ΟΙ ΔΑΝΕΙΚΟΙ… ΑΥΤΟΧΕΙΡΕΣ!

Έχουν περάσει ακριβώς 18 χρόνια από τότε που βγαίνοντας από το Ιατρικό Κέντρο άκουσα την εντολή από τον καρδιολόγο μου που κυριολεκτικά με είχε γλιτώσει από του Χάρου τα δόντια, χωρίς η οδηγία του να άφηνε κανένα περιθώριο για παζαρέματα και συναλλαγές: «Το τσιγάρο ή το κόβεις ή την επόμενη φορά δεν θα προλάβουν να σε φέρουν εδώ…».

Ήταν το αποχαιρετιστήριο ύστερα από μια προειδοποίηση της καρδιάς ότι τα ψέματα και οι αναβολές δεν είχαν πια θέση, ούτε καν σαν επίδειξη «τζάμπα μαγκιάς» του είδους «εγώ είμαι μάγκας και δεν το κόβω και όποιου του γουστάρει». Και πότε; Σε μια εποχή εβδομαδιαίας τηλεοπτικής υποχρέωσης με καθημερινά γυρίσματα με τον Θανάση Βέγγο, που σήμαινε να μην μπορείς να κάτσεις ούτε λεπτό για μια ανάσα και με παράλληλες θεατρικές και δημοσιογραφικές υποχρεώσεις με καθημερινή αποστολή χρονογραφήματος στην «Πρωινή» της Νέας Υόρκης και όλα αυτά με μια εντολή σε έναν χριστιανό που συχνά επάνω στο γραφείο του ήταν αναμμένα δύο τσιγάρα για να ολοκληρωθεί ο κύκλος των τριών πακέτων την ημέρα!

Γυρίζοντας στο σπίτι, στάθηκα στο περίπτερο της γωνίας και πήρα όχι ένα πακέτο από τα συνηθισμένα μου τσιγάρα, αλλά μια ολόκληρη κούτα και ύστερα από λίγο έκατσα στο γραφείο μου έχοντας αντίκρυ μου, ανέγγιχτη, την κούτα για τη μεγάλη απόφαση:

«Είσαι εχθρός μου, της είπα, και δεν θα σου κάνω τη χάρη να με στείλεις» και η επόμενη κίνηση ήταν να ξανακατέβω στον δρόμο και να πετάξω την κούτα στον υπόνομο της γωνίας, που ευτυχώς έτυχε να μην είναι φραγμένος. Θυμάμαι έναν περαστικό που με είδε και έβαλε τις φωνές: «Τρελός είσαι, ρε; Κλειστή κούτα πετάς;».

Δεν του απάντησα, αν όμως τον ξαναέβλεπα τώρα το μόνο που θα του έλεγα ήταν: «Δεκαοχτώ χρόνια αξίζουν λιγότερο από μια κούτα με φίλτρα πολυτελείας;».

Και όποιος είναι τόσο μάγκας ας έρθει να μου απαντήσει. Από τότε δεν έχει ξαναβάλει τσιγάρο στο στόμα ο υποφαινόμενος μανιώδης των τριών πακέτων την ημέρα. Ούτε εκείνο το δύσκολο βράδυ, που περιμένοντας στον διάδρομο της κλινικής τις εξελίξεις για την κρίσιμη κατάσταση της γυναίκας μου, βγήκε ο υπεύθυνος γιατρός για να μου πει ότι η για 45 χρόνια σύντροφός μου είχε φύγει. Θυμάμαι τον γαμπρό μου, τον Σπύρο, που το μόνο που βρήκε να μου πει ήταν αν ήθελα ένα τσιγάρο. Του είπα «όχι» και εδώ τέλος σε όλη αυτήν τη γελοία ιστορία με τις διαμαρτυρίες καπνιστών και μαγαζιών που «καταστρέφονται» επειδή η πολιτεία πήρε επιτέλους μια απόφαση για την οποία σε καμιά περίπτωση δεν θα πρέπει να κάνει πίσω. Όπως η δήλωση γνωστής για τις κοτσάνες της λαϊκής τραγουδίστριας ότι «το μπουζούκι και το τσιγάρο πάνε μαζί», για την οποία 18 χρόνια τώρα ακούγοντας, άκαπνος, Τσιτσάνη και Μάρκο και Ζαμπέτα και Χιώτη ένιωσα να μου λείπει το παραμικρό. Όπως και η τηλεοπτικά διατυπωθείσα αγωνία ιδιοκτήτη καφετέριας ότι με την απαγόρευση… «πώς θα μεγαλώσει τα τρία παιδιά του». Θεέ μου, τι θ’ ακούσουμε ακόμα…

