. Για τη Μενεγάκη λέμε, που αρλουμπολόγα και άσχετη μέσα στην καλή χαρά, ψάχνει για την καλύτερη μαγείρισσα, χωρίς να μας λέει και πού θα βρούμε τα λεφτά για να πάρουμε από τα σούπερ-μάρκετ όλα αυτά που χρειάζονται για να τα μαγειρέψουμε. Εκτός αν ο κ. Παπανδρέου μας αποκαλύψει πού θα βρει κι εκείνος τα λεφτά για να βουλώσει τις μαύρες τρύπες που του άφησε η Νέα Δεινο-κρατία, μήπως έτσι βολευτούμε κι εμείς που δεν μας αφήνει ήσυχους η φασιστική ομηρία του «Τειρεσία» με τις καταχρεωμένες πιστωτικές κάρτες και που τρεις φορές την ημέρα τηλεφωνούν οι εισπρακτικές εταιρείες απειλώντας με θεούς και δαίμονες και σιγά δηλαδή να μην έχουν άλλη δουλειά οι θεοί για να τρέχουν να μαζεύουν τα βερεσέδια από τις πιστωτικές κάρτες. Για τους θεούς λέω, για τους δαίμονες δεν ξέρω, γιατί δεν αποκλείεται να έχουν συμμαχήσει κι αυτοί με τις τράπεζες. Και το χειρότερό μας είναι που και ο κ. Παραλο-γοσκούφης ξαναγυρίζει, λέει, στο πανεπιστημιακό του άσυλο και ποιος θα μας σώσει από τα αδιέξοδά μας, «στρίβειν ως θερσίτης πόντικας» κι αυτός, όπως λέγαμε μια περασμένη Κυριακή και για κάποιους άλλους μεγαλόσχημους αρουραίους…

ΕΠΙ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ…

Τι λέγαμε; Α, μάλιστα… Για την περασμένη «συννεφιασμένη Κυριακή», για να ξαναγυρίσουμε στο θέμα μας. Το πρωί είχα τραβήξει από το βάθος ενός συρταριού, μαζί με άλλα άχρηστα αναμνησιακά χαρτιά, το τελευταίο εκλογικό μου βιβλιάριο, με ημερομηνία έκδοσης 31 Νοεμβρίου 1983. Το ξεφύλλισα, δεν θα έλεγα με μεγαλύτερη συγκίνηση από όση όταν βρήκα και μια παλιά εξοφλημένη απόδειξη της ΔΕΗ, και μέτρησα τις σφραγισμένες σελίδες του για την κάθε φορά που το χρησιμοποίησα. Ήταν 14 και πιο συγκεκριμένα το 1984, το 1985, δύο φορές το 1986, δύο το 1989, το 1990, το 1993, δύο φορές το 1994, το 1996, άλλες δυο το 1998 και τελευταία το 2000 και ύστερα το βιβλιάριο μπήκε κι αυτό στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας.

