Ο Πλαστήρας πρωτοπλασάρισε το σύνθημα «Αλλαγή»

Την ομαλή διεξαγωγή της ψηφοφορίας ήρθαν να εποπτεύσουν «ξένοι παρατηρηταί» με σήμα τους την κουκουβάγια, πτηνό εξόχως παρατηρητικό, αποκληθέντες από τον φιλοπαίγμονα Τύπο «κουκουβάγιες». Τα βαριά καθήκοντά τους τα έφεραν εις αίσιον πέρας, βεβαιώσαντες πως «οι εκλογές διεξήχθησαν άψογα». Ύστερα, με βασανιστικούς υπολογισμούς, προσδιόρισαν με φαρμακευτική ακρίβεια το ποσοστόν της αποχής στο 9,3% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων. Βιώναμε τις χειρότερες μέρες της μεταπολεμικής μας ιστορίας.

Μόλις συμπληρώθηκε τετραετία προκηρύχθηκαν εκλογές για την ανάδειξη νέας Βουλής σύμφωνα με τις επιταγές του Συντάγματος, αντίγραφο του οποίου, ειρήσθω εν παρόδω, ανακοίνωσε περιχαρής πως ανακάλυψε σε παλιατζίδικο των Παρισίων ο υπουργός Φιλ. Δραγούμης. Χωρίς περιττές χρονοτριβές, οι κάλπες στήθηκαν την 5ην Μαρτίου 1950, μέσα σε σχετικά ομαλές τη φορά αυτή συνθήκες. Το πάνθεον των αλληλοϋβριζομένων πολιτικών εμπλουτίσθηκε με τη συμμετοχή του στρατηγού Νικ. Πλαστήρα, που ίδρυσε την Εθνική Πολιτική Ένωση Κέντρου (ΕΠΕΚ), και των επανελθόντων εκ της αλλοδαπής τριών τέως τεταρτοαυγουστιανών υπουργών, Μανιαδάκη, Κοτζιά, Τουρκοβασίλη, που συνέστησαν τον συνδυασμό της Πολιτικής Ανεξάρτητης Παράταξης (ΠΑΠ).

Εκλογικό σύστημα ήταν η απλή αναλογική, που τότε εφαρμόστηκε για τελευταία φορά, και υπήρξε μια πραγματική πλημμυρίδα υποψηφιοτήτων. Ανάμεσά τους συμμετείχε ως ανεξάρτητος και ένας μπακάλης της οδού Αθηνάς, που κατέβηκε με σύνθημα την κατάργηση των φόρων.

Αθεράπευτα μαζοχιστές, οι Αθηναίοι, που δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς φόρους, εκώφευσαν στις εύηχες υποσχέσεις του και τον ξαπόστειλαν στο παντοπωλείον του «Η αφθονία»…

Από τις κάλπες προέκυψε τέτοιο μωσαϊκό κομμάτων, που ήταν αδύνατη η συνεννόηση για τον σχηματισμό κυβερνήσεως και έτσι εξακολουθούσε να ασκεί καθήκοντα υπηρεσιακού πρωθυπουργού ο Τζων Θεοτόκης, δεόμενος νυχθημερόν στον Άγιο Σπυρίδωνα, καθ’ ο Κερκυραίος, να συνεχίσουν να διαφωνούν στον «αιώνα τον άπαντα…». Σ’ εκείνες τις εκλογές, η ΕΠΕΚ του στρατηγού Πλαστήρα σημείωσε σημαντική επιτυχία με το σύνθημα «Αλλαγή», που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά, διεμβολίζοντας το πολιτικό κατεστημένο. Στην ΕΠΕΚ μετείχαν στελέχη… αμυδρώς αριστερής τοποθέτησης και για τον λόγο αυτόν χαρακτηρίστηκε ο Πλαστήρας συνοδοιπόρος. Τελικά «τα βρήκαν» και σχηματίστηκε κυβέρνηση ΕΠΕΚ – Φιλελευθέρων, με πρωθυπουργό τον Πλαστήρα και αντιπρόεδρο τον Σοφοκλή Βενιζέλο, στην οποία κατά καιρούς μετείχαν και άλλα… συγγενικά κόμματα, όπως π.χ. το Δημοκρατικόν Σοσιαλιστικόν του Γεωργίου Παπανδρέου. Οι Βενιζέλος και Παπανδρέου αποτελούσαν ένα ντουέτο μόνιμων αντιπάλων, που πότε συνεργάζονταν αλληλομισούμενοι και πότε απεδύοντο σε αγώνα εξοντώσεως. Πέταγε συνέχεια ο ένας «μπανανόφλουδες» και ο άλλος απαντούσε με χαρακτηρισμούς που στάζανε δηλητήριο. Περισσότερο όμως ραδιούργος, ο Σοφοκλής έκανε συνεχώς με τις πολιτικές του τρικλοποδιές τον βίο αβίωτο στον… μεσήλικα τότε «Γέρο της Δημοκρατίας», σε σημείο που όταν, ύστερα από χρόνια, του ανήγγειλαν τον αιφνίδιο θάνατο του Σοφοκλή Βενιζέλου, λέγεται πως αντί σχολίου μουρμούρισε το σατιρικό επιτύμβιο: «Ενθάδε κείται η πεθερά μου η Μαριγώ / ησύχασεν εκείνη – ησύχασα κι εγώ…».

