ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΔΙΩΞΗΣ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΕΠΙΔΙΩΚΕΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΑΚΟΣ

Ο κ. Μπίσιας εστιάζει, με ανάλυσή του για «ΤΟ ΠΑΡΟΝ», την εκτίμησή του αυτή σε δύο ζητήματα, τα οποία ο κατηγορούμενος Χριστοφοράκος παλεύει διά των συνηγόρων του:

– Της παραγραφής, το οποίο πάντως μέχρι στιγμής φαίνεται να αντιμετωπίζεται αρνητικά απ’ τη γερμανική Δικαιοσύνη.

– Της επαπειλούμενης απ’ το ελληνικό δίκαιο ποινής της ισόβιας κάθειρξης για τα αδικήματα για τα οποία κατηγορείται, κάτι που προσβάλλει την «αρχή της αναλογικότητας», αφού απ’ το γερμανικό δίκαιο για ίδια αδικήματα προβλέπεται πολύ μικρότερη ποινή.

Ολόκληρη η ανάλυση-γνωμάτευση του κ. Μπίσια έχει ως εξής:

«Η ασφαλής πρόγνωση της οριστικής έκβασης των αιτημάτων έκδοσης που έχουν υποβάλει οι ελληνικές αρχές στη γερμανική Δικαιοσύνη καθίσταται επί του παρόντος εξαιρετικά δυσχερής. Τούτο συνάγεται πρωτίστως από τα σημερινά δεδομένα που γνωστοποιούνται από τις τελευταίες επίσημες ανακοινώσεις της Εισαγγελίας Μονάχου σχετικά με την εξέλιξη της διαδικασίας.

Τον τελευταίο λόγο για την τύχη των αιτημάτων έκδοσης έχει, σύμφωνα με τον γερμανικό νόμο περί δικαστικής συνδρομής, το καθ’ ύλην αρμόδιο Εφετείο του Μονάχου, το οποίο και θα αποφανθεί εντός των επομένων εβδομάδων οριστικά, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό δικαιοδοσίας, εάν συντρέχουν στην προκειμένη περίπτωση οι νόμιμοι λόγοι έκδοσης του εκζητούμενου στην Ελλάδα.

Ειδικότερα, το Εφετείο θα κρίνει εάν η σχετική απόφασή του θα ληφθεί σε δημόσια συνεδρίαση ή με βούλευμα. Πριν λάβει τη σχετική απόφαση, το δικαστήριο έχει το δικαίωμα να ανακρίνει τον εκζητούμενο αλλά και να διατάξει να προσκομιστούν αποδείξεις για όλα εκείνα τα ζητήματα που χρήζουν κατά την άποψη του διερεύνησης. Το δικαστήριο δύναται μάλιστα να υπεισέλθει ακόμη και σε θέματα που αφορούν το ελληνικό κατηγορητήριο και τις με αυτό συσχετιζόμενες πράξεις που αποδίδονται στον διωκόμενο, στην περίπτωση που κατά την άποψη του δικαστηρίου υφίστανται σοβαρές αμφιβολίες για την εμπλοκή του διωκόμενου στις σχετικές πράξεις που του αποδίδονται στην Ελλάδα.

Το Εφετείο, που σύμφωνα με τα δημοσιεύματα έχει δεχθεί ήδη θετική εισήγηση για τη βασιμότητα του πρώτου αιτήματος έκδοσης των ελληνικών αρχών, δεν δεσμεύεται από τη σχετική γνώμη που έχει σχηματίσει ήδη η Εισαγγελία του Μονάχου (Τμήμα Εκδόσεων).

Έχει διακοπεί η παραγραφή

Δύο είναι τα βασικά σημεία, τα οποία, όπως φαίνεται, τουλάχιστον επί του παρόντος, θα προβληματίσουν ιδιαιτέρα τους γερμανούς δικαστές.

1. Το πρώτο σχετίζεται με την παραγραφή στη Γερμανία των οικονομικών εγκλημάτων για τα οποία κατηγορείται ο διωκόμενος στην Ελλάδα, παραγραφή που ανακύπτει λόγω της γερμανικής ιθαγένειας που έχει ο τελευταίος αποκτήσει στο παρελθόν. Η γερμανική υπηκοότητα θέτει τον εκζητούμενο εκ του νόμου στη δικαιοδοσία (και) των γερμανικών ποινικών δικαστηρίων, γεγονός που επιβάλλει στη γερμανική δικαιοσύνη την εξέταση της παραγραφής των επίμαχων αδικημάτων κατά το γερμανικό δίκαιο (Νόμος περί διεθνούς δικαστικής συνδρομής, άρθρο 9 παρ. 2).

Εκ πρώτης όψεως διαφαίνεται, από την πρόσφατη επικύρωση του εντάλματος κράτησης προς έκδοση του διωκόμενου από το Εφετείο Μονάχου, η τάση του δικαστηρίου να υιοθετήσει την άποψη της Εισαγγελίας, ότι η πενταετής παραγραφή που προβλέπει το γερμανικό δίκαιο για τα συγκεκριμένα αδικήματα έχει διακοπεί με την πρώτη ανωμοτί κατάθεση του διωκόμενου την 18/4/2008 ενώπιον της Εισαγγελίας Αθηνών στο πλαίσιο της προκαταρκτικής εξέτασης που διεξήχθη.

