Ο εφιάλτης της ανεργίας επανέρχεται δριμύτερος!
Πέρα από τα δημοσιονομικά προβλήματα, τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα και τις σοβαρές χρόνιες μακροοικονομικές ανισορροπίες και διαρθρωτικές αδυναμίες, η οικονομική κρίση βρήκε πριν από δύο περίπου χρόνια την Ελλάδα με υψηλή ανεργία. Τώρα, όσο βαθαίνει η οικονομική κρίση τόσο ακόμα περισσότερο απειλεί ξανά ο εφιάλτης της ανεργίας, που εξελίσσεται σε πραγματική κοινωνική μάστιγα.
Και να πει κανείς ότι δεν υπήρχαν ευκαιρίες για δραστική μείωση της ανεργίας; Πάμπολλες! Διότι η ανεργία στη χώρα μας, όταν ξέσπασε η γνωστή διεθνής χρηματοπιστωτική αναταραχή, θα έπρεπε να ήταν κάτω από το 4%.
Κι όμως ήταν σχεδόν διπλάσια! Υπενθυμίζουμε ότι συχνά ο Κώστας Σημίτης, ως πρωθυπουργός, αλλά και ο σημερινός πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής, και πολλοί τότε και σημερινοί υπουργοί επικαλούνταν τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης για να ενισχύσουν την αισιοδοξία ή τις εκτιμήσεις τους ότι θα αυξηθούν οι νέες θέσεις εργασίας και, συνεπώς, θα μειωθεί η ανεργία στη χώρα μας.
Ωστόσο, η εξέλιξη των στοιχείων για τις μεταβολές στο εργατικό δυναμικό, την απασχόληση, την ανεργία και το ΑΕΠ καταδεικνύουν ότι οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης που επετεύχθησαν κυρίως μετά το 1994 στη χώρα μας ήταν σχεδόν «κούφιοι» και «κουφοί» από την άποψη της συμβολής τους στη μείωση της ανεργίας.
Και μόνο το γεγονός ότι η ανεργία, παρά τους σχετικά υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης κατά την περίοδο 1994 – 2006, βρισκόταν σε επίπεδα υψηλότερα από εκείνα του 1993 επιβεβαιώνει τη διαπίστωση αυτή.
Εκτιμάται ότι, υπό κανονικές συνθήκες λειτουργίας της οικονομίας, κάθε πρόσθετη μονάδα αύξησης του ΑΕΠ περιορίζει τον ρυθμό ανεργίας κατά το ένα πέμπτο ή κατά 0,20 της μονάδας.
Αν, συνεπώς, οι ρυθμοί ανάπτυξης στη χώρα μας ήταν πραγματικοί, αν δηλαδή οφείλονταν σε πραγματική οικονομική και όχι ευκαιριακή οικονομική δραστηριότητα (κοινοτικοί πόροι, ολυμπιακά έργα κ.λπ.) και διαχέονταν σε όλη την οικονομία και την κοινωνία, τότε θα αυξανόταν αναλογικά και η απασχόληση.
Το γεγονός μάλιστα ότι στην ίδια περίοδο το εργατικό δυναμικό αυξανόταν μόνο κατά 42.000 άτομα ετησίως κατά μέσον όρο και η απασχόληση μόνο κατά 20.000 άτομα ετησίως καταδεικνύει τις απογοητευτικές εξελίξεις στο μέτωπο της ανεργίας.
Διότι, αν η ελληνική οικονομία και η πραγματικότητα υπάκουαν στους οικονομετρικούς αυτούς υπολογισμούς, τότε θα έπρεπε η ανεργία, μετά το 1993, να είχε συρρικνωθεί στην καλύτερη περίπτωση κατά πέντε – έξι μονάδες σε σχέση με εκείνη του 1993.
Δηλαδή, θα έπρεπε η ανεργία να βρισκόταν στα επίπεδα του 4%!
Είναι μελαγχολική η διαπίστωση ότι σε όλη την περίοδο μετά το 1993 κατά την οποία η χώρα μας παρουσίαζε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, όχι μόνο αυξανόταν παράλληλα και η ανεργία, αλλά κατέρριπτε και όλα τα προηγούμενα ρεκόρ!
Τα αίτια και αυτής της θλιβερής εξέλιξης μπορεί να αναζητηθούν στα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, τις αδυναμίες και τα προβλήματα λειτουργίας όλων των αγορών και, κυρίως, στην προώθηση μόνο σπασμωδικών μέτρων, τα οποία προσωρινά βελτίωναν την αγορά εργασίας, αλλά άφηναν ανέπαφο τον πυρήνα της οικονομικής και κοινωνικής κακοδαιμονίας.
Με λίγα λόγια, δεν έγιναν οι αναγκαίες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, που συνεχώς πρότειναν όλοι σχεδόν οι διεθνείς οργανισμοί, αλλά, όπως πάντα στη χώρα μας, την Ελλάδα των «Ξερόλων», προκαλούσαν έντονες αντιδράσεις!