Μέσα σ’ ένα δεκαοκτάμηνο σχετικής ακυβερνησίας, με συντροφικά μαχαιρώματα και πύρινα λόγια, με την κοινή γνώμη αγανακτισμένη, ήταν ολοφάνερο πως αργά ή γρήγορα θα οδεύαμε προς νέες εκλογές.

Ήδη ψηνόταν η κάθοδος του Παπάγου, που, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των πολιτικολογούντων, «θα σάρωνε και θα έβαζε επιτέλους τέρμα στον παλαιοκομματισμό». Την προοπτική αναμείξεώς του στην πολιτική πολλοί την υπέθαλπαν, βλέποντάς τον σαν μεσσία, εξίσου όμως πολλοί τον υπονόμευαν, μηδέ των Ανακτόρων εξαιρουμένων. Στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα που καλλιεργείτο με τον κλασικό ψίθυρο «Δεν πάει άλλο» υπέκυψε η κυβέρνηση και έτσι φτάσαμε μοιραίως στις εκλογές της 9ης Σεπτεμβρίου. Τη διάλυση της Βουλής ακολούθησε η αναγγελία της απόφασης του ήδη αποστρατευθέντος στρατάρχη Παπάγου να κατέλθει στις εκλογές ιδρύοντας τον Ελληνικό Συναγερμό, μιμούμενος τον Γαλλικό Συναγερμό του στρατηγού Ντε Γκολ, απόφαση που προκάλεσε κύμα ενθουσιασμού αλλά και εντόνων αντιδράσεων, όπου ο μεν αρχηγός του ιστορικού Λαϊκού Κόμματος Κ. Τσαλδάρης τη χαρακτήρισε έργο συνωμοτών, οι δε υπόλοιποι πολιτικοί, κρατώντας τα προσχήματα, περιορίστηκαν σε υπαινιγμούς… Αμέσως διέλυσαν τα κόμματά τους, το Ενωτικόν ο Παν. Κανελλόπουλος, το ΛΕΚ ο Στέφ. Στεφανόπουλος και το Νέον Κόμμα ο Σπ. Μαρκεζίνης, και ετέθησαν υπό τη σκέπη του. Ο Τύπος της Δεξιάς αναφανδόν τον υποστήριζε, με επικεφαλής τον Γεώργιο Βλάχο, τον ΓΑΒ της «Καθημερινής», που με ενυπόγραφο αρθρίδιο με τίτλο «Όλοι μαζί του» καλούσε τους ψηφοφόρους σε συστράτευση.

