Πουλάνε τα τραγούδια μας και μας δίνουν πενταροδεκάρες!

Αστεία ως μηδαμινά είναι αυτά που μας δίνουν. Είναι μεγάλη αμαρτία, λέει…
Στη συζήτηση που είχαμε μαζί του, θα ανακαλύψετε έναν άλλον Μάνο Ελευθερίου, τολμηρό, που όπως πάντα δεν μασάει τα λόγια του…

// Κύριε Ελευθερίου πώς ξεκινήσατε να γράφετε τραγούδια;
«Τραγούδια ξεκίνησα να γράφω ως στρατιώτης το 1961. Έγραψα μετά την προτροπή ενός φίλου μου, του Βαγγέλη Καπετανάκη. Αυτός τα έδωσε σ’ ένα συνθέτη της εποχής αυτής, που λεγόταν Κώστας Καπνίσης. Λαμπρός συνθέτης. Του έστειλα τα τραγούδια, αλλά δεν του άρεσαν. Δεν ήταν καλά. Ούτε αντίγραφα δεν κράτησα. Έκτοτε χάθηκα. Επέστρεψα όμως το 1964, όταν μπλέχτηκα σ’ ένα σύλλογο… Το Σύλλογο Φίλων της Ελληνικής Μουσικής, που είχαν ιδρύσει οι αδελφοί Κουνάδη. Αυτός ο σύλλογος είχε ένα σκοπό: τη διάδοση των έργων του Μίκη Θεοδωράκη. Εκεί μαζευόμασταν συνθέτες, στιχουργοί, τραγουδιστές. Εκεί γνώρισα και τον Χρήστο Λεοντή και του έδωσα ένα τραγουδάκι. Το 1965 βγήκε το πρώτο μας τραγούδι που λεγόταν “Ρημαγμένοι κήποι”. Εγώ εξακολουθούσα και έγραφα, ώσπου το 1971 ο Φώντας Λάδης έδωσε στον Μίκη Θεοδωράκη μια σειρά από τραγούδια μου, ο οποίος τα μελοποίησε αμέσως… Τότε για να σου κάνει ο Μίκης τραγούδια τι να σας λέω… Μυθικό πρόσωπο! Από εκεί και πέρα, ήρθαν όλα τα άλλα, σαν παραμύθι! “Ο Άγιος Φεβρουάριος” με τον Δήμο Μούτση, “Η θητεία”» με τον Γιάννη Μαρκόπουλο… Συνεργάστηκα με όλους τους Έλληνες συνθέτες και αυτή ήταν η μεγαλύτερή μου τιμή. Βέβαια, με τραγούδησαν όλοι οι Έλληνες τραγουδιστές… Αυτή κι αν είναι τιμή…».
// Τι σας έχει μείνει από τον Μίκη Θεοδωράκη;
«Η γενναιοδωρία του ταλέντου του, την οποία δεν ήλεγχε. Ο Μίκης είναι ένας άνθρωπος-ποταμός. Είναι καταιγιστικός. Αλλά ο κάθε συνθέτης είχε τη δική του προσωπικότητα. Για τον Μίκη έγραψα εβδομήντα τραγούδια! Τα “Λαϊκά” του έγιναν μπεστ σέλερ. Τέτοιας επιφάνειας συνθέτες όπως ο Μίκης και ο Μάνος δεν υπάρχουν σήμερα».
// Με τον Μάνο Χατζιδάκι συνεργαστήκατε;
«Ναι, του έγραψα τέσσερα τραγούδια. Είχα αποσυρθεί τότε…».
// Τι άνθρωπος ήταν ο Χατζιδάκις;
«Δύσκολος άνθρωπος. Όπως δύσκολος ήταν και ο Νίκος Γκάτσος. Στις φιλίες τους, στις παρέες τους, στις γνώμες τους. Με τους δύσκολους όμως πας μπροστά. Ο Γκάτσος διάβαζε με πολλή προσοχή αυτό που του πήγαινες αλλά και με πολλή αγάπη. Και στους δυο δεν τους άρεσε να συμβουλεύουν. Οι ερωτήσεις που σου έκαναν για μερικά πράγματα ήταν σαν να δίδασκαν. Ο Γκάτσος δεν καταφέρθηκε ποτέ εναντίον καλλιτέχνη. Δεν γινόταν έξαλλος. Αν και θα μπορούσε μ’ αυτό που θα έλεγε να τον τσακίσει. Ο Μάνος, από την άλλη, ανεχόταν και τις αθλιότητες και τις ηλιθιότητες των ανθρώπων…».
