Τα Ιουλιανά του 1965 – Παρελθόν και παρόν

Στη «μεταμοντέρνα» περίοδο που ζούμε η ενασχόληση με τα ιστορικά γεγονότα (ακόμα και τα πιο σημαντικά) θεωρείται περιττή πολυτέλεια και «δικαιολογείται» μόνο για εγκυκλοπαιδικούς λόγους… Το «παρόν» θέλει να αποδεσμευθεί από το παρελθόν και παράλληλα να αποποιηθεί κάθε ευθύνη για την προετοιμασία του μέλλοντος. Στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες «το παρόν γίνεται ιστορία» (παραφράζοντας τον τίτλο του κλασικού έργου των Μπάραν – Σουίζι) και αυτονομιμοποιείται, χωρίς να εξαρτάται ή να οδηγείται από τις βαθύτερες ιστορικοκοινωνικές διεργασίες του παρελθόντος…
Κι όμως, αν θέλουμε να κατανοήσουμε το σήμερα, να αναλύσουμε τους πολιτικούς και τους κοινωνικούς όρους που συγκροτούν το δημοκρατικό μας πολίτευμα, είναι ανάγκη να αναστοχαστούμε και να αναζητήσουμε τις ιστορικές συνθήκες και τα κρίσιμα γεγονότα που μας οδήγησαν μέχρι εδώ…
Ένα τέτοιο κρίσιμο γεγονός, που αποκτά τον χαρακτήρα ιστορικού συμβόλου, είναι τα περίφημα Ιουλιανά του 1965. Ίσως γιατί η κρίσιμη διετία 1965-1967 συμπύκνωσε με τον πιο τραγικό αλλά και εναργή τρόπο τις κυρίαρχες αντιφάσεις που διαπερνούσαν τον κοινωνικοοικονομικό ιστό της πατρίδας μας, αλλά και το πολιτικό μας σύστημα από τη λήξη του εμφυλίου πολέμου και μετά.
Μα, θα αναρωτηθούν οι νεώτεροι, τι σχέση μπορεί να έχουν οι ιστορικές συνθήκες και τα προβλήματα εκείνης της εποχής με το «σήμερα»; Κι όμως, το ιστορικό παρόν δεν προέκυψε από μια διαδικασία παρθενογένεσης. Τα ίχνη των περασμένων δεκαετιών φθάνουν μέχρι το σήμερα. Και οι μορφές της κρίσης που γνωρίζει κατά καιρούς το δημοκρατικό πολίτευμα μπορεί να διαφέρουν ως προς τη φόρμα τους, όμως το αίτημα για μια γνήσια δημοκρατία, για το ουσιαστικό περιεχόμενο των δημοκρατικών θεσμών, για τη γνήσια έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας, επανέρχεται ως κεντρικό ερώτημα μέσα από την αλληλοδιαδοχή των ιστορικών περιόδων.
Μεταπολεμικά κυριάρχησε το καθεστώς μιας στρεβλής δημοκρατίας, με ισχυρούς εξωθεσμικούς μηχανισμούς εξουσίας (παλάτι, ξένος παράγοντας). Όταν μετά το 1960 οι φορείς του πολιτικού συστήματος επιχείρησαν να οριοθετήσουν τη σχέση πολιτικής εξουσίας και εξωθεσμικών μηχανισμών δημιουργήθηκε η μεγάλη κρίση: Η αποστασία και η απόπειρα τυπικής νομιμοποίησης μέσα στο Κοινοβούλιο μιας ελεγχόμενης από το παλάτι εκτελεστικής εξουσίας απέτυχε.
Όταν η διαδικασία αυτή της επιβολής μιας ελεγχόμενης-προσχηματικής δημοκρατίας απέτυχε, τότε ενεργοποιήθηκε η έσχατη εφεδρεία, το κράτος ανάγκης του συστήματος: η δικτατορία.
Η δικτατορία όμως στην πτώση της ακύρωσε όλους τους παλαιούς μηχανισμούς, αναγκάζοντας την κυρίαρχη τάξη και τις ΗΠΑ να αναζητήσουν νομιμοποιημένες δημοκρατικά κοινοβουλευτικές διαδικασίες.
