Το εδαφικό και η σημασία του ζωτικού χώρου

Πέραν όμως αυτού, η κάθε πτυχή που τίθεται στο τραπέζι (και η οποία θα καταλήξει αναποδράστως σε στυγνή διαδικασία του πάρε δώσε) ενέχει τη δική της σημασία και βαρύτητα. Όπως είναι το συνταγματικό (με ό,τι αυτό διαλαμβάνει, ως προσδιορισμό του συνεταιρισμού και νομής των εξουσιών). Και όπως είναι το εδαφικό. Που ήδη έχει τεθεί επί τάπητος. Και που γίνεται αφορμή του παρόντος, καθώς:

• Όχι μόνο συνάπτεται προς αναπόφευκτες και τραυματικές εκχωρήσεις γης και ζωής (αφού θα προσδιορίσει τα όρια μιας το λιγότερο επώδυνης εσωτερικής διαιρέσεως), αλλά φέρνει στον νου παλαιότερες προσεγγίσεις. Όπως κάποιες καίριες συστάσεις της Αθήνας προς τη Λευκωσία όσον αφορά τη στρατηγική διαχείριση του θέματος.

Όπου λοιπόν: Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής (στον οποίον η μοίρα επεφύλαξε τον άχαρο ρόλο να παραμείνει ανενεργός θεατής της βαναυσότερης εθνικής κρεουργήσεως, αποφαινόμενος ότι «δυστυχώς η Κύπρος είναι μακριά») επανειλημμένα και προς τον Μακάριο και προς τον επόμενο Πρόεδρο συνέστηνε φορτικά: «Πάρτε όσο το δυνατόν περισσότερο έδαφος πίσω επί θυσία κάποιων άλλων παραμέτρων, γιατί αυτό τελικά θα σας μείνει…».

Αυτήν τη φιλοσοφία και προσέγγιση επεξηγούσε και ατύπως κατ’ ιδίαν (όπως ο ίδιος ο αείμνηστος Σπύρος Κυπριανού μού είχε αναφέρει), αλλά και στη διάρκεια επισήμων συσκέψεων με πρακτικογράφηση αυτών των ιδίων κρισίμων θέσεων.

Ο Καραμανλής εθεωρούσε ακριβώς (και το υπέβαλλε φορτικώς και στον Μακάριο πριν ο τελευταίος δώσει τον επώδυνο χάρτη διά χειρών Τάσσου Παπαδόπουλου, τη μεσολαβήσει Κλίφορντ) ότι:

• Το εδαφικό θα οριοθετούσε τον ελληνοκυπριακό ζωτικό χώρο κατά τρόπον «ενδεχομένως μη αναστρέψιμον». Και σε περίπτωση μιας εκ των υστέρων τουρκικής στρεψοδικίας, ο εδαφικός παράγοντας -κι εφόσον τα όρια των ρυθμίσεών του θα είχαν αρκούντως κατοχυρωθεί- θ’ απέβαινε ο μόνος και ουσιωδέστερος συντελεστής επιβιώσεως του Κυπριακού Ελληνισμού μακροπροθέσμως στη δική του γεωγραφία.

Αυτό αφορά την καθόλου αδόκητη περίπτωση ενός είτε συναινετικού, είτε βιαίου διαζυγίου. Παραδείγματα του οποίου και πλεονάζουν σε ομοιότυπα ή και παραπλήσια διαφυλετικά προβλήματα, σε χώρες όπου καθιδρύεται, στα πλαίσια ιστορικών συμβιβασμών (ή κι ενυπάρχει εκ προοιμίου) αυτής ή της άλλης μορφής, κρατικός συνεταιρισμός. Κι εννοούμε την πλειάδα παραδειγμάτων, είτε λόγω βίαιης διασπάσεως ομοσπονδιακών μορφωμάτων (όρα Γιουγκοσλαβία) είτε φιλικού διακανονισμού. Όρα Τσεχοσλοβακία.

Και ο μεν Μακάριος προσδιόριζε ουσιαστικά το 25% ως κόκκινη γραμμή (αρχίζοντας από το 20 – 22%) για το υπό εκχώρηση έδαφος. Αλλά με τις μετέπειτα εξελίξεις ατύπως -αλλά και στη βάση συγκεκριμένων σχεδίων επιλύσεως- αυτό το ποσοστό προσέγγιζε περισσότερο τις τουρκικές θέσεις. Που όπως τις διετύπωνε ο Ντενκτάς, αυτές έθεταν ως εσχάτη παραχώρηση την κατακράτηση του 32%. Παρόλο που πίσω από τη σκηνή αυτό μετετρέπετο και σε 29% συν. Όπως ακριβώς και τώρα γίνεται με τον Ταλάτ, ως τον κατοχικό τοποτηρητή της. Με μόνον «επίσημο προσδιορισμό» αυτόν που εγεωγραφήθη στο Σχέδιο Ανάν. Τον οποίο στα πλαίσια στρατηγικού ελιγμού απεδέχθη τελικά η άλλη πλευρά. Τον απέρριψε όμως η ελληνική.

• Ό,τι όμως κι αν συνέβηκε και οποιεσδήποτε νέες προτάσεις μπουν κάτω στη διάρκεια της παρούσης διαπραγματευτικής διαδικασίας, τίποτε δεν αναιρεί τη θέση (κατ’ ακρίβεια τη συμβουλή) του τότε πρωθυπουργού της Ελλάδος και κυρίως τη φιλοσοφία που την επέβαλε. Ως διαχρονική στρατηγική προσέγγιση, που έχει (πέραν άλλων) να κάμει με την κατοχύρωση αυτής της παραμέτρου επιβιώσεως του Κυπριακού Ελληνισμού.

Το «πέραν άλλων» συνάπτεται προς τη διασφάλιση της δυνατότητος για επιστροφή του μεγαλύτερου μέρους των προσφύγων στις εστίες και περιουσίες του, υπό ελληνοκυπριακή διοίκηση. Και όχι μόνον, αλλά και προς τη διεύρυνση και ενίσχυση των δυναμικών βιωσιμότητος της ελληνικής πλευράς, η οποία θα έχει απέναντί της όχι απλώς το τουρκοκυπριακό συνιστών σκέλος, αλλά ουσιαστικά και (δι’ αυτού) τον όμορον δημογραφικόν όγκο της Ανατολίας. Με ό,τι αυτό σημαίνει.

Και σημαίνει πολλά…


Σχολιάστε εδώ