Ο ΤΟΚΕΤΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Τι άχαρο πράγμα να γράφεις ενώ οι εξελίξεις μπορεί να σε ξεπεράσουν!
Να ακούσεις π.χ. για εκλογές σε λίγες ώρες, ή για ανασχηματισμό, εξαγγελίες που θα κλέψουν την παράσταση και θα προσδιορίσουν αλλιώς τα δεδομένα. Ναι; Θα τα προσδιορίσουν αλλιώς; Στην πραγματικότητα όχι, απλώς θα προσδώσουν επίσημο χαρακτήρα σε ό,τι «σέρνεται» εδώ και καιρό, πολύ καιρό. Η ουσία παραμένει.
Είναι παράξενο πώς ο Κ. Καραμανλής άφησε τα πράγματα να φτάσουν ως εδώ. Να βγαίνουν δηλαδή υπουργοί, βουλευτές, στελέχη οργανισμών, πολιτευτές και εφημερίδες «της παρατάξεως» και να του υποδεικνύουν-προτείνουν τι να κάνει. Αν συνέβαινε σε άλλον ηγέτη, ο ίδιος ο Καραμανλής θα ένιωθε λύπη –έως οίκτο– γιʼ αυτόν και δεν θα τον έκρινε με πολύ κολακευτικά λόγια. Όμως έγινε. Και οι βουλευτές-μεγαλοστελέχη χωρίστηκαν σε δύο στρατόπεδα, σε εκείνους που θεωρούν επιβεβλημένη τη διεξαγωγή εκλογών το συντομότερο δυνατό και σε εκείνους που πιστεύουν ότι εκλογές σημαίνει καταστροφή της Νέας Δημοκρατίας και εξαφάνιση του Καραμανλή προσωπικά. Η διατήρηση ίσως και διατύπωση με ελεγχόμενο τρόπο προσωπικών απόψεων δεν είναι απαγορευμένη στην πολιτική, η κατάθεσή τους όμως στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και η ανάδειξή τους σε πεδίο μάχης επιχειρημάτων εκθέτει πρώτα τον πρωθυπουργό και αρχηγό της ΝΔ και φυσικά την ίδια την παράταξη στα μάτια του κόσμου. Ο πρωθυπουργός εκτίθεται διότι παρουσιάζεται ως αντικείμενο συζήτησης και αντικρουόμενων θέσεων από τα μεγαλοστελέχη και η παράταξη της ΝΔ εκτίθεται επειδή φέρεται αδύναμη να υπάρξει ως κυβέρνηση και ανίκανη να αποφασίσει για το μέλλον της.
Όλα αυτά έγιναν επειδή ο Κ. Καραμανλής και το περιβάλλον του αρνήθηκαν να δουν ότι υπήρχε πρόβλημα και να ελέγξουν το πρόβλημα όταν αυτό γεννήθηκε. Λένε ότι η εξουσία φθείρει, διαφθείρει, κακομαθαίνει αλλά κάνει και κάτι άλλο εξίσου κακό. Απονευρώνει τα αντανακλαστικά και απομακρύνει από την καθημερινότητα. Ακόμα κι όταν μεταφέρονταν τα νέα και οι εξελίξεις στο Μαξίμου, οι ένοικοί του αντιδρούσαν στρεφόμενοι πιθανώς εναντίον εκείνων που έφερναν τα προβληματικά νέα. Ο αγγελιαφόρος δεν τύχαινε πάντα από αρχαιοτάτων χρόνων καλής και θετικής υποδοχής. Αν μετέφερε άσχημα νέα χάλαγε την ισορροπία και τη μακαριότητα των αποδεκτών και συχνά υφίστατο τιμωρία σαν να έφταιγε εκείνος για τις εξελίξεις. Όλα άρχισαν πέρυσι τον Σεπτέμβριο, στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, όταν ο πρωθυπουργός, μιλώντας στη συνέντευξη Τύπου, αποφάσισε να καλύψει ό,τι κακό και άνομο συνέβαινε στην κυβέρνηση από μέλη της ανακατεμένα στο σκάνδαλο του Βατοπεδίου και αλλού. Ο ίδιος λίγο καιρό μετά ομολογούσε (ειλικρινές μεν, κακό δε) ότι «δεν είχε αντιληφθεί την έκταση του σκανδάλου».
Ανάλογοι ατυχείς χειρισμοί σε άλλα σκάνδαλα, η στάση μελών της Δικαιοσύνης στην υπόθεση Ζήμενς και η αίσθηση αναλγησίας από υπουργούς και στελέχη της κυβέρνησης οδήγησαν στην απομάκρυνση του εκλογικού σώματος από τη ΝΔ. Μια διαχεόμενη αίσθηση αδιαφορίας και γαϊδουριάς που συνοψίζεται στη φράση «και τι έγινε, οι άλλοι (ΠΑΣΟΚ) έκαναν χειρότερα» δημιούργησε κακή εντύπωση στον κόσμο για την παράταξη που αλλιώς κέρδισε τις εκλογές (δύο φορές, το 2004 και το 2007) και το χειρότερο: διάψευση των προσδοκιών που είχαν από τον ίδιο τον Καραμανλή, τον οποίο επέλεγαν ανεξάρτητα από το κόμμα του, ως προσωπικότητα που έμοιαζε να είναι κοντά στους ανθρώπους, κοντά στον κόσμο και να νοιάζεται για τον κόσμο. Η χειρότερη διάψευση ήταν αυτή.
Ο Καραμανλής από την περυσινή ΔΕΘ και μετά καταγράφηκε ως ένας ηγέτης που πρωταρχικός του στόχος είναι η προστασία των μελών της κυβέρνησής του και των μεγαλοστελεχών, αντί του ηγέτη που θα απομάκρυνε αμέσως όποιον από τα στελέχη και μέλη της κυβέρνησης έθιγε το κοινό αίσθημα με τη δημόσια παρουσία του. Εκεί χάθηκε το παιχνίδι για τον Κ. Καραμανλή. Για τη Νέα Δημοκρατία είχε χαθεί πολύ νωρίτερα, μέσα από λάθη και παραλείψεις υπουργών που συχνά καλύπτονταν από την «ομπρέλα» που άνοιγε πάνω τους –με πειστικό και αποτελεσματικό τρόπο– ο αρχηγός τους. Αλλά κι αυτή η κάλυψη κάποια στιγμή είτε πήρε τέλος είτε δεν ήταν αρκετή για να δικαιολογηθεί στα μάτια του κόσμου η ανεπάρκεια, η έλλειψη σχεδίου και η αναλγησία.
Όσα ακολουθήσουν θα είναι απολύτως φυσική συνέχεια όσων συνέβησαν. Και θα είμαστε εδώ να τα εκτιμήσουμε και να τα περιγράψουμε, ίσως αν χρειάζεται και να τα αποκρυπτογραφήσουμε.