Οικονομική κρίση και κερδοσκοπικά παιχνίδια
Το ίδιο κάνει και η σημερινή κρίση, που παρουσιάζει παγκόσμια εμβέλεια, αλλά και τρομερή ένταση και απροσδιόριστη χρονική διάρκεια. Η τωρινή κρίση βρήκε τον καπιταλισμό περισσότερο οργανωμένο, με διαπλοκές και συμμαχίες, με τις κυβερνήσεις και τα ΜΜΕ να δείχνουν μεγάλη προθυμία να συμπαραταχθούν για την αντιμετώπιση των προβλημάτων (συνασπισμένες δυνάμεις). Κι έτσι κατάφερε να γίνει η επίπτωση των ζημιών στους οικονομικά ασθενέστερους. Κυβερνήσεις, επενδυτές, τραπεζίτες και μεγαλοεπιχειρηματίες βγαίνουν κερδισμένοι από την κρίση. Μόνοι χαμένοι οι φορολογούμενοι, οι εργαζόμενοι και οι μικρομεσαίου μεγέθους επιχειρηματίες. Όλοι οι μικρομεσαίας οικονομικής επιφάνειας πολίτες. Η κρίση έδειξε τα κερδοσκοπικά παιχνίδια που παίχτηκαν και εξακολουθούν να παίζονται εις βάρος των αδυνάτων.
Ας δούμε όμως μερικά από τα κερδοσκοπικά παιχνίδια που παίχτηκαν και παίζονται ακόμη, με πρόφαση την οικονομική κρίση:
α) Δανεισμός κρατών και τραπεζών. Οι τράπεζες εκμεταλλεύονται κατά τον καλύτερο τρόπο την κατάσταση που δημιούργησε η κρίση και όπως πάντα κερδοσκοπούν χωρίς έλεος. Αφού βοήθησαν στη δημιουργία της κρίσης που, μεταξύ άλλων, προκάλεσε και τον μηδενισμό σχεδόν των επιτοκίων, και αφού πήραν από τις κυβερνήσεις παχυλά πακέτα στήριξης σε μετρητά και κρατικά ομόλογα, τώρα δανείζονται από τις κεντρικές τράπεζες (FED, ΕΚΤ, Τράπεζα Βρετανίας κ.λπ.) με περίπου επιτόκιο 1% και στη συνέχεια τα χρήματα αυτά τα δανείζουν στα κράτη με επιτόκιο 4-6,5% και διαθέτουν και μερικά ψίχουλα σε δάνεια προς ιδιώτες και επιχειρήσεις με επιτόκιο μέχρι και 13%. Διπλά κερδισμένοι οι τραπεζίτες. Και από τα πακέτα στήριξης και από τη διαφορά των επιτοκίων. Παλαιά τακτική των τραπεζών να εκμεταλλεύονται το «φτηνό χρήμα» και να το προσφέρουν στην οικονομία ακριβό. Με τη συμπεριφορά αυτή οι κυβερνήσεις λύνουν το πρόβλημα της χρηματοδότησης του προϋπολογισμού, αλλά το πληρώνουν ακριβά. Για παράδειγμα, οι ελληνικές ιδιωτικές τράπεζες δανείστηκαν από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα 55 δισ. ευρώ, το μεγαλύτερο ποσοστό των οποίων αναλώθηκε για την αγορά από το Δημόσιο κρατικών ομολόγων που είχαν εκδοθεί με επιτόκιο 4,5% μέχρι και 6%. Η ΕΚΤ έπρεπε να βρει τρόπο να δανείζει απευθείας και τα κράτη της ευρωζώνης με χαμηλό επιτόκιο και όχι να ανέχεται την εκμετάλλευση των κρατών, δηλαδή των φορολογουμένων, από τους τραπεζίτες. Κερδισμένοι από την κρίση οι τραπεζίτες και χαμένοι οι φορολογούμενοι και οι εργαζόμενοι, καθώς η τακτική αυτή οδηγεί σε αύξηση της φορολογίας και σε συνεχή λιτότητα.
