«Μετά είκοσι έτη»

Οι δηλώσεις του Περικλή Κοροβέση, τόσο στην πρώτη τους καταγγελτική εκδοχή όσο και στην αμβλυμένη ανασκευασμένη τους μορφή, θέτουν ένα σοβαρό πολιτικό ζήτημα που βρίσκεται πέραν του ερωτήματος του χρηματισμού ή μη του τότε ενιαίου ΣΥΝ από τη Ζήμενς. Αυτό το ζήτημα αφορά τη στρατηγική της Αριστεράς σε σχέση με τους θεσμούς και τις δομές διαχείρισης του συστήματος, σε σχέση με την ίδια τη συμμετοχή των κομμάτων της Αριστεράς στους θεσμούς της διακυβέρνησης.

Έχει άραγε σήμερα η Αριστερά (και με αυτόν τον όρο περιοριζόμαστε καταχρηστικά στο ΚΚΕ και στον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ) μια στρατηγική συμμετοχής στην εξουσία; Με ποιο σχέδιο και με ποιους όρους; Ή μήπως διεκδικεί και απολαμβάνει μιας ιδιότυπης «πολιτικής ασυλίας», μέσω της οποίας διατηρεί το δικαίωμα να καταγγέλλει τον δικομματισμό και το «σύστημα», αλλά στην πράξη συμμετέχει σε όλες τις κρατικές-θεσμικές εξουσίες, συνάπτει επιμέρους πολιτικές συμμαχίες (τοπική αυτοδιοίκηση, συνδικαλιστικοί θεσμοί, εκλογή εκπροσώπων σε δημόσιους-κρατικούς θεσμούς, υπερεκπροσώπηση στα πανεπιστήμια) και απολαμβάνει γενικότερα όλων των προνομίων του «συστήματος» πλην των κυβερνητικών ευθυνών; Γιατί, στην πράξη, με διαφορετικές σε κάθε συγκυρία μορφές, αυτό το «παιγνίδι» παίζεται εδώ και πολλά χρόνια στο πολιτικό μας σύστημα.

Αυτή ακριβώς η ιδιότυπη κατάσταση αποτελεί μεν έναν σημαντικό όρο αναπαραγωγής των κομμάτων της Αριστεράς, διαμορφώνει όμως ταυτόχρονα και το ιστορικό της όριο, το αξεπέραστο εμπόδιο που δεν μπορεί να το υπερβεί ώστε να συμβάλει στρατηγικά σε ριζικές, δομικές αλλαγές και να δώσει περιεχόμενο στις διακηρύξεις, τις προτάσεις, τα οράματά της που φθίνουν και αλλοιώνονται χρόνο με τον χρόνο.

Το μεγάλο, το ιστορικό «πείραμα» που ανέδειξε τη θεμελιώδη αυτή αντίφαση, πραγματοποιήθηκε πριν από είκοσι χρόνια, το καλοκαίρι του 1989. Τότε κρίθηκαν οι διακηρύξεις και οι προτάσεις της Αριστεράς. Τότε απεκαλύφθη η ανεπάρκειά της. Τότε εξαντλήθηκε το ιστορικό της όριο…

Η Αριστερά στην εξουσία. Η Αριστερά ως συγκυβέρνηση. Με ποιους όρους όμως; Όχι με σκοπό την προώθηση των στρατηγικών της στόχων και οραμάτων, αλλά με πρόθεση και επιλογή τη διάλυση του ΠΑΣΟΚ, την εξόντωση του ηγέτη του, ώστε να «διαρπάσει» τον αποδυναμωμένο κοινωνικοπολιτικό του «χώρο»…

«Να φύγουν από τη μέση οι ενδιάμεσοι, εμείς οι αριστεροί νομιμοποιούμαστε να διαλεχθούμε με τους ιστορικούς μας αντιπάλους, με τη Δεξιά», διεκήρυττε ο Μίμης Ανδρουλάκης, που βρίσκεται σήμερα, ελέω του σημερινού προέδρου του ΠΑΣΟΚ, στα κοινοβουλευτικά έδρανα του ΠΑΣΟΚ. Αυτή ακριβώς υπήρξε τότε η «κυβερνητική» στρατηγική της Αριστεράς, την οποία με απόλυτη ενάργεια και ακραίο πολιτικό κυνισμό διετύπωνε ο τότε «εκ δεξιών» καθήμενος του ιστορικού ηγέτη του ΚΚΕ Χαρίλαος Φλωράκης…

Σʼ αυτήν την κρίσιμη, ιστορική «στιγμή», που κράτησε λίγους μήνες, άρχισε και τελείωσε η Αριστερά ως φορέας αλλαγής στον τόπο μας.

