Όλοι, θύματα της παγκοσμιοποίησης, ενωθείτε!
MAURICE ALLAIS, ΝΟΜΠΕΛ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ: Είναι η μόνη στρατηγική
Δημοσιεύουμε σήμερα τη δεύτερη ερώτηση την οποία υπέβαλε στον μεγάλο διεθνή οικονομολόγο και διανοητή, Maurice Allais, ομάδα γκολικών βουλευτών και την απάντησή του.
Ερώτηση: Η παγκοσμιοποίηση με τεχνικούς όρους είναι, βεβαίως, αναπόφευκτη. Ποια μέτρα όμως θα έπρεπε, κατά την άποψή σας, να ληφθούν για να αντιμετωπισθούν οι αρνητικές της επιπτώσεις;
Απάντηση: Ενώπιον της μαζικής ανεργίας σήμερα και με την απουσία μιας πραγματικής, θεμελιωμένης διαγνώσεως, δεν παύουν να πολλαπλασιάζονται οι ψευδοθεραπευτικές συνταγές:
• Μας λένε, για παράδειγμα, ότι όλα είναι πολύ απλά. Εάν θέλουμε να εξαλείψουμε την ανεργία, αρκεί να μειώσουμε τους μισθούς. Κανένας, όμως, δεν μας λέει πόσο μεγάλη θα πρέπει να είναι αυτή η μείωση και εάν θα ήταν εφικτή χωρίς να θέσει σε κίνδυνο την κοινωνική ειρήνη. Το γεγονός ότι επί τόσα χρόνια οι μεγάλοι διεθνείς οργανισμοί προτείνουν μια τέτοια λύση είναι πραγματικά εκπληκτικό.
• Μας λένε ακόμη ότι αρκεί να μειώσουμε τον χρόνο εργασίας για να καταπολεμήσουμε την ανεργία. Εκτός όμως από το γεγονός ότι οι άνθρωποι δεν είναι πλήρως ανταλλάξιμοι και υποκαταστήσιμοι μεταξύ τους, η λύση αυτή αμελεί επίσης πλήρως το αναμφισβήτητο γεγονός ότι πολλές ανάγκες, συχνά πολύ πιεστικές, μένουν ακάλυπτες. Δεν θα αντιμετωπίσουμε με λιγότερη εργασία πραγματικά αυτήν την κατάσταση. Επιπλέον, λαμβάνοντας υπʼ όψιν την πυραμίδα των ηλικιών και τις προοπτικές εξελίξεώς της, κάθε μείωση του χρόνου εργασίας, κάθε μείωση του χρόνου συντάξεως, δεν μπορεί παρά να υποθηκεύσει, με πολύ δυσμενή τρόπο, το μέλλον.
• Ορισμένοι εισηγούνται ακόμη ότι θα μπορούσαμε να καταπολεμήσουμε την ανεργία με τον πληθωρισμό. Το να καταπολεμήσεις όμως τις συνέπειες της παγκόσμιας φιλελευθεροποίησης των ανταλλαγών με νομισματική επέκταση και πληθωρισμό συνιστά ακραία ψευδαίσθηση και άγνοια των βαθιών, πραγματικών αιτίων της σημερινής καταστάσεως. Η κατάσταση αυτή, σε ό,τι αφορά την πραγματική φύση της και ό,τι πιο ουσιώδες, δεν έχει τίποτε το συγκρίσιμο με τη μεγάλη κρίση της δεκαετίας του 1930. Κατά έναν τρόπο, που μόνο φαινομενικά είναι παράδοξος, η συνέχιση με κλειστά μάτια μιας πολιτικής κατʼ επίφαση φιλελεύθερης, παγκόσμιων ελευθέρων ανταλλαγών, και η θέσπιση ψευδοθεραπειών έχουν ως αναπόφευκτη επίπτωση να οδηγούν τη χώρα μας προς τον πολλαπλασιασμό, κάθε μέρα, των καθοδηγητικών, κολεκτιβιστικού τύπου, μέτρων, σε μια προσπάθεια νʼ αντιμετωπισθούν και να μπαλωθούν οι διαταραχές και τα προβλήματα που προκαλεί η πολιτική των παγκοσμιοποιημένων ελευθέρων ανταλλαγών.