β) Πακέτα στήριξης – Επιδοτήσεις. Καθώς η οικονομική κρίση επεκτεινόταν και στην πραγματική οικονομία, οι κυβερνήσεις με μεγάλη απροθυμία εφάρμοσαν κλαδικά πακέτα στήριξης με φοροαπαλλαγές, με επιδοτήσεις σε χρήμα, με εύκολο και φθηνό δανεισμό (επιδότηση επιτοκίου) και άλλα εφευρήματα. Στις κρατικές αυτές χορηγήσεις τη μερίδα του λέοντος έλαβαν οι τραπεζίτες. Και στη συνέχεια πήραν τη σκυτάλη οι αυτοκινητοβιομηχανίες, οι τουριστικές επιχειρήσεις, οι εργολάβοι οικοδομών και κάτι ψίχουλα δόθηκαν στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και στους ελεύθερους επαγγελματίες. Από τις ενισχύσεις αυτές πόσες ήταν δικαιολογημένες; Ποιος άραγε θα μπορέσει να μας δικαιολογήσει τη μείωση των τελών ταξινόμησης των καινούργιων αυτοκινήτων; Γιατί μια ζωή οι εργαζόμενοι σιγοψήνονται στη λιτότητα και στις επακόλουθες στερήσεις και οι εισαγωγείς αυτοκινήτων ή οι μεγαλοεργολάβοι ή οι τραπεζίτες δεν μπορούν να αντέξουν μια λιτότητα κερδών δύο ή τριών ετών; Τα μέτρα δικαιολογήθηκαν ως μέτρα περιορισμού της ανεργίας. Προσωπικά φρονώ ότι ελάχιστα βοήθησαν την προσπάθεια αυτή, δεδομένου ότι σε όλα σχεδόν τα κράτη η ανεργία έχει φουντώσει. Η στήριξη της πραγματικής οικονομίας έπρεπε να γίνει από το κράτος και τις τράπεζες βάσει καλά μελετημένου σχεδίου και όχι βιαστικά και με σπασμωδικές ενέργειες. Η δική μας η κυβέρνηση έσπευσε να επιδοτήσει τους τραπεζίτες και μετά ακολούθησαν νευρικές σπασμωδικές κινήσεις. Σε τελευταία ανάλυση, οι επιχορηγήσεις αυτές αύξησαν τα ελλείμματα και το δημόσιο χρέος και προκάλεσαν την αύξηση της φορολογίας και παράταση της λιτότητας. Κερδισμένοι οι τραπεζίτες και οι μεγαλόσχημοι επιχειρηματίες και χαμένοι οι φορολογούμενοι και οι εργαζόμενοι.
γ) Εργασιακές σχέσεις – Ανεργία. Με τη δικαιολογία της οικονομικής κρίσης ήταν αναμενόμενο να φουντώνει η ανεργία και να αποδυναμωθεί πλήρως η εργατική τάξη. Και το μεγάλο κερδοσκοπικό παιχνίδι αρχίζει από τώρα. Μέτρα εξαφάνισης ή δραστικού περιορισμού των κεκτημένων δικαιωμάτων των εργαζομένων. Μας το είχαν πει από χρόνια. Δεν υπάρχουν κεκτημένα δικαιώματα (Σημίτης). Και τώρα με την αύξηση της ανεργίας και τη δαμόκλειο σπάθη να επικρέμαται στον τράχηλο των εργαζομένων, οι εργασιακές σχέσεις τελούν υπό αναθεώρηση εκ βάθρων. Στον Καιάδα οι γενικές συλλογικές συμβάσεις. Κατάργηση της οκτάωρης απασχόλησης, τετραήμερη εργατική εβδομάδα με ανάλογο περιορισμό των αμοιβών, δεκαπεντάωρη απασχόληση τις τέσσερις εργάσιμες ημέρες χωρίς υπερωριακή αποζημίωση των εργαζομένων, ελευθερία απολύσεων χωρίς αποζημίωση, ανατροπή του ασφαλιστικού καθεστώτος επί το δυσμενέστερον είναι μερικά από τα μέτρα που εκκολάπτονται και θα εφαρμοστούν τμηματικά. Κερδισμένοι οι μεγαλοεπιχειρηματίες και εσαεί χαμένοι οι εργαζόμενοι. Και το ερώτημα -και ταυτόχρονα η απορία μου- είναι: Μήπως αυτή η κρίση είναι το σκηνικό για την κατάργηση των εργασιακών σχέσεων με τη σημερινή τους μορφή; Μήπως βαδίζουμε σε εργασιακό μεσαίωνα; Η ανεργία που προκλήθηκε από την κρίση είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να ζήσουμε και πάλι τη φρίκη ενός Μεσαίωνα στη μεταχείριση των εργαζομένων.