Η άποψη αυτή περί διακοπής της παραγραφής βρίσκει έρεισμα στον γερμανικό νόμο και θα μπορούσε, κατά την προσωπική μου εκτίμηση, με σχετική εμπεριστατωμένη αιτιολογία, να αποτελέσει την τελική κρίση του δικαστηρίου σχετικά με το πολυσυζητημένο θέμα της παραγραφής. Βέβαια εγείρονται σε σχέση με τα ανωτέρω περαιτέρω ερωτήματα και συγκεκριμένα για το εάν η διακοπή της παραγραφής θα ισχύσει για το σύνολο των πράξεων που αποδίδονται στον διωκόμενο σύμφωνα με το ελληνικό κατηγορητήριο ή μόνο για ένα μέρος απ’ αυτές. Για παράδειγμα, οι πράξεις που τοποθετούνται χρονικά πριν από την 19/4/2003 (εφόσον η παραγραφή ήθελε θεωρηθεί ότι διεκόπη την 18/4/2008), είναι προφανώς παραγεγραμμένες κατά το γερμανικό δίκαιο. Στο σημείο αυτό το δικαστήριο θα πρέπει να νομολογήσει και δεν αποκλείεται, λόγω της μείζονος σημασίας του θέματος, για την τελική κρίση του να ζητήσει με προδικαστικό αίτημα σχετική απόφαση από το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Καρλσρούης.

2. Το δεύτερο μείζον ζήτημα που θα απασχολήσει τη γερμανική δικαιοσύνη είναι η ισόβια κάθειρξη, με την οποία «απειλείται» από την ελληνική Δικαιοσύνη ο διωκόμενος, λόγω της επιβαρυντικής περίπτωσης του Νόμου περί Καταχραστών του Ελληνικού Δημοσίου (Ν. 1608/50). Το ζήτημα της ισοβίου καθείρξεως σε οικονομικό έγκλημα δύναται να θεωρηθεί από τη γερμανική Δικαιοσύνη ως προσβολή της αρχής της αναλογικότητας. Μια τέτοια περίπτωση έχει καταγραφεί στη γερμανική νομολογία την 20/5/2008, με δικαστική απόφαση του Εφετείου Celle, με την οποία απορρίφθηκε ελληνικό αίτημα έκδοσης γερμανού υπηκόου στην Ελλάδα, με το σκεπτικό ότι η ισόβια κάθειρξη που προβλέπεται στην ελληνική νομοθεσία στον νόμο 3459/2006 περί Ναρκωτικών παραβίαζε στη συγκεκριμένη περίπτωση την αρχή της αναλογικότητας.

3. Τόσο το ζήτημα της διακοπής της παραγραφής όσο και αυτό της επαπειλούμενης ισοβίου καθείρξεως, ακόμη και στην περίπτωση που ήθελε κριθεί στην προκειμένη περίπτωση εις βάρος των συμφερόντων του διωκόμενου, δεν θα είναι ικανά να επιτρέψουν την άμεση έκδοση του τελευταίου στην Ελλάδα, εάν μέχρι τη χρονική στιγμή της λήψης της δικαστικής απόφασης για την έκδοση, η Εισαγγελία Μονάχου έχει ήδη επίσημα προβεί σε έναρξη ποινικής διαδικασίας (Ermittlungsverfahren) κατά του εκζητούμενου για τις ίδιες αξιόποινες πράξεις, οι οποίες του αποδίδονται με το ελληνικό κατηγορητήριο. Το αυτό ισχύει, σύμφωνα με τον γερμανικό νόμο, και στην περίπτωση που η Εισαγγελία Μονάχου απορρίψει με απόφασή της -άρα θα υπάρχει σχετική κρίση- τη συνέχεια της ποινικής διαδικασίας στη Γερμανία για ταυτόσημες με το ελληνικό κατηγορητήριο πράξεις.

Είναι προφανές, με βάση τα σημερινά δεδομένα, ότι η υπεράσπιση κάθε διωκόμενου σε παρόμοιες περιπτώσεις θα προσανατολιστεί εκ των πραγμάτων στην άσκηση δίωξης στη Γερμανία με αντικείμενο την ταύτιση των πράξεων με το ελληνικό κατηγορητήριο, με σκοπό α. την απόρριψη της έκδοσης στην Ελλάδα αλλά και β. τη δημιουργία γερμανικού δεδικασμένου, προκειμένου να καταστεί ανέφικτη η δίωξη των σχετικών αδικημάτων στην Ελλάδα.

Τέλος, άγνωστο παραμένει εάν το Εφετείο του Μονάχου εκδικάσει τα δύο αιτήματα έκδοσης των ελληνικών αρχών αυτοτελώς ή προβεί σε συνεκδίκασή τους λόγω συνάφειας.


Σχολιάστε εδώ