Μέσα στη σημερινή κατάσταση, η Γαλλία αυτοκαταστρέφεται. Πώς να εξηγήσει κανείς αυτήν την κατάσταση; Στην πραγματικότητα και σε ό,τι αφορά το ουσιώδες, η προοδευτική και βαθιά χειροτέρευση της καταστάσεως στη Γαλλία, από το 1974, εξηγείται από την κυριαρχία και την αδιάκοπη επανάληψη «κατεστημένων αληθειών», ταμπού εκτός συζητήσεως, λανθασμένων προκαταλήψεων, που δεν επιδέχονται συζήτηση. Οι διαστροφικές επιπτώσεις όλων αυτών πολλαπλασιάσθηκαν και ενισχύθηκαν με την πάροδο του χρόνου.
Η κυριαρχία αυτή επιβάλλεται με μια συνεχή προπαγάνδα από ορισμένα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, που χρηματοδοτούνται από ισχυρά λόμπι, περισσότερο ή λιγότερο απόκρυφα. Είναι σχεδόν απαγορευμένο να αμφισβητήσει κανείς την παγκοσμιοποίηση και να την παρουσιάσει ως αιτία ανεργίας.
Κανένας δεν θέλει, ή δεν μπορεί, να αναγνωρίσει κάτι προφανές: το γεγονός ότι εάν όλες οι πολιτικές που εφαρμόσθηκαν, εδώ και τριάντα χρόνια, απέτυχαν, αυτό οφείλεται στο ότι δεν στράφηκαν εναντίον αυτού που είναι η ρίζα του κακού, της υπερβολικά δηλαδή φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης των ανταλλαγών.
Η εξέλιξη αυτή έγινε υπό την ολοένα και περισσότερο κυρίαρχη επίδραση των αμερικανικών πολυεθνικών εταιρειών, τις οποίες ακολούθησαν, στη συνέχεια, οι πολυεθνικές εταιρείες όλου του κόσμου. Καθεμιά απʼ αυτές τις πολυεθνικές εταιρείες έχει εκατοντάδες θυγατρικές. Διαθέτουν τεράστια χρηματιστικά μέσα και διαφεύγουν από κάθε έλεγχο.
Ασκούν, εκ των πραγμάτων, υπερβολική πολιτική εξουσία. Αυτές μόνο επωφελούνται, σε όλα τα επίπεδα, από την άνευ όρων φιλελευθεροποίηση σε παγκόσμιο επίπεδο.
Στην πραγματικότητα, η εξέλιξη αυτή συνοδεύθηκε από την ανάπτυξη ενός καπιταλισμού άγριου και αρρωστημένου.
• Στο όνομα ενός ψευδοφιλελευθερισμού και με τον πολλαπλασιασμό των απορρυθμίσεων, εγκαθιδρύθηκε σιγά σιγά ένα είδος παγκοσμιοποιημένου «μπάτε σκύλοι αλέστε» laisser faire. Δεν πρέπει, όμως, να ξεχνούμε ότι η οικονομία της αγοράς δεν είναι παρά ένα όργανο, το οποίο δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από ένα θεσμικό και πολιτικό πλαίσιο. Δεν μπορεί να υπάρξει αποτελεσματική οικονομία αγορών εάν αυτή δεν έχει θέση σʼ ένα κατάλληλο θεσμικό και πολιτικό πλαίσιο. Κατά τον ίδιο τρόπο, μια φιλελεύθερη κοινωνία δεν μπορεί να είναι άναρχη.