Το ΚΚΕ θεώρησε έκτοτε ως ιστορικό όρο αναπαραγωγής και διατήρησής του την πολιτικοϊδεολογική του καθαρότητα, την αυτοαπομόνωσή του, την εγκατάλειψη κάθε είδους συμμαχιών. Η όποια αμφισβήτηση, η όποια διαφορετική πολιτικοϊδεολογική «οπτική» εκτιμήθηκε –και σωστά– ότι θα προκαλούσε επικίνδυνες ρωγμές σʼ ένα ανελαστικό πολιτικοϊδεολογικό «κέλυφος» και θα οδηγούσε σε κατάρρευση… Τα παραδείγματα τόσο από τις χώρες του πρώην Ανατολικού Συνασπισμού όσο και από τον ευρωπαϊκό χώρο ήταν εξόχως διδακτικά…

Ο σημερινός ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ διήνυσε μια πορεία μετασχηματισμών, οργανωτικών και ιδεολογικών, αγωνιζόμενος κάποιες φορές για την ίδια την πολιτική του επιβίωση και την κοινοβουλευτική του παρουσία. Τα τελευταία χρόνια περιθωριοποιήθηκε ο πυρήνας των επιλογών της αποκαλούμενης ανανεωτικής Αριστεράς και επικρατεί σήμερα μια κινηματική-αντισυστημική «λογική», που οδήγησε τον πολιτικό αυτόν σχηματισμό σε κρίση.

Άραγε η «αυτοαπομόνωση» του ΚΚΕ και ο «αντισυστημικός» χαρακτήρας του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ μπορούν να διαμορφώσουν μια «περιοχή» του πολιτικοκοινωνικού συστήματος από την οποία μπορεί να προκύψει μια δυναμική προοπτική εναλλακτικών λύσεων;

Το ζήτημα βέβαια δεν είναι τι θεωρεί και τι ισχυρίζεται κάθε κομματικός οργανισμός για τον εαυτό του, αλλά τι εκτιμά γιʼ αυτόν η ίδια η κοινωνία, πώς τον αντιμετωπίζει ο ίδιος ο λαός. Στην πραγματικότητα, η κρίση του πολιτικού συστήματος περιλαμβάνει και διαπερνά τα κόμματα της Αριστεράς και δεν αφορά μόνο τα κόμματα της διακυβέρνησης. Τα κόμματα της Αριστεράς όχι μόνο δεν θεωρούνται φορείς αλλαγών, αλλά έπαψαν πλέον να αποτελούν «υποδοχείς» της ψήφου διαμαρτυρίας και κατέληξαν να αγωνίζονται για τη διατήρηση των ισχνών ποσοστών τους. Και σʼ αυτήν την ιστορική καθήλωση θα παραμείνουν όσο δεν αλλάζουν τα ίδια, όσο δεν δίδουν προοπτικές, όσο δεν προωθούν και δεν συμβάλουν στη διαμόρφωση ισχυρών πολιτικοκοινωνικών συμμαχιών, ικανών να προωθήσουν ριζικές τομές και εναλλακτικές στρατηγικές.

Σε τελική ανάλυση η πολιτικοϊδεολογική ταυτότητα και η πολιτική ηθική της Αριστεράς δεν κρίνονται μόνο από σχέσεις συναλλαγής με κάποια συμφέροντα. Αυτό μπορεί να αποτελεί σύμπτωμα μιας γενικότερης κρίσης που αφορά τον τρόπο με τον οποίο η Αριστερά χειρίζεται τα δικά της οράματα, τον τρόπο που προωθεί τα λαϊκά συμφέροντα στην πράξη, τις προοπτικές που διανοίγει με τις επιλογές της για την ανάπτυξη και την πρόοδο του τόπου…

Όμως τη μόνη φορά που βρέθηκε στο πεδίο των κυβερνητικών αποφάσεων, εκεί όπου διαχειρίσθηκε τα συμφέροντα ολόκληρου του λαού και όχι του στενού κομματικού της «χώρου», διέπραξε ένα ιστορικό πολιτικό «έγκλημα», παραδίδοντας μαζί με τον Κ. Μητσοτάκη ένα τμήμα της πολιτικής εξουσίας στα ιδιωτικά συμφέροντα των ΜΜΕ.

Από εκεί ξεκίνησε και γιγαντώθηκε το «τέρας» της διαπλοκής, που επιβάλλει σήμερα τα συμφέροντά του, επηρεάζει σημαντικά τις πολιτικές εξελίξεις, χειραγωγεί συχνά κόμματα και πολιτικές ηγεσίες… Ίσως η τότε ηγεσία της Αριστεράς δεν είχε τη διορατικότητα να εκτιμήσει ποιες ιστορικής εμβέλειας εξουσίες και αποφάσεις διαχειριζόταν… Της αρκούσε ίσως το «αντίτιμο» της προβολής και της στήριξής της από τα «νεότευκτα» τότε ΜΜΕ… Και έζησε την εφήμερη δόξα που εκείνα επιφυλάσσουν για τους «εκλεκτούς» τους…


Σχολιάστε εδώ