// Από πού έρχεται η έμπνευση; Πώς γράφεται άραγε ο στίχος «Οι ελεύθεροι και ωραίοι ζουν σε κάποιες φυλακές, μες στα τείχη που έχει χτίσει ο καθένας για να ζήσει τις μεγάλες του στιγμές…»;
«Δεν τα ελέγχει κανείς αυτά… Απλά πρέπει να προλάβεις να τα σημειώσεις. Δυο-τρεις φορές στη ζωή μου σκέφτηκα κάτι πολύ ωραία πράγματα και νόμιζα ότι επειδή ήταν πάρα πολύ ωραία θα τα θυμηθώ όταν πάω σπίτι. Ε, δεν τα θυμήθηκα. Από τότε κουβαλάω ένα μπλοκάκι για να σημειώσω τη λέξη που θα με οδηγήσει… Το τραγούδι είναι δύσκολη ιστορία. Είναι η στιγμή…».
// Δεν μπορώ να μη σας ρωτήσω… Πώς σας φαίνεται σήμερα που οι εφημερίδες και τα περιοδικά πουλάνε με τη δική σας αρωγή; Με τη δική σας έμπνευση… Με την έμπνευση των καλλιτεχνών…
«Ο Τύπος βρίσκεται σε δεινή θέση. Χρειάζεται λοιπόν ένα δεκανίκι να φτάσει σε όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο. Αλλά ας μη μείνουμε εκεί. Εγώ θα σας μιλήσω για το δικό μας πόνο. Τα ποσοστά που δίνονται από τις πωλήσεις σε τραγουδιστές, συνθέτες, στιχουργούς είναι από αστεία έως μηδενικά. Αυτό είναι μεγάλη αμαρτία! Με τρόμο σκέφτομαι ότι, δόξα τω Θεώ, εγώ έχω και 800 ευρώ σύνταξη το μήνα γιατί εργαζόμουν παράλληλα ως υπάλληλος και έχω και τα συγγραφικά δικαιώματα από τα βιβλία μου. Σκεφτείτε όλους τους άλλους ηλικιωμένους καλλιτέχνες που περιμένουν κάθε έξι μήνες να εισπράξουν μόνο αυτά τα χρήματα. Να πάρουν από την εταιρεία πνευματικής ιδιοκτησίας πέντε δεκάρες. Όταν τους κόβεις και αυτές τις πέντε δεκάρες ενώ εσύ βγάζεις, μια λέξη τα καλύπτει όλα: Αμαρτία!».
// Το τραγούδι όπως καταλαβαίνω θεωρείτε ότι έχει γίνει εμπόρευμα…
«Ακόμη και την περίοδο που έβγαιναν τα αριστουργήματα, έβγαιναν και τραγούδια με ημερομηνία λήξεως. Αυτοί που έχουν συλλογές δίσκων μπορούν να το παρατηρήσουν. Από τα χίλια τραγούδια που βγήκαν το 1960, θα ξεχωρίσεις πέντε. Αυτό γίνεται και σήμερα. Η διαφορά του τότε με το σήμερα είναι ότι είναι τέτοιος ο ορυμαγδός, η ποσότητα των τραγουδιών που βγαίνουν, που δεν τους δίνεται η ευκαιρία να βγουν στον αφρό. Οι παραγωγοί ραδιοφώνου παίρνουν δέκα cd την εβδομάδα και την άλλη εβδομάδα άλλα δέκα. Θα πρέπει να κάτσουν να ανακαλύψουν τους θησαυρούς. Αλλά πόσοι το κάνουν; Πολλές εταιρείες πληρώνουν τα ραδιόφωνα για να ακούγονται οι δίσκοι τους. Όταν έβγαινε ο δίσκος ενός μεγάλου καλλιτέχνη long plαy 33 στροφών ήταν ένα μεγάλο γεγονός. Έγραφαν οι εφημερίδες, υπήρχε μια κίνηση. Αυτό σήμερα χάθηκε».
// Άρα, τα ΜΜΕ διαμορφώνουν την πολιτιστική μας ταυτότητα;
«Όχι. Ο κόσμος είναι αυτός που επιλέγει. Τα ΜΜΕ τον επηρεάζουν λίγο. Ο κόσμος όμως αποφασίζει τι θα αγοράσει. Τα μέσα ενημερώνουν. Η τηλεόραση προσπάθησε να μας πείσει ότι προωθεί το ελληνικό τραγούδι μέσα από τις ριάλιτι-ακαδημίες. Ποιος τραγουδιστής ή τραγουδίστρια βγήκε από αυτές και έχει κάτι να μας πει; Ναι, από το βρετανικό ριάλιτι βγήκε η Σούζαν Μπόιλ. Αυτή είναι εκπληκτική τραγουδίστρια. Αν σταθεί ψυχολογικά θα μιλάμε για αυτή σε λίγα χρόνια…».
