Οι επικίνδυνες αντιφάσεις της Ακαδημίας στο Σκοπιανό
Zwei Professoren Vaterland verloren
(Δύο καθηγητές πανεπιστημίου και η πατρίδα καταστράφηκε)
Ότο Βίσμαρκ
Η Ακαδημία Αθηνών υπέκυψε στον πειρασμό του χονδροειδούς ολισθήματος της πολιτικής τάξης της χώρας να παραδώσει και αυτή το αναποτίμητο όνομα της Μακεδονίας στο σκοπιανό προτεκτοράτο. Στα 1992 η συνείδηση σύμπαντος του Ελληνισμού εκφράστηκε με την πεντακάθαρη θέση: Ονομασία χωρίς τον όρο Μακεδονία, δηλαδή τη λέξη ή παράγωγά της (Κωνσταντίνος Καραμανλής – Ανδρέας Παπανδρέου).
Η αυτοϋπονόμευση αυτής της θέσης ξεκίνησε μετά και παρά τη Λισσαβώνα (26-27/6/92), ενώ το σπέρμα της προϋπήρξε ήδη πέραν των γνωστών διαρροών και στην επίσημη επιστολή του τότε πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη προς τους ομολόγους του από 23/6/92: «Μπορούμε να πούμε στα Σκόπια ότι θα τα αναγνωρίσουμε με όποιο όνομα επιλέξουν, το οποίο δεν θα περιλαμβάνει το ”Μακεδονία”, αλλά θα έχουν την ελευθερία να αυτοαποκαλούνται με όποιο όνομα επιθυμούν». Ιδού η διπλή και made in Creece ονομασία!
Και από διολίσθηση σε ολίσθηση περάσαμε στην «Ενδιάμεση» και μέσω αυτής στην κοινά αποδεκτή.
Το «κοινά αποδεκτή» επέβαλε ένα αλισβερίσι με τον αμερικανό μεσολαβητή, ο οποίος δεν λειτούργησε ποτέ ως διαπραγματευτής, αλλά ως πληρεξούσιος του αδικοπραγούντος αντιδίκου, που είναι σφετεριστής της ελληνικής εθνικής ταυτότητας, της Ιστορίας και του πολιτισμού μας. Ιδιοποιούνται το παρελθόν για να υφαρπάξουν το μέλλον. Σ’ αυτό το νταραβέρι η ελληνική πλευρά υπήρξε πάντοτε η πλευρά του δούναι και η σκοπιανή του λαβείν.
Εδώ όμως υπάρχει ένα μέγιστο αυταπόδεικτο. Ο αείμνηστος Καραμανλής το είχε συνοψίσει στη φράση: «Η Μακεδονία είναι μία και είναι ελληνική». Πρόκειται για αξίωμα με τη μαθηματική έννοια του όρου. Δεν επιδέχεται δηλαδή ανταπόδειξη. Η Μακεδονία ως ιστορία, ως παράδοση και ως πολιτισμός είναι αναπόσπαστο κομμάτι του «ελληνικού».
Η εικόνα ενός κράτους, συγκριτικά ισχυρού, που διαπραγματεύεται με τον ξυπόλητο κλέφτη των πνευματικών του τιμαλφών, (που εξ απόψεως αξίας ισοδυναμούν με έδαφος) δεν είναι ό,τι τιμητικότερο για το κράτος. Περνώντας από διάφορες φάσεις αλλεπαλλήλων -μονομερών πάντοτε- υποχωρήσεων η εν παρακμή πολιτική τάξη απεδέχθη «ως βάση συζητήσεως» ό,τι διαβολικό της σέρβιρε ο απίθανος μεσολαβητής για να καταλήξει στην απίστευτη οίκοθεν πρόταση της «σύνθετης ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό». Λένε «για όλες τις χρήσεις», αλλά τρέχα γύρευε βέβαια…
Εννοείται ότι από την υπογραφή της ετεροβαρούς επίμεμπτης Ενδιάμεσης, η μία μετά την άλλη χώρα έσπευδαν να αναγνωρίζουν το προτεκτοράτο ως «Μακεδονία» χωρίς την παραμικρή ελληνική αντίδραση. Εάν εμείς διαθέταμε τον στοιχειώδη αυτοσεβασμό θα σταματούσαμε ακόμη και χωρίς «κολοκοτρωναίικο τρόπο» τις «προσκυνημένες» ξένες κυβερνήσεις. Χωρίς να απειλήσουμε «τσεκούρι και φωτιά», αλλά με απλές, συμβατές πολιτικοδιπλωματικές κινήσεις, με ευφυή διαχείριση των ούτως ή άλλως μεγάλων πακέτων εκ μέρους μας. (Πρβλ. κρίσιμες παρατηρήσεις του ε.τ. πρέσβεως Ε. Καραγιάννη, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ, Ιούλ. 2009).
Η Ακαδημία γνωσιμαχεί σήμερα προς εαυτήν και αντιφάσκει. Ενώ διατηρεί αμετάλλακτα τα «επειδή» του 1992, καταλήγει στο διαμετρικά αντίθετο «διά ταύτα». Και εμφανίζεται ως δεκανίκι του παραπαίοντος «ρεαλισμού» των πολιτικών. Ούσα η ίδια επιστημονικός θεσμός, άγεται σε ένα πολιτικό συμπέρασμα, τραβηγμένο από τα μαλλιά εξ επόψεως λογικής, αλλά εναρμονισμένο με τις κατευναστικές επιλογές του πολιτικού μας προσωπικού:
«Η επιλογή της παράτασης του αδιεξόδου περί την ονομασία της ΠΓΔΜ, όχι μόνον εκτρέφει βλέψεις εξακολουθητικά επεκτατικές, αλλά διαιωνίζει και επιτείνει τη γενικότερη αστάθεια…».
Οι σοφοί συζητητές μας δεν συνειδητοποίησαν ότι αυτό που φοβούνται, αυτό ακριβώς διαιωνίζεται με τη «σύνθετη» που στην πράξη θα γίνει «σκέτη». Αλλά πέραν αυτού, το ποιητικό αίτιο του σκοπιανού αλυτρωτισμού δεν είναι ότι το προτεκτοράτο κατέχει γεωγραφικά το 1/10 του εδάφους του αρχαίου μακεδονικού βασιλείου, αλλά ότι οι σημερινοί σλάβοι κάτοικοί του, σε αντίθεση με τους παππούδες τους, έχουν χρίσει εαυτούς κατ’ ευθείαν γραμμή απογόνους του Φιλίππου και του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Και λειτουργούν ως κληρονόμοι απάσης Μακεδονίας. Και δεν θα πάψουν ως «Βόρεια» να διεκδικούν διά των εκάστοτε πατρώνων τους τη «Νότια».
Η πρόταση των Αθανάτων προκαλεί σύγχυση και ενσπείρει αβεβαιότητα στους Έλληνες. Σε μια στιγμή που περιμένει κανείς να ανανήψει το πολιτικό κατεστημένο και να ανακαλέσει την ολέθρια πρόταση για «σύνθετη», παίρνει τη σκυτάλη η Ακαδημία. Έλεος!