Η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας είναι ασφαλώς πολύ επικερδής για ορισμένες ομάδες προνομιούχων. Τα συμφέροντα όμως των ομάδων αυτών δεν μπορούν να ταυτίζονται με τα συμφέροντα ολόκληρης της ανθρωπότητας. Μια εσπευσμένη και άναρχη παγκοσμιοποίηση μπορεί να προκαλέσει αστάθεια παντού, ανεργία, αδικίες, ταραχές και δυστυχία κάθε είδους και να αποδειχθεί τελικά μειονεκτική για όλους τους λαούς.
Η πραγματική εξήγηση αυτής της καταστάσεως είναι η άγνοια. Βαθιά άγνοια των αρχών, η εφαρμογή των οποίων θα μπορούσε να επιτρέψει την ύπαρξη μιας κοινωνίας προόδου, αποτελεσματικής και ανθρωπιστικής.
Ένας απαράκαμπτος όρος:
η επαναφορά της αρχής της κοινοτικής προτιμήσεως
Χωρίς καμία αμφιβολία, η πολιτική των παγκόσμιων ελευθέρων ανταλλαγών που εφαρμόζουν οι Βρυξέλλες είναι η κύρια αιτία, παρασάγγας η σημαντικότερη, για τη μαζική υποαπασχόληση και τη μείωση της αυξήσεως του εθνικού προϊόντος που διαπιστώνεται. Για τη θεραπεία αυτού του προβλήματος η ευρωπαϊκή οικοδόμηση πρέπει να βασισθεί στην επαναφορά της κοινοτικής προτιμήσεως και του ελέγχου της κινήσεως των κεφαλαίων, αναγκαία προϋπόθεση για την επέκταση της οικονομίας και της απασχόλησης και για την ευημερία. Η αρχή αυτή ισχύει για όλες τις χώρες και ομάδες χωρών.
• Ένας λογικός στόχος θα ήταν η λήψη των καταλλήλων μέτρων ώστε για κάθε προϊόν ή ομάδα προϊόντων να διασφαλίζεται ένα ελάχιστο ποσοστό κοινοτικής παραγωγής. Η μέση τιμή του ποσοστού αυτού θα μπορούσε να είναι της τάξεως του 80%. Το μέτρο αυτό, λαμβάνοντας υπʼ όψιν τη σημερινή κατάσταση, θα ήταν θεμελιακά φιλελεύθερο, θα επέτρεπε την αποτελεσματική λειτουργία της οικονομίας, θα την προστάτευε από εξωτερικές αναταραχές, ενώ ταυτόχρονα θα εξασφάλιζε εκτεταμένες και πλεονεκτικές σχέσεις με όλες τις τρίτες χώρες.
• Θεωρώ χρήσιμο να επαναλάβω, για μια ακόμη φορά, ότι η πλήρης φιλελευθεροποίηση των ανταλλαγών δεν είναι δυνατή ούτε ευκταία έξω από το πλαίσιο περιφερειακών συνόλων, που συσπειρώνουν χώρες οικονομικά και πολιτικά διασυνδεδεμένες και συγκρίσιμου οικονομικού και κοινωνικού επιπέδου ανάπτυξης. Αυτές επίσης που διασφαλίζουν μια αγορά επαρκώς μεγάλη για να είναι δυνατό νʼ αναπτύσσεται σʼ αυτήν ο ανταγωνισμός, κατά τρόπο αποτελεσματικό και επωφελή.
Κάθε περιφερειακή ένωση πρέπει να είναι σε θέση να διασφαλίζει απέναντι στο εξωτερικό μια λογική προστασία, ώστε να αποφεύγει τις διαστρεβλώσεις που οφείλονται στον ανταγωνισμό και τις αρνητικές συνέπειες εξωτερικών διαταραχών, όπως επίσης για να καθιστά αδύνατες ανεπιθύμητες εξειδικεύσεις που γίνονται αιτία ανισορροπιών και ανεργίας. Οι συνέπειες αυτές είναι πλήρως αντίθετες με τη δημιουργία μιας καταστάσεως μέγιστης αποτελεσματικότητας σε παγκόσμια κλίμακα, διασυνδεόμενη με μια κοινώς αποδεκτή διεθνή κατανομή εισοδημάτων.