Όλες οι σελίδες με κάποια δική τους ιδιαιτερότητα, άλλες με το ΠΑΣΟΚ, ανήσυχο, αλλά που με όλες τις σκανταλιές του -«νεανικότερες» στα πρώτα του χρόνια και «γεροντομπασμένες» στα επόμενα- να καταφέρνει τις περισσότερες φορές να επιπλέει αποφεύγοντας τις Συμπληγάδες πέτρες. Και άλλες με τη «Νου Δου», με τη γνωστή αυτοκαταστροφική της αδυναμία, όπως και στην πρόσφατη βαρύτατη ήττα της, κάτι με τους αδίστακτους βαρόνους της, με την αδεξιότητα των χειρισμών της, την αλαζονεία των απερίσκεπτων, κάτι και με το ενδοοικογενειακό της ροκάνισμα, άρχισε να κλυδωνίζεται πολύ πιο γρήγορα από όσο θα της το επέτρεπαν μια δικαιολογημένη φθορά και μια εκ των πραγμάτων αφθαρσία. Χωρίς όμως καμιά από τις 14 σελίδες, που είναι σφραγισμένες στο παλιό εκλογικό μου βιβλιάριο, να ήταν τόσο αμήχανη, τόσο αβέβαιη και τόσο «χύμα» θα την έλεγα, όπως αυτή που ζήσαμε τον περασμένο προεκλογικό μήνα. Με «πριμοδοτημένο» μάλιστα τον κ. Παπανδρέου, χωρίς αυτό να αποτελεί ανέκδοτο όπως εκείνα τα σαχλά του Τοτού, από τον ίδιο τον κ. Καραμανλή που μόνος του του άνοιξε την πόρτα για την εγκατάστασή του στου Μαξίμου. Όταν βέβαια ξύπνησε ένα πρωί και άρχισε να σφίγγει τις γροθιές του, πάλι σαν τον Σιλβέστερ Σταλόνε, αυτή τη φορά όπως στο «Ρόκι νούμερο τέσσερα», με τη διαφορά ότι, ενώ στην ταινία η νίκη για τον Ρόκι ήταν γραμμένη στο σενάριο και σκηνοθετημένη σωστή, αντίθετα ο δικός μας ο Καρα-ρόκι, προτίμησε να τα κάνει όλα μόνος του και στο παίξιμο και στο σενάριο και στη σκηνοθεσία, με τα γνωστά αποτελέσματα και μάλιστα σε ένα ρινγκ με ένα εντελώς παράλογο εκλογικό σύστημα, όπου με μια και μοναδική παραπάνω ψήφο, το κόμμα που την έχει κερδίζει «καπέλο» 40 έδρες παραπάνω, σαν να πρόκειται για παιχνίδια με πλανόδιο φιστικά.

Ακούσαμε πολλές φορές τον κ. Καραμανλή να λέει στις προεκλογικές του ομιλίες: «Κάναμε λάθη και τα παραδεχόμαστε. Είχαμε και παραλήψεις που τις αναγνωρίζουμε. Σημειώθηκαν και αταξίες μας που τις στείλαμε στη Δικαιοσύνη».

Αυτό σαν δείγμα υψηλής στάθμης πολιτικού λόγου, με τη διαφορά και επειδή από λίγο ως πολύ, ένα είδος παράστασης είναι και οι προεκλογικές παρουσίες, ποτέ δεν ακούσαμε κανένα θεατρώνη να λέει:

«Έχει και κάτι λάθη το έργο που παίζουμε, κάνουν και κάτι άγρια σαρδάμια μερικοί ηθοποιοί που τους πήραμε επειδή είναι συγγενικά μας παιδιά, έχει και κάτι σκηνές που ο θεατής βαριέται και θέλει να φύγει, όμως σας παρακαλούμε να μείνετε στις θέσεις σας και φεύγοντας θα σας κεράσουμε και λουκουμάκι…».

Με λάθος σενάριο έπαιξε ο κ. Καραμανλής, λάθος ηθοποιούς και λάθος σκηνοθέτη. Ας πρόσεχε…

***

ΑΛΕΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟ… ΠΑΖΑΡΙ!

Δεν κρύβω τη λύπη μου που δεν μπόρεσε ο μικρός αριθμός των ηθοποιών που είχαν υποψηφιότητα για την είσοδό τους στη Βουλή να επιτύχουν στην προσπάθειά τους, με μοναδικές εξαιρέσεις την Πέμυ Ζούνη και τον Γιάννη Βούρο, με σταυρούς προτίμησης, από το ΠΑΣΟΚ και τον Κώστα Καζάκο, Επικρατείας από το ΚΚΕ. Όλοι οι άλλοι και όλες οι άλλες που κέρδισαν στην εκλογική τους αναμέτρηση, δικηγόροι οι περισσότεροι, τεχνοκράτες και δεν ξέρω με πόση και απαραίτητη την πολιτική παιδεία, την επιστημονική εννοώ και όχι την «παρεΐστικη», την πελατειακή και συχνά την καφενειακή.

