Ρεαλισμός συμβιβασμών και αντιστάσεων
Εάν δεν θέλουμε ν’ ακροβατούμε μεταξύ ψευδαισθήσεων κι ευσεβοποθισμών -και χωρίς να καταστέλλεται η βούληση για την αποσόβηση απαραδέκτων συμβιβασμών- τα πράγματα όπως διαμορφώνονται στο Κυπριακό ούτε ρόδινα είναι ούτε ανώδυνα θ’ αποβούν. Αντιθέτως, προδιαγράφουν ορατούς κινδύνους. Είτε ως παράγωγα ενδεχόμενων νέων (και καταληκτικών πλέον) αδιεξόδων. Οπότε οδηγούμεθα, στην καλύτερη περίπτωση, σε παγίωση του σημερινού διχοτομικού status quo. Είτε ως αποτέλεσμα προαγωγής δοτών λύσεων. Οπότε και θα έχομεν εκόντες ή άκοντες αποδεχθεί ακροσφαλείς ρυθμίσεις. Εάν είμεθα λοιπόν πραγματιστές:
1. Και αν ακόμη το έωλο Σχέδιο Ανάν δεν επανέλθει -και πιστεύουμε ότι αυτό έληξε οριστικά με τη μορφή τουλάχιστον που αυτό ετέθη σε δημοψήφισμα- οπωσδήποτε οι βασικές του παράμετροι θα βρεθούν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, ως πυλώνες του αναζητούμενου ιστορικού συμβιβασμού. Με ό,τι αυτό σημαίνει. Και σημαίνει ότι, όπως και τα προηγούμενα πλαίσια που απέρρευσαν από τα Ηνωμένα Έθνη, θα προσφέρουν τα βασικά δομικά υλικά της λύσεως. Να μην έχουμε καμία αμφιβολία.
2. Το Σχέδιο Ανάν (με τις καταστροφικές προσθήκες στο Μπούργκενστοκ) απερρίφθη μεν -και πολύ καλώς- από τον Κυπριακό Ελληνισμό. Αλλά η Λευκωσία επισήμως α) ανεφέρετο συνεχώς στην ανάγκη βελτιωτικών τομών, προκειμένου αυτό να γίνει αποδεκτό, και β) το εθεωρούσε, τουλάχιστον, «βάση διαπραγματεύσεων για λύση του Κυπριακού». Άρα το σχέδιο εθεωρείτο, και μετά την απόρριψή του, βάση λύσεως. Γιατί, διαλεκτικώς, δεν μπορεί κάτι να είναι μεν βάση διαπραγματεύσεως, αλλά όχι και λύσεως.
3. Εμείς μεν -ως το ανίσχυρο σκέλος της καταθλιπτικής ανισοσθένειας- έχουμε απορρίψει το σχέδιο. Και αν παρ’ ευχήν επανεφέρετο, το ίδιο ακριβώς θα έπρεπε να πράξωμεν, επαναπορρίπτοντάς το. Αλλά η άλλη πλευρά έχει εν τω μεταξύ ενθυλακώσει όλα όσα τα διεθνή κέντρα ισχύος και αποφάσεων την εφιλοδώρησαν. Με τις ευλογίες μάλιστα των Ηνωμένων Εθνών. Και το ισχυρό σκέλος, εάν έχει τη δύναμη, να περιφρονεί όσα του επιβάλλουν και δεν τα επιθυμεί, άλλο τόσο έχει την ισχύ να θεωρεί κεκτημένα όσα του παρέχονται. Δικαίως ή αδίκως. Και άλλωστε η τραγικότητα της ιστορικής διαδρομής του Κυπριακού τι άλλο είναι από αυτήν την άσκηση αδικίας διά της ισχύος και θράσους διά της βίας;
Υπό το φως αυτών των απλουστευτικών και κυρίως αυτονοήτων προσεγγίσεων, εάν υπάρχει κάτι που πραγματιστικώς επιβάλλεται να έχουμε κατά νουν είναι ότι: Επέρχονται πολύ δύσκολες τροπές. Και θα βρεθούμε σύντομα μπροστά σε νέες εκβιαστικές μεθοδεύσεις. Να μην αμφιβάλλουμε. Με τη διαφορά ότι: Ενώ στην προηγούμενη φάση, οι εξελίξεις μάς συνάντησαν (όχι τυχαία) έξω από την Κοινοτική πύλη -που εχρησιμοποιήθη ως μοχλός πιέσεως- αυτήν τη φορά θα μας βρουν επέκεινα. Ενσωματωμένους δηλαδή στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, αφού την επιούσαν του δημοψηφίσματος διασκελίσαμε την είσοδο. Έξω από την οποίαν περιφέρεται αντιθέτως η Τουρκία. Κι αυτό αποτελεί την κρίσιμη συντεταγμένη των στρατηγικών μας αντιστάσεων. Και τον ιστορικό καταλύτη των προοπτικών.
Αυτό βεβαίως δεν μας λύει αυτομάτως το πρόβλημα. Ούτε σώζει την Κύπρο. Χρειάζεται και ρεαλισμός που να κατατείνει προς ιστορικούς συμβιβασμούς (όσο επώδυνοι και αν είναι) και στρατηγική σύνεση, ώστε οι αντιστάσεις μας να είναι πειστικές και κυρίως τελεσφόρες. Με μοναδικό γνώμονα τη διασφάλιση, αφενός δικαιωμάτων γης και ζωής και αφετέρου ιστορικής συνέχειας για τον Κυπριακό Ελληνισμό στη φυσική του γεωγραφία.
Τίποτε λιγότερο. Και τίποτε περισσότερο…