Οι όροι για την επαναφορά της κοινοτικής προτιμήσεως
Πράγματι, η επαναφορά της κοινοτικής προτιμήσεως που συνιστά τον κύριο όρο μιας αποτελεσματικής πολιτικής για την αποκατάσταση της αυξήσεως του εθνικού προϊόντος και της απασχόλησης, προϋποθέτει πολύ ισχυρή πολιτική βούληση. Είναι προφανές ότι στη σημερινή κατάσταση αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς τη σύμφωνη γνώμη και των 27 χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και χωρίς την τροποποίηση των θεμελιωδών στόχων του Διεθνούς Οργανισμού Εμπορίου.
Εάν η διπλή αυτή προϋπόθεση δεν μπορεί να εξασφαλισθεί, τότε θα πρέπει να την επαναφέρουν οι δώδεκα χώρες-μέλη της Ευρωζώνης για την Ευρωζώνη και να εγκαταλείψουν τον Διεθνή Οργανισμό Εμπορίου. Εάν και αυτή η λύση αποδειχθεί τελικά ανέφικτη, η Γαλλία θα πρέπει να εγκαταλείψει την Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι πολύ πιθανόν ότι θα την ακολουθούσαν και οι περισσότερες χώρες-μέλη της Ευρωζώνης και σε κάθε περίπτωση όλες οι χώρες από τα έξι ιδρυτικά μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η άμεση επαναφορά της κοινοτικής προτιμήσεως, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, είναι απόλυτος όρος για την επιβίωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πράγματι, δεν μπορεί κανείς να αποκρύψει τις τεράστιες δυσκολίες που θα συναντούσε, σε νομικό και θεσμικό επίπεδο, η άμεση επαναφορά της κοινοτικής προτιμήσεως και, εάν παρίστατο ανάγκη, η αποχώρηση μιας ομάδας χωρών από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Είμαι όμως πεπεισμένος ότι εάν οι λαϊκές μάζες, από την άκρα Δεξιά έως την άκρα Αριστερά, ενωθούν μια ορισμένη στιγμή για έναν κοινό αγώνα άμεσης επαναφοράς της κοινοτικής προτιμήσεως, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα βρει τον τρόπο να απαντήσει σʼ αυτήν την έκκληση και η κοινή δράση θα υπερνικήσει κάθε είδους εμπόδιο…
Οι κομματικοί ανταγωνισμοί μεταξύ πολιτικών ηγετών και κομμάτων, με στόχο τις προσεχείς εκλογές, είναι αστείες σε σχέση με το μέγα θέμα της αποκαταστάσεως της αυξήσεως του εθνικού προϊόντος και της πλήρους απασχολήσεως. Αυτά μόνο η άμεση επαναφορά της κοινοτικής προτιμήσεως μπορεί να τα αποκαταστήσει.
Επιβάλλεται επομένως μία μόνο στρατηγική: «Όλοι, θύματα της παγκοσμιοποίησης, ενωθείτε». Η ενότητα φέρνει τη δύναμη και μπορεί να υπερνικήσει όλα τα εμπόδια.
Η πολιτική της Γαλλίας
Η Γαλλία, καθʼ όσον την αφορά, δεν μπορεί να συνεχίσει την πλήρη συμμετοχή της σε μια γενικευμένη πολιτική παγκόσμιων ελευθέρων ανταλλαγών, που ασκούν σήμερα οι Βρυξέλλες. Η πολιτική αυτή θα μπορούσε να την οδηγήσει τελικά σε μια πολιτική εντελώς ανυπόφορη.
