ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΕΚΤΡΟΠΗ οι εκλογές για Παπούλια!

Μια τέτοια επιλογή αποτελεί ΤΡΙΠΛΗ παραβίαση του Συντάγματος και του δημοκρατικού πολιτεύματος, εκτιμάει ο κ. Κασιμάτης, και σχολιάζοντας τις προθέσεις που έχουν εκφρασθεί από τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ τονίζει:

«Δεν μπορεί κανένας να φαντασθεί ότι ένα κόμμα που κυβέρνησε την Ελλάδα επί σειρά ετών θα καταψήφιζε έναν υποψήφιο για το ύπατο αξίωμα της χώρας ο οποίος υπήρξε επί μακρά σειρά ετών ανώτατο στέλεχός του, ικανός και άξιος υπουργός Εξωτερικών των κυβερνήσεών του και ήδη Πρόεδρος της Δημοκρατίας που τιμά το ανώτατο λειτούργημα με την άριστη άσκησή του και είναι αποδεκτός από ποσοστό μεγαλύτερο από 90% του ελληνικού λαού».

Κατηγορηματική και με σαφή επιχειρήματα είναι η θέση του καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου κ. Γ. Κασιμάτη: Αντισυνταγματική και αντιδημοκρατική είναι η σύνδεση της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας με τις βουλευτικές εκλογές μόνο και μόνο για ανάδειξη νέας κυβέρνησης.

Και τα λέει αυτά ένας άνθρωπος με μεγάλη εμπειρία, ο οποίος χειρίσθηκε το θέμα της αναθεώρησης του Συντάγματος το 1986 που περιόρισε τις εξουσίες του Προέδρου της Δημοκρατίας μετά την απόφαση του Ανδρέα Παπανδρέου να μην ψηφίσει υπέρ της επανεκλογής του Κωνσταντίνου Καραμανλή, προτείνοντας τον Σαρτζετάκη, ο οποίος και εξελέγη.

Η συνέντευξη- καίρια παρέμβαση του κ. Κασιμάτη στο κυρίαρχο θέμα της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, που επιχειρείται να μετατραπεί σε μοχλό εξελίξεων, θέτει το κάθε κόμμα προ των ευθυνών του, και έχει ως εξής:

// Είναι συνταγματικά επιτρεπτή η σύνδεση της διεξαγωγής βουλευτικών εκλογών με την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας;

– Έχω γράψει και σε άλλα δημοσιεύματά μου ότι η σύνδεση της πολιτικής σκοπιμότητας για πρόωρες βουλευτικές εκλογές με την ψήφιση ή μη του υποψήφιου Προέδρου της Δημοκρατίας αποτελεί παραβίαση του Συντάγματος. Το Σύνταγμα, αναθέτοντας την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας στη Βουλή, αποβλέπει σε κριτήρια που αφορούν την προσωπικότητα και την πολιτική καταλληλότητα του υποψηφίου για το ύπατο αξίωμα της χώρας. Κανένα άλλο κριτήριο δεν είναι επιτρεπτό. Ούτε είναι, ασφαλώς, επιτρεπτό το κριτήριο του αν χρειάζεται η χώρα πρόωρες εκλογές ή όχι. Αυτό προκύπτει από την αδιάσειστη λογική των ειδικών διατάξεων του Συντάγματος και του Κανονισμού της Βουλής που ρυθμίζουν την εκλογή του αρχηγού του κράτους. Αλλά δεν είναι μόνο αυτός ο λόγος που κάνει αντισυνταγματική τη σύνδεση των βουλευτικών εκλογών με την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Είναι και ένας άλλος: Το Σύνταγμα, χάριν της κυβερνητικής σταθερότητας, δεν επιτρέπει την πρόωρη διάλυση της Βουλής για οποιονδήποτε λόγο. Μόνο για τέσσερις λόγους επιτρέπει την πρόωρη διάλυση:

(α) όταν, μετά τις εκλογές, δεν τελεσφορήσει σχηματισμός κυβέρνησης με εμπιστοσύνη της Βουλής,

(β) όταν η κυβέρνηση χάσει την εμπιστοσύνη της Βουλής και δεν μπορεί να την αποκτήσει άλλο κυβερνητικό σχήμα,

(γ) όταν παραιτηθούν ή καταψηφιστούν την ίδια περίοδο δύο κυβερνήσεις και το τρίτο κυβερνητικό σχήμα δεν εξασφαλίζει κυβερνητική σταθερότητα και

(δ) όταν η ίδια η κυβέρνηση προτείνει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας τη διάλυση της Βουλής για ανανέωση της λαϊκής εντολής προκειμένου να αντιμετωπίσει εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας.

Το Σύνταγμα επιβάλλει επίσης, κατ’ εξαίρεση, τη διάλυση της Βουλής αν δεν ψηφιστεί στις τρεις συνεχείς ψηφοφορίες που προβλέπει κανένας από τους υποψηφίους για την Προεδρία της Δημοκρατίας – αλλά, βεβαίως, με κριτήρια επιλογής προσώπου. Αν ένα κόμμα δηλώσει ότι δεν θα ψηφίσει κανέναν υποψήφιο για την Προεδρία της Δημοκρατίας, προκειμένου να οδηγηθεί υποχρεωτικά η χώρα σε εκλογές για την ανάδειξη κυβέρνησης, με το επιχείρημα ότι η χώρα χρειάζεται νέα κυβέρνηση, προκαλεί την πρόωρη διάλυση της Βουλής για λόγο που δεν προβλέπει ούτε επιτρέπει το Σύνταγμα και, επιπλέον, σφετερίζεται την αρμοδιότητα για πρόωρη διάλυση της Βουλής, ενώ δεν την έχει από το Σύνταγμα.