Θα μου πείτε, ειδικά για τους ηθοποιούς «τι γυρεύει η αλεπού στο παζάρι» και θα έλεγα ότι ειδικά για την περίπτωση, δηλαδή την αναγνώριση των κοινωνικών και των συνήθως παραμελημένων πολιτιστικών προβλημάτων, είναι όχι μόνο αλλά και απαραίτητη η ευελιξία, το χάρισμα του λόγου όσο και η… αλεπουδίσια όσφρηση που χρειάζεται για να στηρίξεις τις θέσεις εκείνων που σε έστειλαν εκεί, γιατί τέτοια είναι και η φύση της δουλειάς τους. Οι περισσότεροι ηθοποιοί που πέρασαν από την Ελληνική Βουλή, άφησαν σημάδια με το πέρασμά τους, αρχίζοντας από τη Μελίνα, την και μακροβιότερη υπουργό Πολιτισμού, την Άννα Συνοδινού, που κάποια ώρα αηδιασμένη από τις μικρότητες πολλών από τους «εκλεκτούς», τους τα βρόντηξε και είδαν την πλάτη της, τον Λυκούργο Καλλέργη, τον Στέφανο Ληναίο, την Αιμιλία Υψηλάντη και όσους δεν τους θυμάμαι αυτή τη στιγμή και να μου το συγχωρέσουν, αυτούς δηλαδή που τους άνοιξε την πόρτα το ΠΑΣΟΚ και ο χώρος της Αριστεράς και πολύ σπάνια η Νέα Δημοκρατία, ίσως γιατί και τα καλλιτεχνικά της αποθέματα ποτέ δεν ήταν και τόσο ισχυρά.

Και έχει τόση ανάγκη από στήριξη ο πολιτισμός! Γιατί ποιος άλλος θα τον στηρίξει περισσότερο από τους ανθρώπους του, που είναι και οι εργάτες του; Ενώ την ευθύνη του συνήθως την αναλαμβάνουν άνθρωποι που είναι αμφίβολο αν έχουν πληρώσει εισιτήριο μια ή δύο φορές στη ζωή τους για να πάνε σε ένα θέατρο, παρόντες όμως στις επίσημες πρεμιέρες σαν προσκεκλημένοι, περισσότερο για να γίνει αισθητή η παρουσία τους.

Και επειδή είναι μετεκλογικό το σημερινό σημείωμα, να θυμηθούμε ότι κανένας από τους δύο μεγάλους μονομάχους, αλλά ούτε και από τους μικρότερους, δεν ακούστηκε να λέει προεκλογικά ούτε μια λέξη για τον πολιτισμό και για τους ανθρώπους που τον υπηρετούν και τον στηρίζουν. Ούτε μια λέξη, σαν να μην υπάρχει. Στη μούγκα. Βρε, κάτι για τα προβλήματα και τις ανάγκες που έχουν και το θέατρο και ο κινηματογράφος και η μουσική και οι αρχαιολογικοί χώροι και τα τόσα άλλα. Χωρίς κανένας να λογαριάσει, επειδή και ο τουρισμός θεωρείται εθνικό μας κεφάλαιο, ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των ξένων που έρχονται κάθε χρόνο στην Ελλάδα, δεν μας θυμούνται ούτε για να κάνουν τα μπάνια τους στα νερά του Αιγαίου -θάλασσες μπορούν να βρουν και αλλού- ούτε για να δοκιμάσουν τους μουσακάδες και τις μελιτζανοσαλάτες μας, γιατί παρόμοια μπορούν να βρουν κι αλλού και μάλιστα χωρίς να τους ληστεύουν αλύπητα τα «γραφικά» μας ταβερνάκια.

Ένας από τους σημαντικότερους λόγους που μας έρχονται οι ξένοι, είναι για να ανέβουν στην Ακρόπολη και αν σας φαίνεται αυτό υπερβολικό, ρωτήστε πόσες χιλιάδες εισιτήρια κόπηκαν στο νέο Μουσείο της Ακρόπολης από την ημέρα που άνοιξε, για να καταλάβουν ότι ο πολιτισμός, το «αποπαίδι» της κυβέρνησης, δίνει πολλά περισσότερα από πολλούς «χαϊδεμένους».

Από τον υπογράφοντα, και ως πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων, στον καινούργιο υπουργό Πολιτισμού κ. Παύλο Γερουλάνο εγκάρδιες ευχές να στηρίξει και να ανταποκριθεί στις προσδοκίες μας στο σπουδαίο υπουργείο που έχει αναλάβει.


Σχολιάστε εδώ