Απαραίτητη προϋπόθεση σήμερα για τη συμμετοχή μας στην ευρωπαϊκή οικοδόμηση είναι η επαναφορά, σαφής και επίσημη, της κοινοτικής προτιμήσεως, μιας λογικής δηλαδή και κατάλληλης κοινοτικής προστασίας απέναντι στο εξωτερικό, στο πλαίσιο ενός συνομοσπονδιακού χάρτη.
• Αυτό που αναπόφευκτα θα συμβεί, συμβαίνει. Η σημερινή κρίση, η ανυπόφορη μαζική ανεργία, η καταστροφή, μέρα με την ημέρα, της γαλλικής κοινωνίας, δεν είναι παρά οι συνέπειες των δογματικών πολιτικών που εφαρμόζονται από το 1974, ημερομηνία μιας μεγάλης ρήξης, που μας οδηγεί στην καταστροφή. Θα ήταν εγκληματικό να συνεχίσουμε αυτήν την πορεία.
Η σημερινή κατάσταση δεν μπορεί να διαρκέσει. Δεν πρέπει να διαρκέσει. Δεν θα διαρκέσει.
Το μέγα θέμα σήμερα δεν είναι μόνο η μαζική υποαπασχόληση. Είναι ταυτοχρόνως η καταστροφή της βιομηχανίας μας, η καταστροφή της αυξήσεως του εθνικού προϊόντος της οικονομίας μας και οι κάθε είδους μεγάλες δυσκολίες που αναπόφευκτα επιφέρουν.
Είναι βέβαιο ότι η Γαλλία δεν μπορεί να έχει μέλλον έξω από το ευρωπαϊκό πλαίσιο. Το πλαίσιο όμως αυτό δεν μπορεί να υποβιβασθεί ούτε σε μια απεριόριστη και ανεύθυνη κυριαρχία των νέων τεχνοκρατών – γραφειοκρατών (apparatchiks) των Βρυξελλών ούτε σε μια απέραντη ζώνη παγκόσμιων ελευθέρων ανταλλαγών, ανοικτή σʼ όλους τους ανέμους, ούτε σε μια ντε φάκτο κυριαρχία των ΗΠΑ, που κι αυτές κυριαρχούνται από δυνάμεις λιγότερο ή περισσότερο σκοτεινές και απόκρυφες, αλλά πολύ ισχυρές, τις αμερικανικές πολυεθνικές εταιρείες.
Δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση η συμμετοχή της Γαλλίας στην ευρωπαϊκή οικοδόμηση να την οδηγήσει σε συγχώνευση και διάλυση μέσα σʼ ένα σύνολο, όπου τα θεμελιώδη συμφέροντά της θα παραγνωρίζονταν και όπου δεν θα μπορούσε παρά να καταστραφεί και να χάσει την ψυχή της.
Πράγματι η Γαλλία δεν έχει κανένα συμφέρον να συνεχίσει να συμμετέχει πλήρως σʼ έναν οργανισμό που θα την οδηγούσε τελικά σε μια κατάσταση αβάσταχτη.
Απαραίτητη και θεμελιώδης προϋπόθεση για τη συμμετοχή μας στην ευρωπαϊκή οικοδόμηση πρέπει να είναι η σαφής και επίσημη επαναφορά της κοινοτικής προτιμήσεως, μιας λογικής και κατάλληλης, δηλαδή, προστασίας της ευρωπαϊκής οικοδόμησης απέναντι στο εξωτερικό.
Αν και πολύ διαφορετικής φύσεως, οι δυνάμεις της κοινωνικής αποσάθρωσης είναι αναμφίβολα σήμερα πολύ πιο ισχυρές απʼ ό,τι κατά την παραμονή της Γαλλικής Επαναστάσεως και κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει τι θα μπορούσε να συμβεί εάν τελικά «δρόμος» σάρωνε τη δημόσια τάξη. Όπως και τότε, οι κυρίαρχες φεουδαρχίες δεν έχουν καμιά συνείδηση του κινδύνου, πιστεύουν ότι είναι ασφαλείς και κερδοσκοπούν ανενδοίαστα εκμεταλλευόμενες προνομιακές καταστάσεις.