Πιστεύω ότι δεν είναι στην πρόθεση κανενός πολιτικού κόμματος να διαπράξει μια τέτοια τριπλή παραβίαση του Συντάγματος και του δημοκρατικού πολιτεύματος. Ασφαλώς δε, κατά τη γνώμη μου, δεν έχει αυτή την πρόθεση ούτε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Άλλωστε, νομίζω, ούτε δήλωσε ποτέ ένα κόμμα ότι, κατά τη διαδικασία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, θα καταψηφίσει τρεις φορές τον υποψήφιο για την ύπατη θέση του πολιτεύματος, για να εξαναγκάσει την Πολιτεία να διεξαγάγει εθνικές εκλογές.

// Ένα πρόσωπο που εξελέγη με 282 ψήφους για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας και συγκεντρώνει την αποδοχή του ελληνικού λαού σε ποσοστό 90% μπορεί να γίνει εργαλείο κομματικής πολιτικής; Να μετουσιωθεί σε Ιφιγένεια στον βωμό εκλογικής αναμέτρησης;

– Με το ερώτημα αυτό τίθεται ένα μεγάλο ζήτημα πολιτικού ήθους, το οποίο, πιστεύω, είναι χωρίς αντικείμενο. Δεν μπορεί κανείς να φανταστεί ότι ένα κόμμα το οποίο, με τη λαϊκή θέληση, κυβέρνησε την Ελλάδα επί μακρά σειρά ετών θα καταψήφιζε έναν υποψήφιο για το ύπατο αξίωμα της χώρας ο οποίος υπήρξε, επίσης επί μακρά σειρά ετών, ανώτατο στέλεχός του, ικανός και άξιος υπουργός Εξωτερικών των κυβερνήσεών του και ήδη Πρόεδρος της Δημοκρατίας που τιμά το ανώτατο λειτούργημα με την άριστη άσκησή του και είναι αποδεκτός από ποσοστό μεγαλύτερο από το 90% του ελληνικού λαού. Μια τέτοια κίνηση, και μάλιστα αντισυνταγματική, ούτε δήλωσε ούτε υπαινίχθη ούτε θα μπορούσε ποτέ να σκεφθεί το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

// Η επιλογή προσώπου πολιτικά αντίπαλου κόμματος για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας υπαγορεύεται από πολιτικές σκοπιμότητες;

– Μια τέτοια επιλογή για την υπερκομματική θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας όπως ήταν η επιλογή του σημερινού Προέδρου αποτελεί άριστο δείγμα πολιτικής επιλογής και απόφασης, γιατί δείχνει ότι το κόμμα που επιλέγει γι’ αυτήν τη θέση πρόσωπο από το αντίπαλο κομματικό στρατόπεδο έχει πλήρη συνείδηση ότι η εκλογή για τον ύπατο λειτούργημα της Πολιτείας δεν αποτελεί κομματική υπόθεση. Τέτοιες επιλογές τις αναγνωρίζει πάντοτε ο λαός, οι οποίες όμως δεν μπορεί να υποβαθμίζονται ως κομματικές σκοπιμότητες. Είναι επιλογές -που έγιναν και στο παρελθόν- υψηλής πολιτικής ευθύνης.

// Στην επιλογή του προσώπου του Προέδρου της Δημοκρατίας θα έπρεπε η ψήφος να είναι κατά συνείδηση;

– Κατά το Σύνταγμα, όλες οι ψηφοφορίες στη Βουλή πρέπει να είναι κατά συνείδηση και όχι προϊόν εκβίασης ή άλλης μορφής εξαναγκασμού. Το Σύνταγμα δέχεται την επιβολή «κομματικής γραμμής», αλλά με την έννοια ότι οι βουλευτές την αποδέχονται με ελεύθερη συνείδηση, αφού παραμένουν στο κόμμα. Βεβαίως, όλοι ξέρουμε ότι η κομματική εντολή αποτελεί ισχυρό μέσο πίεσης. Αλλά με αυτό το μέσο το Σύνταγμα δίνει προτεραιότητα στη συλλογική βούληση του κόμματος απέναντι στην ατομική του κάθε βουλευτή. Για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας το Σύνταγμα επιβάλλει ονομαστική ψηφοφορία. Με αυτό δεν αποβλέπει μόνο στην κατά συνείδηση ψήφο αλλά και στη μετά παρρησίας έκφραση της γνώμης. Γι’ αυτό επιβάλλει την ονομαστική ψηφοφορία.

// Ο περιορισμός των εξουσιών του Προέδρου της Δημοκρατίας με το Σύνταγμα του ’86 δικαιώθηκε από την ιστορία;

– Ο περιορισμός των εξουσιών του Προέδρου της Δημοκρατίας, που έγινε με την αναθεώρηση του 1986, αποκατέστησε τη γνήσια κοινοβουλευτική δημοκρατία, που αποτελεί τη μορφή πολιτεύματος του ευρωπαϊκού πολιτικού πολιτισμού. Ο περιορισμός δικαιώθηκε και από τη μετέπειτα πολιτική ιστορία μας, αφού κανένα πολιτικό κόμμα δεν κατέθεσε επίσημα πρόταση σε αναθεώρηση, μετά το 1986, να δοθούν και πάλι οι εξουσίες εκείνες στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί να επηρεάζει τα πολιτικά πράγματα, για το καλό της χώρας, με το κύρος του. Με εξουσίες διχάζει.


Σχολιάστε εδώ