Για να μην παραλείψω και τον εξοργιστικό τσαμπουκά γνωστής για την ανελέητη φλυαρία της δημοσιογράφου και «Πασιονάριας» της αριστερής πτέρυγας της Βουλής, να εμφανίζεται σε τηλεοπτικό πάνελ επιδεικτικά με το τσιγάρο στο χέρι, χωρίς ο συντονιστής της εκπομπής να της κάνει «πρόσωπο με πρόσωπο» τις σχετικές συστάσεις συμπεριφοράς…

Διαφορετικοί βέβαια οι «ιδανικοί αυτόχειρες» του Κωνσταντίνου Καρυωτάκη που τόσο έξοχα αφηγήθηκε στην τηλεοπτική του σειρά ο Τ. Ψαρράς, τονίζοντας χαρακτηριστικά τις άλλες αιτίες και τις άλλες αφορμές και εντελώς διαφορετικοί οι «δανεικοί» αυτόχειρες μιας ασυμβίβαστης και ανόητης πρακτικής όπου το «δεν θέλω» είναι ισχυρότερο του «δεν μπορώ» με όλες τις βλαπτικές του συνέπειες και που κάποτε πρέπει να βάλουμε στη ζωή μας περισσότερο το «μπορούμε» από ένα πεισματάρικο «δεν θέλουμε».

ΑΣΧΟΛΙΑΣΤΑ
ΠΟΥ ΠΑΡΑΜΕΝΟΥΝ
(στον μήνα της απουσίας από τη σελίδα…)

Κανένας βέβαια δεν βρέθηκε, έστω για λόγους τυπικούς, να δικαιολογήσει την απουσία της βασίλισσας της Ισπανίας από τα εγκαίνια του Μουσείου της Ακρόπολης, όταν τρεχάτη και γεμάτη χαμόγελα είχε τρέξει να παρευρεθεί στην πρεμιέρα του «Ελ Γκρέκο», άλλος όμως ο Ελ Γκρέκο που από μισό τον διεκδικούν οι δύο πατρίδες του, όπως και της ίδιας της Σοφίας και άλλο να δυσαρεστήσει τη βρετανική αυλή που συχνά πυκνά πίνουν το τσάι τους ως συμπεθέρια, διότι ξάδελφος και ο βασιλικός σύζυγος και κάτι τέτοια τα σημειώνει στο τεφτεράκι της η βασίλισσα Ελισάβετ, τέως αυτοκράτειρα, η εστεμμένη με τα πιο αστεία καπελάκια του εστεμμένου κόσμου. Κι εκείνος ο φιλέλληνας, ο Ζισκάρ, που για χάρη του είχαμε δενδροφυτέψει μέσα σε μια νύχτα ολόκληρη τη λεωφόρο Συγγρού, ούτε μια κάρτα στον ανιψιό του παλιού φίλου, που μέχρι το προεδρικό του αεροπλάνο είχε δανείσει εκείνον τον ιστορικό Ιούλιο. Και καλά ο Ζισκάρ, που λόγω ηλικίας μπορεί να του είπαν οι γιατροί «κάτσε εδώ που κάθεσαι, ρε Βαλερί, μη σε μαζεύουμε κι εσένα», αμ, η άλλη, η Μισέλ, του Προέδρου Ομπάμα, που πρώτη φροντίζει για τις δημόσιες σχέσεις του συζύγου, προσπαθώντας μάταια να διαψεύσει τις επιφυλάξεις μας για τις «αλλαγές» που υποσχέθηκε ο ελαφρώς χολιγουντιανός νέος πρόεδρος; Λέτε να νοσταλγήσουμε μέχρι τον Μπους τζούνιορ; Όλα πιθανά και ουδέν το απίθανο. Άσε πια εκείνο το κρυολόγημα που εμπόδισε τον κουμπάρο Ερντογάν να περάσει το Αιγαίο χωρίς να χρειαστεί να παραβιάσει για μια ακόμα φορά τον εναέριο (μπάτε, σκύλοι, αλέστε) χώρο μας και χωρίς να φέρει και ένα κομμάτι παστουρμά για τα καλορίζικα στον πρόεδρο και στη Νατάσα που ήταν και ένα χάρμα οφθαλμών, στα κάτασπρά της.

