Το αδυσώπητο και εκβιαστικό δίλημμα για τους Κυπρίους

ΕΧΟΥΜΕ κατά κόρον (σε όλη τη μακρά διαδρομή του Κυπριακού) επισημάνει τον κρίσιμο κίνδυνο να εγκλωβισθούμε, ως ελληνική πλευρά, στο στρατηγικώς αδυσώπητο δίλημμα «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα». Δεν είμαστε καθόλου βέβαιοι ότι δεν το έχουμε ήδη εκ των πραγμάτων υποστεί. Όταν μάλιστα ολοένα και συχνότερα –και από πολλές πλευρές– διατυπώνεται, δίκην τελεσιδίκου αφορισμού, η προειδοποίηση ότι εάν δεν συγκατανεύσουμε το ταχύτερο σε άρον άρον μείζονα συμβιβασμό, θα βρεθούμε σε μη αναστρέψιμη τροχιά οριστικής διχοτομήσεως.

Κι ενώ δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία ότι μια διαπραγματευτική λύση του προβλήματος προϋποθέτει επώδυνο ιστορικό συμβιβασμό, εντούτοις αυτό δεν σημαίνει και άκριτη αποδοχή οποιασδήποτε λύσεως, εφόσον αυτή δεν θα διέπεται από κάποιες ακρογωνιαίες προϋποθέσεις οι οποίες θα την καθιστούν και λειτουργική και βιώσιμη. Ώστε να μην επανυποστούμε ό,τι και στο παρελθόν. Και προκειμένου να μην επανεισπραχθούν χείριστα και απευκταία, που αυτήν τη φορά θʼ αποβούν μοιραία για την Κύπρο και ολέθρια για τον Ελληνισμό.

Αυτά είναι διαλεκτικώς αυτονόητα. Εκείνο που εν προκειμένω πρέπει να υπογραμμισθεί, ως άλλη προειδοποίηση-αντίλογος της προρρηθείσης, είναι ότι:

• Από τη στιγμή που από δικής μας πλευράς διακηρύττεται ότι αν δεν συναινέσουμε σε λύση τώρα, την επομένη του νέου αδιεξόδου θα βρεθούμε σε αναπότρεπτη διχοτομική φορά, τότε αυτομάτως δίδουμε το μήνυμα στην κατοχική πλευρά να επιμείνει σε απαράδεκτες μαξιμαλιστικές αξιώσεις. Δεδομένου ότι είτε θα τις αποδεχθούμε ως το εξ ανάγκης βέλτιστον έναντι του χειρίστου, είτε και θα τις αποποιηθούμε, αφού θα έχουμε όμως εκ προοιμίου χωνέψει ως αναπόδραστον τον διχοτομικόν επίλογον.

Το δίλημμα, όπως ήδη προδιατυπώνεται, είναι μεταξύ ρυθμίσεων ευθανασίας και αρνήσεως του εθνικού αυτοχειριασμού. Όχι επιλέγοντας τη διχοτόμηση –γιατί αυτό θα ήτο το χειρότερο που μπορεί να πράξουμε, για λόγους αυτόδηλους– αλλά τουλάχιστον αρνούμενοι να προσυπογράψουμε καταστροφικές επιλογές, ως απόρροια εκβιαστικών διλημμάτων. Όταν αυτά δεν είναι απλώς πλασματικά, που εγείρονται δίκην μοχλών εκβιάσεως για προαγωγή τετελεσμένων, με τα οποία θα μονιμοποιείται και κυρίως θα νομιμοποιείται η γεωπολιτική κρεούργηση της Κύπρου.

Αυτό θα ήτο απείρως οδυνηρότερο (και προδήλως επικινδυνότερο) στο παρελθόν. Σήμερα –χωρίς νʼ αναιρούνται οι κίνδυνοι που θʼ αναπαραχθούν από ένα νέο αδιέξοδο– εντούτοις η Κύπρος ως συντεταγμένο κράτος είναι ήδη ενσωματωμένη στους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Και όχι μόνον, αλλά και με τη συνολική της επικράτεια, πλην των λεγομένων και κακή τη μοίρα κυριάρχων βρετανικών τιμαρίων. Των κατεχομένων δηλαδή διαλαμβανομένων.

Αυτό δίδει ένα καθόλου ασήμαντο στρατηγικό πλεονέκτημα, που ενισχύει αποτελεσματικότερα την ανάλογη διαχείριση των προοπτικών. Οπλίζοντας αποτρεπτικές πολιτικές, φτάνει, α) να μην αποστούμε από την ανάγκη για ιστορικό (ακόμη και επώδυνο) συμβιβασμό, και β) να μην αυτοεγκλωβισθούμε σε επιλογές που όχι μόνο μας αποδυναμώνουν, αλλά και παρέχουν ερείσματα στην άλλη πλευρά για προαγωγή εκβιαστικότερων στρατηγικών. Με τις οποίες τα τετελεσμένα όχι απλώς θʼ αποβούν η τελική λύση, αλλά και θα διανοίξουν μεσοπροθέσμως διόδους ολικής αλώσεως.


Σχολιάστε εδώ