Για ποιον λόγο απέτυχαν όλες αυτές οι προσπάθειες των πανίσχυρων αυτών μηχανισμών; Γιατί είχε διαμορφωθεί μια ισχυρή και συνεκτική κοινωνική συνείδηση που ζητούσε έναν σύγχρονο τύπο ανάπτυξης, ο οποίος συνδεόταν όμως άρρηκτα με μια γνήσια κοινοβουλευτική δημοκρατία, με κατοχύρωση της ισονομίας και των δημοκρατικών δικαιωμάτων του κάθε πολίτη. Αυτή ακριβώς η ιστορικά διαμορφωμένη, μέσα από τα δημοκρατικά αιτήματα και τους πολιτικοκοινωνικούς αγώνες των αρχών της δεκαετίας του 1960, ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ αποτέλεσε όχι μόνο το θεμέλιο της άρνησης του ελληνικού λαού να υποταχθεί στους αντιδημοκρατικούς μηχανισμούς αλλά και την ιστορική παρακαταθήκη που οδήγησε στην άνοδο του ΠΑΣΟΚ και στην ιστορική αλλαγή του 1981.
Στη διάρκεια εκείνης της ιστορικής δεκαετίας του 1960 όμως τα πράγματα ήταν ξεκάθαρα: Υπήρχε πλήρης διάκριση του «καλού» και του «κακού»: της εμπιστοσύνης από την προδοσία, της ανιδιοτέλειας από τη συναλλαγή και την εξαγορά, της πίστης στις δημοκρατικές αξίες από την εξουσιολαγνεία και τη διαφθορά. Το τότε πολιτικοθεσμικό και αξιακό πλαίσιο επέτρεπε την κριτική αξιολόγηση των πράξεων και των συμπεριφορών των πολιτικών. Υπήρχαν, τουλάχιστον, ορθολογικά κριτήρια ακόμα και σ’ αυτό το καθεστώς της στρεβλής δημοκρατίας.
Σήμερα, 44 χρόνια μετά, η μεταπολιτευτική μας δημοκρατία λειτουργεί ως προς τις τυπικές της διαδικασίες ομαλά. Όμως πρόκειται περισσότερο για μια διαδικαστική/φορμαλιστική δημοκρατία, αφού μάταια αναζητούμε το γνήσιό της περιεχόμενο. Η πίστη στην πολιτική, στα κόμματα, στους ηγέτες τους έχει χαθεί. Όπως χάθηκε και η ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο, τα οράματα και τα ιδανικά, η πίστη στις δυνάμεις μας, η ίδια η εθνική μας αυτοπεποίθηση…
Οι εχθροί της δημοκρατίας δεν είναι τώρα «απέναντι». Χάθηκαν οι διακρίσεις. Το «καλό» και το «κακό», οι αξίες και οι απαξίες βαδίζουν χέρι χέρι, έχουν τον ίδιο βαθμό νομιμοποίησης…
Περάσαμε στην εποχή της μεταξιολόγησης (transvaluation) των κανόνων και των ηθικοαξιακών προταγμάτων: Όλα είναι σχετικά, όλα επιτρέπονται… Τα οικονομικά συμφέροντα, η διαπλοκή, κατέστησαν εγγενές ή και ενδογενές στοιχείο της πολιτικής εξουσίας. Ζούμε την εποχή των «μειωμένων προσδοκιών» για τα κόμματα, για τους πολιτικούς, για τις κομματικές ηγεσίες…
Το χειρότερο όμως απ’ όλα είναι ότι υποχωρεί μια ιστορική κουλτούρα της κοινωνίας που θεμελιώθηκε στην πίστη στα δημοκρατικά-πολιτικά ιδανικά, στις κοινωνικές αξίες, στην κοινωνική δικαιοσύνη… Χάνεται, δηλαδή, το πολιτισμικό-αξιακό υπόβαθρο της ελληνικής κοινωνίας… χωρίς να διαφαίνεται η ανάδυση μιας δυναμικής που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μετασχηματισμούς…
Αυτή είναι σήμερα η μεγαλύτερη «επιτυχία» του συστήματος. Η «δικτατορία» που διαλύει τον πολιτισμό και νεκρώνει τις καρδιές είναι πανταχού παρούσα και ταυτόχρονα αόρατη… Είναι εξοπλισμένη με το «πακέτο» των σύγχρονων αξιών: του κέρδους, της κατανάλωσης, του ατομικισμού, της ιδιώτευσης… Αξίες που διαπερνούν το πολιτικό μας σύστημα και καθορίζουν τις επιλογές των κομμάτων και των ηγεσιών τους.


Σχολιάστε εδώ