// Επιστρέψατε στη δισκογραφία με την Πέγκυ Ζήνα και αρκετοί ήταν αυτοί που ξίνισαν. Της γράψατε τραγούδια για το νέο της δίσκο που έγιναν και αμέσως επιτυχίες. Πώς έγινε αυτή η επαφή;
«Εμένα καταρχήν μ’ αρέσει να δίνω καλή δουλειά στους τραγουδιστές ξεχνώντας το παρελθόν τους. Μάλιστα ξεχνάω οτιδήποτε κακό έχουν πει για όποιον άνθρωπο. Για εμένα η Πέγκυ Ζήνα είναι μεγάλη τραγουδίστρια. Το ότι δεν ευτύχησε όλα της τα τραγούδια να είναι αριστουργήματα, σ’ αυτό δεν έφταιγε η ίδια, γιατί ήταν αναγκασμένη να τραγουδήσει και αυτά. Κοιτάξτε, σας παρακαλώ, και το ρεπερτόριο των τραγουδιστών που έχουμε στα όπα όπα… και θα δείτε ότι το μισό είναι κυριολεκτικά για πέταμα. Υπάρχουν σπουδαίοι τραγουδιστές που τραγουδούν ωραία τραγούδια, αλλά και πολλές φορές έχουν πει και εμετικά τραγούδια γιατί είναι υποχρεωμένοι στον τάδε συνθέτη, στην αδερφή του τάδε στιχουργού, στη μάνα του τάδε παραγωγού και πάει λέγοντας. Μεγάλοι τραγουδιστές που έχουν τραγουδήσει την άμμο της θάλασσας, αλλά το μισό τους ρεπερτόριο είναι για πέταμα. Δικαιούται και η Πέγκυ Ζήνα να απομονώσει κάποια τραγούδια από τη ζωή της και αφού διαθέτει μια τόσο σπάνια φωνή να πει και τραγούδια μου. Μου έκανε την τιμή και μου ζήτησε τραγούδια. Της τα έγραψα με μεγάλη χαρά και πέτυχαν σε ερμηνεία και σε μελωδία. Εγώ είμαι 71 χρόνων και ο συνθέτης, ο Γιώργος Σαμπάνης, είναι 25. Φαντάσου τι φτιάξαμε μαζί. Μ’ άρεσε αυτή η σύζευξη…».
// Θα βλέπατε την Πέγκυ Ζήνα στη Eurovision;
«Θα ήταν ενδιαφέρον να ακούγαμε επιτέλους ένα σπουδαίο ελληνικό τραγούδι στη Eurovision, αλλά ποιος το κανονίζει αυτό; Αρκεί να είσαι σπουδαίος στιχουργός και συνθέτης; Και αν το τραγούδι αυτό δεν είναι αντάξιο του παρελθόντος σου; Να γίνει διαγωνισμός; Και να διαλέξει ο κόσμος τη μουσική και το στίχο που θα μας αντιπροσωπεύσει; Να γίνει δημοψήφισμα; Αλλά εδώ δεν έχουμε να φάμε, η Eurovision μας μάρανε; Μια βόλτα κάνω στην Αθήνα και βλέπω καταστήματα κλειστά, μαγαζιά ν’ αλλάζουν διεύθυνση, συνεχώς βλέπω “Ενοικιάζεται”… Και άνεργοι, πολλοί άνεργοι… Με τα τραγούδια θα ασχοληθούμε τώρα; Χαιρετίσματα…».
// Η οικονομική κρίση μας έχει χτυπήσει κανονικά;
«Τώρα περνάμε την κρίση, αλλά βλέπουμε και τι παραοικονομία υπάρχει. Κάντε μια βόλτα στα βόρεια προάστια. Εγώ μια μέρα τρελάθηκα να μετράω βίλες… Χιλίων τετραγωνικών βίλες; Πώς χτίζονται αυτές; Πώς βρέθηκε αυτός ο απέραντος πλούτος ξαφνικά; Μιλάμε για εκατοντάδες μεζονέτες. Σ’ όλες αυτές τις βίλες, δε, δεν δουλεύει ούτε ένας Έλληνας. Μόνο ο επιβλέπων. Ο αρχιτέκτονας και ο μηχανικός. Όλοι είναι μετανάστες. Στη δεκαετία του ’50 έχτιζαν δύο δωμάτια και μια τουαλέτα. Σήμερα πισίνες. Πού βρέθηκαν, ρε παιδιά, τα εκατομμύρια; Ποιοι είναι αυτοί που φοροδιαφεύγουν εις βάρος μας; Ναι, κύριε, να τα κερδίσεις τα χρήματα αν τα αξίζεις, αν κάνεις καλά τη δουλειά σου και αν είσαι έντιμος. Είμαι της παλιάς σχολής. Αλλά θα μου πείτε με το σταυρό στο χέρι δεν προχωράς. Δεν ανέχομαι όμως την παλιανθρωπιά. Σ’ αυτό είμαι κάθετος. Στην απληστία».
