ΠΟΛΛΑ ΣΧΗΜΑΤΑ ΣΕ ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΚΟΜΜΑ
Ο Συνασπισμός της Ριζοσπαστικής Αριστεράς από την ίδρυσή του απασχόλησε τη δημόσια ζωή δυσανάλογα με το μέγεθός του. Αυτό άλλωστε συνέβαινε και με τον Συνασπισμό (πριν αποκτήσει πολλές συνιστώσες) αλλά και με την Ελληνική Αριστερά (Ε.ΑΡ.) και με το ΚΚΕ Εσωτερικού, από το οποίο προήλθαν όλα αυτά τα σχήματα. Η επιρροή της ανανεωτικής Αριστεράς στην κοινωνία ήταν και είναι πολύ μεγαλύτερη από το ποσοστά που έπαιρνε στις εκλογές, ανεξαρτήτως σχημάτων με τα οποία μετείχε σε αυτές. Αυτό οφείλεται σε δύο κυρίως παράγοντες.
Ο πρώτος έχει να κάνει με την υψηλή ποιότητα (σε γνώσεις, εκπαίδευση, επάρκεια) των ανθρώπων που σχημάτισαν το ΚΚΕ Εσωτερικού και ο δεύτερος με τη διάχυσή τους σε κρίσιμους τομείς της δημόσιας ζωής όπως η επιστήμη και τα μέσα ενημέρωσης. Και οι δύο τομείς ελέγχθηκαν σε μεγάλο βαθμό για πολλά χρόνια από στελέχη της ανανεωτικής Αριστεράς, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν ισχυρές ρίζες και προσβάσεις σε ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας.
Μετά την αποτυχία του εγχειρήματος να συνεργαστεί η ανανεωτική Αριστερά με το ΚΚΕ, όταν καταλύθηκε ο ενιαίος Συνασπισμός έπειτα από τις εκλογές του 1990, οι δυνάμεις αυτές επανήλθαν στα θλιβερά ποσοστά της δεκαετίας 1977-1987, με κορύφωση την αποτυχία να μπουν στη Βουλή στις εκλογές του Οκτωβρίου ʼ93 υπό την ηγεσία τότε της κυρίας Μαρίας Δαμανάκη, προβεβλημένου στελέχους του ΠΑΣΟΚ σήμερα. Δέκα χρόνια μετά, τον Δεκέμβριο του 2003, δημιουργήθηκε ο Συνασπισμός της Ριζοσπαστικής Αριστεράς σε μια προσπάθεια να ενωθούν σε έναν ενιαίο λόγο και στόχο οι περισσότερες αντισταλινικές αριστερές δυνάμεις, διατηρώντας όμως τον χαρακτήρα, τις αρχές και την αυτονομία τους. Του σχήματος αυτού ηγήθηκε ο Αλέκος Αλαβάνος, σημαντικό στέλεχος του ΚΚΕ, από τη γενιά των σημαντικών στελεχών που αποχώρησαν από το κόμμα (Μ. Δαμανάκη, Μ. Ανδρουλάκης, Ν. Χουντής κ.ά.) έως ότου αποφάσισε να αποχωρήσει προτείνοντας για τη θέση του προέδρου του Συνασπισμού τον Αλέξη Τσίπρα.
Ο Συνασπισμός της Ριζοσπαστικής Αριστεράς δεν είναι κόμμα, είναι συνεργασιακό σχήμα που απαρτίζεται από (και όμως έτσι είναι!) 11 (έντεκα) συνιστώσες! Ουσιαστικά το 90% της δύναμής του είναι ο Συνασπισμός, που κι αυτός έχει τρεις τουλάχιστον κυρίαρχες τάσεις, με βασικές αντιπαρατιθέμενες την προερχόμενη από την ανανεωτική Αριστερά και την προερχόμενη από το ΚΚΕ. Την πρώτη τάση εκπροσωπούν στελέχη όπως οι Φ. Κουβέλης, Θ. Μαργαρίτης, Δ. Παπαδημούλης, Δ. Χατζησωκράτης και τη δεύτερη στελέχη όπως ο ίδιος ο Αλ. Αλαβάνος, ο Π. Λαφαζάνης, ο Αλ. Τσίπρας, ο Ν. Χουντής.
Το μεγάλο στοίχημα, για τον Συνασπισμό καταρχήν και για τoν ΣΥΡΙΖΑ (με τις 11 συνιστώσες) στη συνέχεια, ήταν να υποτάξουν την πολυφωνία –χωρίς να την καταργήσουν– σε μια κοινή γλώσσα. Και αυτή να μετασχηματιστεί σε ενιαίο πολιτικό λόγο. Τέτοιον, που θα έφερνε κοντά στο συγκεκριμένο αριστερό σχήμα όλους τους πολίτες που δεν έβρισκαν πολιτική στέγη και έκφραση έως τότε, με αποτέλεσμα να πηγαίνουν στις εκλογές οριακά προς το ΚΚΕ και συχνά στο ΠΑΣΟΚ. Χωρίς αμφιβολία εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα, που γίνεται ακόμα δυσκολότερο όταν επιλέγεις να στεγάσεις σχήματα και κόμματα που τάσσονται υπέρ της επαναστατικής βίας (τέτοια θεωρούσαν την εξέγερση των μαθητών και μειονοτήτων μετά τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου τον περασμένο Δεκέμβριο) και ο λόγος τους έχει ισότιμη αξία και υπόσταση με τον λόγο του Συνασπισμού, παρά το διαφορετικό μέγεθός τους. Έλεγε ενδεικτικά ο Μανώλης Γλέζος σε μια ραδιοφωνική του συνέντευξη προ ημερών ότι σε ένα συμμετοχικό σχήμα όλοι όσοι μετέχουν έχουν τα ίδια δικαιώματα, δεν έχει να κάνει αν το ένα κόμμα είναι μεγάλο και το άλλο μικρό, παραδεχόμενος βεβαίως ότι ο Συνασπισμός έχει τη συντριπτικά μεγαλύτερη δύναμη μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ.
Το ζητούμενο για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι να αποδείξει ότι μπορεί να υπάρξει μέσα από αυτές τις δυσκολίες και τις αντιφάσεις, κάτι που προϋποθέτει μεγάλες πολιτικές τομές και άλλη αντίληψη για την πολιτική, ακόμα κι αν η κοινωνία δεν είναι έτοιμη να δεχτεί τις αντιλήψεις αυτές. Πριν απʼ αυτό θα πρέπει να ασχοληθεί σοβαρά με τις θεμελιακές διαφορές των ίδιων των αρχικών του συντελεστών που προέρχονται από την ανανεωτική Αριστερά και από το ΚΚΕ. Αν δεν το κάνει, θα εξακολουθήσει να είναι δομικά δύο κόμματα σε ένα, ό,τι και όσα αυτό σημαίνει για το μέλλον του φιλόδοξου σχήματος.