Της φυλακής τα σίδερα είναι (και) για φοροφυγάδες!
Η φοροδιαφυγή μεγάλης κλίμακας μπορούσε ανέκαθεν να οδηγήσει και στην ποινική δίωξη των παραβατών, ακόμη και με κατηγορίες σε βαθμό κακουργήματος για σοβαρές παραβάσεις μεγάλου οικονομικού αντικειμένου, αλλά οι κυβερνήσεις πάντα προτιμούσαν να αρκούνται στην επιβολή διοικητικών κυρώσεων. Όμως, σήμερα, η κατάσταση στα δημόσια οικονομικά είναι τόσο σοβαρή και η φορολογική απειθαρχία τόσο γενικευμένη, που το υπουργείο Οικονομικών υποχρεώθηκε να αρχίσει να στέλνει, μέσω της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων (πρώην ΣΔΟΕ), τους φακέλους των φοροφυγάδων στον Εισαγγελέα.
Το κυριότερο πρόβλημα αυτήν την περίοδο, όπως αναγνωρίζουν στελέχη του οικονομικού επιτελείου, παραμένει η «αιμορραγία» εσόδων από τον ΦΠΑ. Σύμφωνα με ανεπίσημα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού, μέχρι και τον Ιούλιο το ποσοστό μείωσης των εισπράξεων από τον ΦΠΑ έφθανε το 7%, ενώ τα έσοδα από τα τελωνεία και τις εφορίες είχαν καθηλωθεί σε μηδενικό ποσοστό μεταβολής, λόγω των πιέσεων από τη μείωση των εισαγωγών και της κερδοφορίας των επιχειρήσεων.
Από τους ελέγχους της ΥΠΕΕ σε εστιατόρια και κέντρα διασκέδασης σε τουριστικές περιοχές διαπιστώθηκε ότι η εφευρετικότητα των επιχειρηματιών ακύρωσε και την τελευταία προσπάθεια του Αντώνη Μπέζα να υποχρεώσει τους καταστηματάρχες να εκδίδουν αποδείξεις λιανικής.
Όπως είχε αποκαλύψει πρώτο το «Π», πρόσφατα ο κ. Μπέζας απαγόρευσε την παράδοση δελτίων παραγγελίας στους πελάτες, αφού διαπιστώθηκε ότι υποκαθιστούσαν τις αποδείξεις λιανικής, με αποτέλεσμα να οργιάζει η φοροδιαφυγή και κυρίως η πολύ σοβαρή –και σε επίπεδο ποινικής αντιμετώπισης– πρακτική της υπεξαίρεσης ΦΠΑ, που εισπράττεται από τους πελάτες, χωρίς να φθάνει στα κρατικά ταμεία.
Όπως ανακοίνωσε την Πέμπτη η ΥΠΕΕ, οι επιχειρηματίες βρήκαν νέα μέθοδο αποφυγής της έκδοσης αποδείξεων, δηλαδή την… ανακύκλωση αποδείξεων άλλων πελατών. «Στις εταιρείες, όπου διαπιστώνεται κατά τον έλεγχο ότι δεν εκδίδονται νόμιμες αποδείξεις λιανικής πώλησης ή ανακυκλώνονται αποδείξεις άλλων πελατών», τονίζει η ΥΠΕΕ, «θα ζητούνται και τα στοιχεία των όποιων εμπλεκόμενων προσώπων, μεταξύ των οποίων και των λογιστών των καταστημάτων αυτών, για να εξετάζεται ο βαθμός της συνέργειας αυτών».
Σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση, «επιπλέον όλων των διοικητικών κυρώσεων μπορεί να υποβάλλεται ανάλογα με την περίπτωση και μηνυτήρια αναφορά. Γιατί ανάλογα με το είδος και το ύψος της φοροδιαφυγής, το αδίκημα της φοροδιαφυγής για μη απόδοση ή για ανακριβή απόδοση ΦΠΑ και παρακρατούμενων φόρων, τελών ή εισφορών, τιμωρείται αυστηρά».
Την «καυτή» τουριστική περίοδο από τις 10 έως τις 23 Αυγούστου η ΥΠΕΕ ανακοίνωσε ότι έλεγξε συνολικά 1.049 επιχειρήσεις, που από προηγούμενο «φιλτράρισμα» στοιχείων φαινόταν πιθανό να παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά παραβατικότητας. Πράγματι, σε 666 από τις επιχειρήσεις που ελέγχθηκαν διαπιστώθηκαν συνολικά περισσότερες από 18.000 παραβάσεις, καθώς πάνω από 6 στις 10 ελεγχθείσες επιχειρήσεις είχαν υποπέσει σε κάποια παράβαση.
Το επτάμηνο του 2009, όπως έχει ανακοινώσει η ΥΠΕΕ, η «συγκομιδή» προστίμων έχει ξεπεράσει το 1 δισ. ευρώ, αν και θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα περισσότερα αφορούν παραβάσεις πλαστών και εικονικών τιμολογίων, όπου επιβάλλονται τεράστιες κυρώσεις και τελικά το Δημόσιο εισπράττει ένα πολύ μικρό μέρος των προστίμων, αφού τιμωρούνται κυρίως εταιρείες-φαντάσματα.
Τα εκτιμώμενα πρόστιμα για τις παραβάσεις ΦΠΑ, ΦΜΥ και λοιπών παρακρατούμενων φόρων που δεν έχουν αποδοθεί, φθάνουν, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΥΠΕΕ, τα 142,5 εκατ. ευρώ, έναντι 123,6 εκατ. ευρώ το ίδιο χρονικό διάστημα του 2008. Αύξηση 10%, στο ποσό των 746,9 εκατ. ευρώ, έναντι 682 εκατ. ευρώ το 2008, εμφανίζουν και τα εκτιμώμενα πρόστιμα για πλαστά και εικονικά φορολογικά στοιχεία. Για το σύνολο των ελέγχων της ΥΠΕΕ τα εκτιμώμενα πρόστιμα ανέρχονται σε 1.056.748.079 ευρώ.