1979 – 2009

Συμπληρώνονται δέκα χρόνια από τότε που οι φιλόξενες στήλες αυτής της εφημερίδας δημοσίευσαν άρθρο του γράφοντος, υπό τον τίτλο «Μετά 20 έτη».

Έκτοτε μεσολάβησαν… διάφορα, έτσι ώστε -επικείμενης της έναρξης των πρωταθλημάτων του επαγγελματικού ποδοσφαίρου- μπορούν να φιλοξενηθούν ακριβώς οι ίδιες σκέψεις, «μεταχρονολογημένες» κατά το διάστημα της δεκαετίας που διέρρευσε, αλλά υπό τον τίτλο πλέον «Μετά… 30 έτη»! Όσα δηλαδή συμπληρώνονται από την καθιέρωση του επαγγελματικού ποδοσφαίρου στη χώρα μας.

Ας περιορισθούμε, όμως, μόνο στο προ δεκαετίας απόσπασμα που ακολουθεί και αναφέρεται επί της αρχής.

«Δεν είμαι ασφαλώς σε θέση να γνωρίζω αν και πώς σκέπτονται οι αρμόδιοι, συναρμόδιοι και οπωσδήποτε εμπλεκόμενοι φορείς να αξιοποιήσουν αυτήν την εικοσάχρονη εμπειρία. Αδυνατώ, όμως, έστω και να πιθανολογήσω ότι θα αφήσω την ευκαιρία να περάσει ανεκμετάλλευτη.

Το ζήτημα βέβαια, ενώ τίθεται στην ουσιαστική του βάση, δεν παύει να έχει σημειολογική αναφορά. Τι έκανε, για παράδειγμα, σ’ αυτά τα είκοσι χρόνια ο χώρος της διαιτησίας;

Τι ο χώρος της (λεγόμενης) Αθλητικής Δικαιοσύνης; Τι ο χώρος της διοίκησης του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, δηλαδή η ΕΠΑΕ; Τι η Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία (ΕΠΟ);

Με άλλα λόγια η δημόσια αυτοκριτική όχι μόνο ενδείκνυται, αλλά και νομιμοποιεί τον κάθε φορέα να αξιολογεί και να κρίνει τον άλλο (μέσα, πάντα, από την προηγούμενη αυτοκριτική του κρίνοντας και βέβαια κρινόμενου ομοίως).

Σε όποιον ενδεχομένως θα έσπευδε να παρατηρήσει ότι στα δημόσια πράγματα επερίσσευσαν οι κάθε μορφής επιτροπές και συμβούλια που μελετούν, αξιολογούν κρίνουν και προτείνουν, θα παρατηρούσα ότι ουδόλως προτείνεται αυτή η οδός.

Θα μπορούσε, ασφαλώς, να προκληθεί ένα συνέδριο του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, χωρίς να ενδιαφέρει (τη στιγμή αυτή) αν και ποιες προσπάθειες εκδηλώθηκαν στο παρελθόν, προς την κατεύθυνση.

Ενδιαφέρει, αντίθετα να αξιοποιηθεί κατά πάντα η συσσωρευμένη -και όχι

αποσπασματική ή ευκαιριακή- εμπειρία.

Θα μπορούσε, ομοίως, κάποιος να πει -χωρίς, στο σημείο αυτό, να… «ελέγχεται» για σπουδή- ότι οι διοικήσεις έρχονται και παρέρχονται και ουδείς, ίσως, θα είχε τη διάθεση για τέτοιες διαχρονικές αναφορές κ.λπ. κ.λπ.

Ναι μεν, αλλά! Γιατί όχι μόνο από τυπικής, αλλά και από ουσιαστικής πλευράς υπάρχει η συνέχεια του φορέα, του οργάνου. Αλίμονο, άλλωστε, αν δεν βλέπουμε πέρα από τη μύτη μας».

Βέβαια, ίσως οι κρατούντες εκλαμβάνουν την «τριακονταετία» ως… βραχύ χρονικό διάστημα!

Οι πιο παλιοί απ’ αυτούς θα θυμούνται ασφαλώς το, πάλαι ποτέ, δημοφιλές άσμα «Τι 30… Τι 40… Τι 50» ή ενδεχομένως να προκρίνουν την προτροπή «Σπεύδε βραδέως»!

Το ζητούμενο, σε κάθε περίπτωση, είναι -πέρα από την ανάγκη γενναίας αυτοκριτικής και δημόσιας δέσμευσης- η τήρηση των αρχών και κανόνων του «Fair Play» σε κάθε επίπεδο.

Το ζητούμενο είναι να κάνουμε και πάλι το ποδόσφαιρο γιορτή!

Και όσοι εκ των κρατούντων μειδιούν στις «αφελείς» και πιθανώς «ρομαντικές» αυτές σκέψεις, τουλάχιστον ας… αρνηθούν να συμμετάσχουν στην

-οψέποτε απαιτηθεί και συγκληθεί- πολλοστή σύσκεψη για την «καταπολέμηση της βίας», μέσα και έξω από τους αγωνιστικούς χώρους.

Και πάντως, αν συμμετάσχουν, θα πρέπει να είναι έτοιμοι να απαντήσουν στο αν και τι έκαναν, στο επίπεδο της πρόληψης και της διαμόρφωσης πρόσφορων και κατάλληλων συνθηκών. Χωρίς να παραγνωρίζουν ότι ευθύνεται κάποιος και διά της σιωπής ή αποχής του από όσα, ενώ μπορεί, δεν πράττει.

Και η αλήθεια είναι ότι ο χώρος του ποδοσφαίρου μπορεί πολλά. Τόσα και τέτοια που αν εκδηλωθούν προγραμματισμένα, μεθοδικά, σε βάθος χρόνου -και πάντως όχι αποσπασματικά- σίγουρα θα αποτελέσουν επιτέλεση

οφειλόμενου χρέους και καθήκοντος. Και πάντως «δεν θα ελέγχουν συνειδήσεις», αν και όταν έλθουν τα δύσκολα. Που μακάρι ουδέποτε να έλθουν, εκτίμηση και ευχή που ωστόσο φαντάζει ουτοπική. Όπως ασφαλώς ουτοπικές (θα) φαντάζουν και οι σκέψεις που φιλοξενούνται παραπάνω.

Οι γενναίες πρωτοβουλίες που, σε μεμονωμένες περιπτώσεις και κόντρα στο ρεύμα, ανελήφθησαν στο παρελθόν, ας βρουν τουλάχιστον μιμητές.

Μέχρις ότου, κάποιος άλλος γράψει κάποτε στο μέλλον ένα παραπλήσιο κείμενο, επιγραφόμενο «Μετά 40 έτη».


Σχολιάστε εδώ