Οι διαστρεβλώσεις του σοσιαλισμού επέφεραν την κατάρρευση των κοινωνιών της Ανατολικής Ευρώπης. Οι διαστρεβλώσεις ενός laisser faire, που προβάλλεται ως δήθεν φιλελευθερισμός κατά τα τελευταία τριάντα χρόνια, έχουν φέρει τη γαλλική κοινωνία στο χείλος της καταρρεύσεως.
***
Η σύγχυση του φιλελευθερισμού και του laisser faire
Ο φιλελευθερισμός δεν μπορεί να υποβιβασθεί και να ταυτισθεί με την πολιτική του laisser faire. Είναι πριν απʼ όλα ένα πολιτικό δόγμα που έχει ως στόχο να διασφαλίσει τις συνθήκες για κοινή ζωή των κατοίκων ενός συνόλου. Ο οικονομικός φιλελευθερισμός δεν είναι παρά ένα μέσο που επιτρέπει την αποτελεσματική εφαρμογή του πολιτικού αυτού δόγματος στο οικονομικό πεδίο.
Η σημερινή σύγχυση μεταξύ φιλελελευθερισμού και laisser faire συνιστά ένα από τα μεγαλύτερα λάθη της εποχής μας. Μια φιλελεύθερη, ανθρωπιστική κοινωνία δεν μπορεί να ταυτισθεί με μια κοινωνία καταχρηστικά «ανεκτική», μια κοινωνία «αφήστε τον καθένα να κάνει ό,τι θέλει» (laisser faire), μια κοινωνία διεστραμμένη, χειραγωγούμενη ή τυφλή.
Στην πραγματικότητα η οικονομία της παγκοσμιοποίησης που μας παρουσιάζουν ως πανάκεια δεν γνωρίζει άλλο κριτήριο εκτός από το «χρήμα». Έχει μια μόνη λατρεία: «το χρήμα». Απαλλαγμένη από κάθε ηθικό κριτήριο, δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στην αυτοκαταστροφή.
***
Κρίση σκέψεως και αντιλήψεως
Το παγκοσμιοποιημένο άνοιγμα της Ευρωπαϊκής Κοινοτικής Οικονομίας σ’ όλους τους ανέμους μέσα σʼ ένα παγκόσμιο πλαίσιο θεμελιωδώς ασταθές, διεφθαρμένο από το σύστημα των νομισματικών ανταλλαγών, μέσα στο οποίο οι ανταλλαγές νοθεύονται από τις μεγάλες διαφορές μεταξύ μισθών και τη σχέση τους με τους όρους των νομισματικών ανταλλαγών, είναι η κύρια αιτία της βαθιάς κρίσης που σιγά σιγά μας οδηγεί στην άβυσσο.
Τα γεγονότα είναι προφανή. Η οικονομική ανάλυση τα επιβεβαιώνει και τα εξηγεί. Τα δεδομένα, όπως και η θεωρία, μας επιτρέπουν να διαβεβαιώσουμε ότι εάν συνεχισθεί η γενικευμένη πολιτική των παγκόσμιων ελευθέρων
ανταλλαγών, των Βρυξελλών, δεν μπορεί παρά να αποτύχει και να μας οδηγήσει στην καταστροφή. Η σημερινή κρίση είναι πρώτʼ απʼ όλα κρίση αντιλήψεως και κατανοήσεως. Είναι γελοίο να προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε
απλώς τις επιπτώσεις της κρίσης. Πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας στις πραγματικές αιτίες της και να τις αντιμετωπίσουμε.
Ο αγώνας αυτός πρέπει να συνεχισθεί με μόνο κριτήριο την αρχή που υπερβαίνει όλες τις άλλες: Η οικονομία πρέπει να είναι στην υπηρεσία του ανθρώπου και όχι ο άνθρωπος στην υπηρεσία της οικονομίας.