Σημειωτέον πως το αρθρίδιο αυτό ήταν και το «κύκνειο άσμα του», γιατί σε καμιά δεκαριά μέρες απεβίωσε. Πολλοί πίστευαν πως ο Συναγερμός θα εξαφάνιζε τον παλαιοκομματισμό άπαξ διά παντός. Ο Βενιζέλος όμως δεν τσίμπαγε από τέτοια. Μόλις μυρίστηκε τα «βρώμικα», ψήφισε εν τάχει νέο εκλογικό νόμο με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής, όπου για να συμμετάσχει ένα κόμμα στη Β΄ κατανομή έπρεπε να είχε λάβει το 17% των ψήφων στην επικράτεια. Με την αλαζονεία που διέκρινε τους επιτελείς του Συναγερμού και όντας βέβαιοι για… παμψηφία, αδιαφόρησαν. Ο πανούργος Σοφοκλής όμως απέβλεπε να μην υπάρξει πολυκερματισμός σε μικρές ομάδες και κομματίδια που δεν είχαν ελπίδα να επιπλεύσουν, αλλά να συνεργαστούν μαζί του για να επιβιώσουν πολιτικά. Αντίθετα, ο Συναγερμός απέκλειε παντελώς τις συνεργασίες και ζητούσε μόνον προσχωρήσεις. Τον χορό του Ζαλόγγου αποφάσισε να χορέψει από γινάτι μόνος του ο Γεώργιος Παπανδρέου, και δεν εκλέχθηκε ούτε βουλευτής…

Κάποτε φτάσαμε στην 9η Σεπτεμβρίου, ενώ τις 45 προηγούμενες ημέρες πολλά τερπνά διαδραματίζονταν στο πανελλήνιο. Οι υποσχέσεις έπεφταν βροχή. Όπου υπήρχε πρόβλημα υδρεύσεως έστειλαν σωλήνες και όπου έπρεπε να διανοιχθούνε δρόμοι έστειλαν μηχανήματα οδοποιίας. Κι αλλού στείλανε ό,τι μπορεί να φαντασθεί ανθρώπινος νους. Φυσικά, μετά την ψηφοφορία όλα γίναν καπνός. Σύνθημα του Συναγερμού ήταν «Παπάγος – Νίκη» και ισχυρά Κυβέρνησις.

Τελικά δεν κατόρθωσε ν’ αποσπάσει την πλειοψηφία, εκλέξας μόνο 114 βουλευτές, και το πρωί της επομένης βρήκε τους συναγερμικούς μουδιασμένους από το αναπάντεχο αποτέλεσμα. Και επειδή έχασαν, αξίωσαν νέες εκλογές αμέσως με πλειοψηφικό. Από την άλλη, Πλαστήρας και Βενιζέλος έτριβαν τα χέρια τους από χαρά, αφού κατάφεραν να διατηρήσουν την εξουσία. Έτσι άρχισε η μεγάλη καθημερινή αναμέτρηση. Ειρωνεύετο η κυβέρνηση πως με τις συνεχείς εκλογές που ζητούνε θα γίνουν σαν του Πάπα της Ρώμης, να βγει άσπρος καπνός για να φωνάξουνε: «Habemus Papagoum…». Από την άλλη, ο Παπανδρέου, ελεύθερος, εκτός Βουλής, άρχισε από την επιούσα τις αψιμαχίες με τον προαιώνιο εχθρό του, αποκαλώντας τον «αχθοφόρο ενός μεγάλου ονόματος». Οι δε επιθεωρήσεις ξεσάλωναν…

Και ενώ η ανθρωπότης προόδευε, στην Ελλάδα, και ειδικά στην Πλατεία Συντάγματος, όπου ο ομφαλός της Γης στου Ζαχαράτου, πολιτικολογούσαν και κατατρίβονταν με ίντριγκες και με μικρά κι ασήμαντα ζητήματα. Στο πατροπαράδοτο «Πού πάμε;» ακολουθούσε η επίκληση «Να βάλει ο Θεός το χέρι Του». Αντ’ αυτού πρόλαβε και το ‘βαλε ο Πιουριφόι…

ΣΗΜ.: Τα πορτρέτα των τότε πολιτικών αρχηγών σχεδιάστηκαν το 1948 από τον μεγάλο σκιτσογράφο Φωκίωνα Δημητριάδη.


Σχολιάστε εδώ