Χώρια βέβαια και οι Γερμανοί που κάπου ως φαίνεται παράπεσε η πρόσκληση, όπως οι τόσοι και οι τόσοι της «ευρωπαϊκής οικογένειας», όπου εμείς ως γνωστά κορόιδα με πατέντα, μπαίνουμε μπροστά για τα ξένα δίκια και τελικά παίρνουμε τον πούλο ανθοστόλιστο για «ευχαριστώ». Και να μας γίνει μάθημα η συμπεριφορά όλων αυτών των μικροφανφαρόνων και των φθηνοθεατρίνων της διεθνούς πολιτικής σκηνής.

**

Το αιφνιδιαστικό λουκέτο που μπήκε στον «Ελεύθερο Τύπο» και στη ραδιοφωνική συχνότητα από το ζεύγος Γιάννας (οι κυρίες προηγούνται) και Θόδωρου Αγγελόπουλου, παρακολουθήσαμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, μετρώντας την όψιμη διακριτικότητα με την οποία σχολιάστηκε από τη μεγαλύτερη μερίδα του Τύπου, με εξαίρεση τη δικαιολογημένη «ρεβάνς» που πήραν με τις συντριπτικές τους δηλώσεις, οι πρώην υπεύθυνοι της έκδοσης που φεύγοντας από τον «Ε.Τ.» τον άφησαν στις κορυφαίες θέσεις της κυκλοφορίας και χωρίς μάλιστα να τρέχει μπροστά το «λουκάνικο» των dvd.

Όταν κάποιο πρωί ο έτερος των κληρονόμων της Χαλυβουργικής ψάχνοντας τις τσέπες του τις είδε αισθητά αραιωμένες, είπε στη «Μαρία Αντουανέτα» του: «Το παντεσπάνι τέρμα, αρκετά το πληρώσαμε, από αύριο για πρωινό στα δικά μας ντελικατέσεν» και την επόμενη ώρα 500 οικογένειες που δούλευαν για το «παντεσπάνι» της Μαρίας Αντουανέτας των Ολυμπιακών» βρέθηκαν κυριολεκτικά στον δρόμο, μεγαλώνοντας ακόμα περισσότερο το πρόβλημα της ανεργίας στον δημοσιογραφικό χώρο, ενώ ο στόλος του Θόδωρου Αγγελόπουλου αυξήθηκε με 25 νέα πλοία με παραγγελία στην Κορέα, όπως η σχετική είδηση. Με εξαίρεση το «ΠΑΡΟΝ» που δυο ημέρες πριν είχε προειδοποιήσει για το σταμάτημα του φούρνου για άλλο παντεσπάνι, χωρίς να διαβάσω σε καμιά από τις υπόλοιπες μια λέξη αναγνώρισης.

Και τώρα το μεγάλο ερώτημα είναι για το ποιο θα είναι το επόμενο «παντεσπάνι» για τις ώρες της ανίας και της πλήξης της κ. Αγγελοπούλου; Να αγοράσει την Ολυμπιακή για να παίζει με τα δρομολόγια; Την πρόλαβε ο Βγενόπουλος. Να ρίξει πετονιές για τον ΟΤΕ; Κι εκεί πρόλαβε και έβαλε χέρι ο Χριστοφοράκος. Να δείξει ενδιαφέρον για την ΕΡΤ της Αγίας Παρασκευής; Πολύ το ζόρι και πολλά τα ασυμμάζευτα εκεί μέσα και ποιος ακούει τον Θόδωρο έτσι κι αρχίσουν πάλι οι τσέπες του να βογγάνε… Μια ιδέα βέβαια είναι η Προεδρία της Δημοκρατίας. Σας φαίνεται απίθανο; Μην το λέτε. Από τις «Μαρίες Αντουανέτες» όλα να τα περιμένεις…


Σχολιάστε εδώ