δ) Στο τσιγκέλι η μικρομεσαία επιχείρηση. Σχεδόν σε όλα τα κράτη οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που θεωρούνται η ραχοκοκαλιά των ασθενών οικονομιών, επλήγησαν βάναυσα από την κρίση. Κυριολεκτικά κρεμάστηκαν στο τσιγκέλι. Το φούντωμα της ανεργίας έχει τις ρίζες του και στην εξόντωση της μικρομεσαίας επιχείρησης. Με την κρίση ουσιαστικά αποκλείστηκε από την τραπεζική χρηματοδότηση, καθώς τα κριτήρια παροχής δανείων από τις τράπεζες έγιναν αυστηρότερα, τα φορολογικά βάρη αυξήθηκαν για τις ΜΜΕ, δεδομένου ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις απολαμβάνουν φορολογικής ασυδοσίας και τα λογιστικά τους βιβλία θεωρούνται ειλικρινή! Ο περιορισμός της ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών που προκάλεσε η τωρινή κρίση επέφερε μείωση του ισχνού τζίρου της μικρομεσαίας επιχείρησης σε πολύ μεγαλύτερη αναλογία από ό,τι στη μεγάλη επιχείρηση. Οι μεγάλες επιχειρήσεις, και ειδικά τα σούπερ μάρκετ, έχουν απορροφήσει την προτίμηση του καταναλωτικού κοινού όχι μόνο στον κλάδο των τροφίμων, αλλά και σε αρκετά άλλα είδη, όπως π.χ. στην ένδυση, τα παιχνίδια, τα σχολικά, τα είδη οικιακής χρήσης κ.λπ. και επιπλέον έχουν και την κρατική και τραπεζική στήριξη. Έτσι η οικονομική κρίση εξελίσσεται σε εφιάλτη για τις μικρές επιχειρήσεις κι αυτό ευνοεί αφάνταστα τα κερδοσκοπικά παιχνίδια των μεγάλων με τις προσφορές, τα μπόνους στους πελάτες, τα προϊόντα με τη δική τους φίρμα που πωλούνται σε πολύ χαμηλές τιμές και τις άλλες εμπορικές πρακτικές, ορθόδοξες και ανορθόδοξες, που ακολουθούν. Μήπως η κρίση φούντωσε για να περιοριστεί δραστικά η δραστηριότητα της μικρής επιχείρησης; Πάντως οι ιδιοκτήτες πολυκαταστημάτων, σούπερ μάρκετ, αλυσίδων κ.λπ. ευνοούνται από την κρίση. Είναι οι κερδισμένοι. Και οι μικροί επιτηδευματίες, οι αγωνιστές της αγοράς, είναι οι χαμένοι. Είναι αυτοί που θα πληρώσουν μαζί με τους εργαζόμενους.
Στα παραπάνω «παιχνίδια» θα πρέπει να προσθέσουμε και την κατά τη γνώμη μας ύποπτη συμπεριφορά των οργάνων της ΕΕ και της ΟΝΕ. Οι δύο αυτοί ευρωπαϊκοί οργανισμοί έγιναν η προκρούστεια κλίνη πάνω στην οποία οι οικονομίες κόβονται στα μέτρα που εξυπηρετούν το νεοφιλελεύθερο οικονομικό μοντέλο. Και σε προηγούμενα άρθρα μας είχαμε επισημάνει τον ύποπτο ρόλο της ΕΕ και της ΟΝΕ στο μεγάλο πρόβλημα της αντιμετώπισης της κρίσης. Όλες οι προσπάθειές τους επικεντρώθηκαν στην αύξηση της φορολογίας και στη διαιώνιση της λιτότητας των εργαζομένων. Το καθεστώς της κοινοτικής επιτήρησης λόγω υψηλού ελλείμματος αποτελεί την προκρούστεια κλίνη. Εκεί κόβονται οι αμοιβές των εργαζομένων (για να μειώνονται τα ελλείμματα βεβαίως), περιορίζονται οι κοινωνικές δαπάνες, ενώ γίνονται ανεκτές οι δαπάνες για την υιοθέτηση κάθε είδους ασυδοσίας του κεφαλαίου (επενδυτικά κίνητρα, φοροαπαλλαγές ή μειώσεις φορολογικών συντελεστών στη φορολογία επιχειρηματικών κερδών, επιχορηγήσεις και διευκολύνσεις σε κλάδους που αντιμετωπίζουν υπαρκτά ή ανύπαρκτα προβλήματα κ.λπ.). Όταν η κυβέρνηση αποφάσισε να στηρίξει τις τράπεζες με 28 δισ. ευρώ δεν ακούστηκε άχνα από τον Αλμούνια ή τη διοίκηση της ΕΚΤ. Ξεσηκώθηκαν όμως για να μη δοθούν αυξήσεις στους μισθούς και στις συντάξεις. Η μείωση κατά 50% του τέλους ταξινόμησης των ΙΧ επιβατικών αυτοκινήτων δεν ανησύχησε καθόλου τον κ. Αλμούνια, απλούστατα γιατί το μέτρο αυτό διευκόλυνε την πώληση στην Ελλάδα ευρωπαϊκών αυτοκινήτων. Κανένας από τους προύχοντες της ΕΕ ή της ΟΝΕ δεν ανησύχησε για τις διευκολύνσεις στήριξης διαφόρων κλάδων (οικοδομής, τουρισμού, αντικατάσταση κλιματιστικών, κουφωμάτων κ.λπ.), καθώς το μέτρο απέβλεπε ουσιαστικά στη στήριξη του νεοφιλελεύθερου οικονομικού μοντέλου, ενώ ξεσπάθωσαν για τη ματαίωση μέτρων στήριξης των οικονομικά αδύναμων πολιτών, που ήταν ένα μέτρο που θα έφερνε αύξηση της ενεργού ζήτησης και θα χτυπούσε την κρίση. Η υποκρισία στο έπακρον με συσκευασία τη δημοσιονομική ισορροπία.