Να στηριχθεί η προσπάθεια
Για την ιστορία αναφέρουμε ότι σχετική πρόταση νόμου είχαμε καταθέσει κι εμείς στη Βουλή (τότε ήμουν μανιώδης καπνιστής, τώρα το αντίθετο), την οποία ο τότε υπουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών, αείμνηστος Σπύρος Δοξιάδης (πρωτοπόρος της αντικαπνιστικής εκστρατείας), είχε χρησιμοποιήσει για να κάμψει την αντίδραση των καπνοβιομηχάνων και όχι μόνο και ακολούθως να δρομολογήσει τα πρώτα αντικαπνιστικά μέτρα, τα οποία πήρε, επικαλούμενος την εν λόγω πρόταση.
Με τις διατάξεις εκείνης της πρότασης θεσπιζόταν η υποχρέωση στις καπνοβιομηχανίες, καθώς και στις εταιρείες εισαγωγής, να αναγράφουν σε όλα τα πακέτα το ποσοστό της νικοτίνης, της πίσσας και των άλλων βλαπτικών της υγείας ουσιών που περιέχει κάθε τσιγάρο, ενώ προέβλεπε ελέγχους από επιτροπές του υπουργείου και επιβολή ποινών σε κάθε παράβαση του νόμου. Στη δε εισηγητική έκθεση τονιζόταν μεταξύ άλλων:
«Εάν ανακαλύπτετο σήμερα ο καπνός και ταυτόχρονα ήταν γνωστές οι δυσμενείς του συνέπειες στην υγεία του ανθρώπου, είναι βέβαιο ότι τα κράτη θα απαγόρευαν τη χρήση του και η τυχόν παράνομη χρησιμοποίησή του θα επέσυρε ποινές ανάλογες με εκείνες που προβλέπουν οι διατάξεις περί εμπορίας και χρήσης ναρκωτικών…
Δεν θα ήταν επομένως υπερβολή ούτε πρόωρο αν ισχυριζόταν κανείς την οριστική απαγόρευσή του στο προσεχές μέλλον».
Και σε άλλο σημείο της έκθεσης τονίζαμε:
«Να ληφθούν τα μέτρα εκείνα που θα καταστήσουν συνείδηση στα άτομα και στο σύνολο, στους εθισμένους καπνιστές, αλλά και στους μη καπνιστές, τις συνέπειες που έχει η χρήση του καπνού».
Και κατέληγε η έκθεση:
«Η παρούσα πρόταση νόμου φιλοδοξεί να αποτελέσει την αρχή των γενικοτέρων και αποτελεσματικών μέτρων για τη συνειδητοποίηση των κινδύνων που προκαλεί το τσιγάρο στον ανθρώπινο οργανισμό και την προοδευτική περιστολή της χρήσης του».
Θυμάμαι τι μου είχε πει τότε σε κατʼ ιδίαν συζήτηση ο Σπύρος Δοξιάδης, ο εξαίρετος εκείνος άνθρωπος, ο κοσμοπολίτης Έλληνας και μεγάλος πατριώτης, ο οποίος αποδείχθηκε και θαυμάσιος πολιτικός:
«Με την πρόταση που καταθέσατε στη Βουλή, κύριε βουλευτά (ο ίδιος ήταν εξωκοινοβουλευτικός υπουργός), μου δώσατε όπλο να αντιμετωπίσω τους καπνοβιομηχάνους».
Και μου εξήγησε ότι οι καπνοβιομήχανοι στήριζαν την όλη επιχειρηματολογία τους στο ότι θα καταρρεύσει ο προϋπολογισμός, θα συρρικνωθεί το εισόδημα των καπνοκαλλιεργητών και θα κλονιστεί η οικονομία της χώρας. Και συνέχισε:
«Μου λένε οι καπνοβιομήχανοι: “Tο 70% της τιμής του τσιγάρου είναι φόρος υπέρ του κράτους, τι πας να κάνεις;”. Δεν συμμερίζομαι τις απόψεις σας, τους απαντούσα, αλλά και έτσι να είναι, τις αξίες της ζωής και της κοινωνίας εγώ τις ιεραρχώ διαφορετικά. Πρώτη αξία είναι η υγεία και μετά η οικονομία και η οποιαδήποτε άλλη. Εξάλλου, οι δαπάνες τις οποίες κάνει το κράτος για την αποκατάσταση της υγείας των πολιτών είναι πολύ μεγαλύτερες από τους φόρους που εισπράττει».
Τέλος, ο αείμνηστος υπουργός μου είπε: «Μου λύσατε τα χέρια με αυτήν την πρόταση. Έχω να απαντήσω σε όσους αντιδρούν ότι με πιέζει η Βουλή και θα πάρω μέτρα».
Όλα αυτά τα λέμε για να θυμίσουμε στους παλαιότερους αλλά και να γνωρίσουμε στους νεώτερους ότι από τότε άρχισε να διαμορφώνεται αντικαπνιστική συνείδηση. Απαγορεύθηκαν οι διαφημίσεις του τσιγάρου από τα κρατικά ΜΜΕ και στα ιδιωτικά η διαφήμιση συνοδευόταν από την προειδοποίηση ότι «το κάπνισμα βλάπτει σοβαρά την υγεία».
Ορθώς, λοιπόν, ψηφίστηκε ο νόμος για την απαγόρευση του καπνίσματος στους κλειστούς δημόσιους χώρους. Δεν είναι λογικό το γεγονός μιας τόσο εκτεταμένης δημόσιας συζήτησης σε σχέση με περιορισμό δήθεν «δικαιωμάτων», «ελευθερίας» και «επιλογής», δικαιώματα αυτοβλαβή και ετεροβλαβή για το πολυτιμότερο αγαθό, την υγεία. Πρέπει όμως να γίνει συνείδηση σε κάθε καπνιστή ότι θα κόψει το τσιγάρο όχι με το «πρέπει», αλλά με το «θέλω». Γιατί το «πρέπει» απορρέει από εξωτερικό καταναγκασμό, κάτι που δεν αποδέχεται εύκολα ο Έλληνας, γιατί προσκρούει στον αρρωστημένο ατομικό εγωισμό, ενώ το «θέλω» είναι εσωτερικό (ψυχικό) γεγονός, το οποίο ενισχύει τον καλώς εννοούμενο ατομικό εγωισμό.
Πρέπει, επομένως, να κυριαρχήσει το «θέλω» στο «πρέπει».