// Οι πολιτικοί τι κάνουν για αυτό;
«Τίποτα! Και ο κόσμος δυσανασχετεί. Γιατί την πληρώνουν όλο οι ίδιοι και τιμωρούνται όλο οι ίδιοι. Πολιτικοί και επιχειρηματίες στο απυρόβλητο. Αυτό είναι πολύ κακό για τη δημοκρατία μας. Είναι πολύ κακό άνθρωποι που είναι ταγμένοι στην υπηρεσία του έθνους να εμφανίζονται ως κοινοί απατεώνες. Ξέρετε τι είναι ιερά πρόσωπα για την κοινωνία να κλείνονται στις φυλακές; Οι δικαστές, οι δεσποτάδες, οι γιατροί στις φυλακές; Τον Έλληνα αυτό τον εξοντώνει και μπαίνει μέσα στο πετσί του».
// Τους μετανάστες πώς θα τους αντιμετωπίσουμε;
«Ένας μετανάστης έρχεται ικέτης να σου ζητήσει ψωμί, αλλά δουλειά δεν υπάρχει για όλους. Και εκεί παίρνουν το δρόμο της ανομίας. Τα νυχτερινά μπαρ είναι γεμάτα ωραίες κοπέλες και με ωραία παλικάρια και υπάρχουν Έλληνες που βολεύονται μ’ αυτούς. Δεν μιλάω για τους άθλιους δρόμους που τους εκμεταλλεύονται άθλιοι δικοί μας».
// Τι θέλετε να αλλάξετε στη χώρα μας;
«Μπορώ εγώ να αλλάξω κάτι; Εδώ δεν μπορώ να αλλάξω γειτονιά. Ο μεγάλος καημός μου είναι οι φωτιές. Ο δεύτερος καημός μου όταν το κράτος δεν λειτουργεί. Εγώ θα ήθελα όσοι πήγαν και ψήφισαν οικολόγους να πάνε και να καθαρίσουν ακτές, να φυτέψουν δέντρα, να προστατεύσουν τα δάση, να καθαρίσουν τα ξερά. Ξέρετε πόσο θέλω να πάω να καθαρίσω τις ακτές; Έχω τη μέση μου, αλλιώς θα πήγαινα. Έχω έναν περιπτερά φίλο, που μαζί με την οικογένειά του μαζεύει τα αδέσποτα. Τα αγαπάει και τα λατρεύει. Εδώ φαίνεται ο πολίτης. Ο τρίτος καημός μου όταν βλέπω γέρους ανθρώπους μόνους τους. Ξέρετε ότι υπάρχουν γέροι ξεχασμένοι στους οίκους ευγηρείας και τα παιδιά τους δεν πάνε να τους δουν;».
// Όνειρα κάνετε;
«Ναι, για το ελληνικό τραγούδι. Το να επιστρέφουμε συνέχεια στο παρελθόν είναι λάθος. Δουλέψτε θα έλεγα στους νέους συνθέτες. Αγαπάτε αυτό που κάνετε. Δεν είναι εμπόριο το ελληνικό τραγούδι. Μην το σνομπάρετε. Όσον αφορά το χώρο του βιβλίου, γιατί με πονάει και αυτός ο χώρος, τι να πω…».
// Το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου τι κάνει;
«Τι να κάνει πλέον το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου; Ο Μάρκαρης, σοβαρός άνθρωπος, σπουδαίος συγγραφέας και εξαίσιος φίλος, τι να κάνει; Μιλάει σε κωφούς και του απαντούν βωβοί. Άρα, πάλι ο καθένας και η πένα του. Ο καθένας και το μεράκι του. Στην επαρχία πια γίνονται ωραία πράγματα. Πήγα στη Σύρο και είδα κάτι εκπληκτικό. Παιδιά του Δημοτικού έπαιζαν αποσπάσματα από το βιβλίο μου “Τον καιρό των χρυσανθέμων”. Οι δασκάλες δίδαξαν σε παιδιά δέκα ετών ένα τέτοιο κείμενο;».
// Μεγάλη η χαρά για εσάς φαντάζομαι…
«Ο μεγαλύτερος έπαινος! Μεγάλωσα σε μια οικογένεια με αρχές, αγαπητή μου. Ο πατέρας μου ήταν σκληρός άνθρωπος, αλλά ουδέποτε έκανε ατιμία. Πάντοτε κακολογούσε τους ελεεινούς ανθρώπους. Ο ίδιος κράτησε μια στάση ζωής χριστιανική, χωρίς να έχει πάει στην εκκλησία. Και αυτό έχει τη σημασία του…».
// Πιστεύετε στον Θεό;
«Ένας Θεός ξέρει… Πιστεύω ότι πρέπει να τον αναφέρουμε, γιατί αν υπάρχει… την έχουμε πατήσει».


Σχολιάστε εδώ