«ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ»: Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου

(α) της διαδρομής του (αφού ήταν μια εφημερίδα που κάποτε είχε φτάσει να υπερβαίνει σε πωλήσεις τα 200.000 φύλλα).

(β) του ότι ήταν μια παραταξιακή εφημερίδα που στήριζε (όχι πάντως επί ιδιοκτησίας Αγγελοπούλου) δυναμικά τη Νέα Δημοκρατία αλλά που έκλεισε επί κυβερνήσεως Νέας Δημοκρατίας! Κάτι αδιανόητο για παραταξιακή εφημερίδα, άλλες εποχές…

(γ) του ότι περιήλθε στα χέρια μιας επιχειρηματικής οικογένειας που άφηνε να εννοείται (για την ακρίβεια, επαιρόταν), όταν εισήλθε στα ΜΜΕ, διά της αγοράς του «Ελεύθερου Τύπου», ότι περίπου ήταν αστείρευτα τα λεφτά που θα επένδυε στα ΜΜΕ, προκειμένου να φέρει ανατροπή στα μέχρι τότε δεδομένα του Τύπου.

Η αλήθεια είναι ότι ανεξαρτήτως της χείριστης επιχειρηματικής-εκδοτικής διαχείρισης που έγινε επί των ημερών Αγγελοπούλου και που θα οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια στο κλείσιμο της εφημερίδας (την επέσπευσε η οικονομική κρίση), οι βάσεις για την καταστροφική πορεία είχαν τεθεί ουσιαστικώς από τα μέσα της δεκαετίας του ’90. Αν θέλουμε δε να ακριβολογούμε, μετά τον θάνατο του Άρη Βουδούρη, καθώς η εμπειρία έχει καταδείξει ότι ελάχιστες φορές ιδρύματα έχουν καταφέρει να διατηρήσουν αυτό για το οποίο συνεστήθησαν.

Από της δεκαετίας του ’90 άρξασθαι

Αν πάρουμε τα πράγματα από την αρχή (χωρίς να προσωποποιούμε τους υπευθύνους, τους οποίους άλλωστε οι εργασθέντες και εργαζόμενοι στον «ΕΤ» γνωρίζουν καλύτερα από κάθε άλλον), η πτώση της κυκλοφορίας και του καθημερινού και του κυριακάτικου φύλλου του «ΕΤ» άρχισε όταν οι παραδοσιακοί αναγνώστες των δύο φύλλων (δεξιοί και κεντροδεξιοί) αποφάσισαν να τα εγκαταλείψουν, αγανακτισμένοι από πολιτικοϊδεολογικά παιγνίδια τα οποία εξυπηρετούσαν ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ προσωπικές τακτικές και στόχους. (Δεν είναι προφανώς τυχαίο ότι παλαιοί συντάκτες του «ΕΤ», τόσο σε μπλογκ όσο και στα δημοσιογραφικά «πηγαδάκια» των ημερών, μιλούσαν για το απύθμενο θράσος αυτών που εμφανίστηκαν -μετά το κλείσιμο της εφημερίδας- τιμητές, ενώ είχαν θέσει τα θεμέλια της σταδιακής καταστροφής του «Ελεύθερου Τύπου».)

Από εκεί κι έπειτα η κυκλοφοριακή πτώση των δύο φύλλων είχε ως επακόλουθο την οικονομική αδυναμία του «ΕΤ» να ακολουθήσει έναν ανταγωνισμό που είχε αρχίσει από το 2000 και που κυρίως αναπτυσσόταν στα φύλλα της Κυριακής, προς τα οποία άλλωστε κατευθύνεται το μεγαλύτερο ποσοστό της διαφήμισης.

Από την άλλη πλευρά:

(α) Τα ανανεούμενα διοικητικά συμβούλια του Ιδρύματος Τύπου, που διαχειρίζονταν την εφημερίδα, ενεφάνισαν πρωτοφανή αδυναμία σε επιχειρηματικό επίπεδο, έτσι ώστε να μην μπορούν να διαπιστώσουν ποιες ενέργειες μπορούσαν να γίνουν ώστε να αναστραφεί η πορεία που έπαιρνε η εφημερίδα. Η αδράνεια θεωρήθηκε η καλύτερη επιλογή, βάσει της λογικής «όσο αντέξει το Ίδρυμα»…

(β) Το εμπορικό τμήμα της επιχείρησης, επηρεασμένο προφανώς από την αδρανή στάση των διοικητικών συμβουλίων, δεν μπόρεσε να εκμεταλλευθεί μια μέση μεν, σε σχέση με το παρελθόν, πλην όμως σταθερή κυκλοφορία, ώστε να κυνηγήσει μεγαλύτερο μερίδιο διαφημιστικής πίτας.

(γ) Ο περιορισμός των εσόδων από κυκλοφορία και διαφήμιση (για τους προαναφερθέντες λόγους) στέρησε στην εφημερίδα τη δυνατότητα: (1) διαφημιστικής προβολής τόσο του περιεχομένου της όσο και των λοιπών εκδοτικών προϊόντων της (2) ενός νέου σχεδιασμού του φύλλου, ώστε μαζί με την αλλαγή της ποιότητας του χαρτιού να γίνει αισθητικά πιο ελκυστική για τον αναγνώστη (3) μικρής ενίσχυσης του ανθρώπινου δυναμικού της (4) ενίσχυσης των δύο φύλλων (καθημερινού και κυριακάτικου) με νέα προωθητικά προϊόντα, τα οποία ήδη είχε αρχίσει να υιοθετεί ο ανταγωνισμός.

Η αντίστροφη μέτρηση, η ελπίδα και η νέα αντίστροφη μέτρηση

Όλες οι παραπάνω παραλείψεις, ως συνέπεια των αδυναμιών που είχαν δημιουργήσει διαχειριστικές αστοχίες επί σειράν ετών (και πολιτικές αστοχίες μιας συγκεκριμένης περιόδου), οδηγούσαν στο κλείσιμο της εφημερίδας και, κατ’ επέκτασιν, στην απόφαση του Ιδρύματος Τύπου να την πωλήσει. (Το αλισβερίσι της περιόδου εκείνης είναι αντικείμενο, κάποτε, άλλης ανάλυσης.) Δεν ήσαν λίγοι πάντως αυτοί που πάγωσαν (πολιτικοί και δημοσιογράφοι) όταν ως από μηχανής Θεός εμφανίστηκε η κ. Γιάννα Αγγελοπούλου, ως νέος ιδιοκτήτης του «Ελεύθερου Τύπου». Υπήρξαν και άλλοι που έτριβαν τα χέρια τους, οσμιζόμενοι ψητό. Ήσαν τα γνωστά αρπακτικά του χώρου, στα οποία οι μεγαλοσχήμονες επιχειρηματίες δείχνουν διαχρονικώς μια ανεξήγητη συμπάθεια. Δικαιώθηκαν αμφότεροι. Και αυτοί που είχαν παγώσει, αλλά και αυτοί που έγιναν πλουσιότεροι.

«Τις έπταισεν» όμως και αυτό που ξεκίνησε με τις καλύτερες των προοπτικών κατέληξε να αποκαλείται «πατσαβούρα» μεταξύ των συντακτών της εφημερίδας, αλλά και των ανταγωνιστών που έτριβαν με ικανοποίηση τα χέρια τους;

Α. Οι, μια μετά την άλλη, σωρευτικά λάθος επιλογές της νέας ιδιοκτησίας και των στελεχών τα οποία θέλησε να εμπιστευθεί. Επιλογή διευθυντικών στελεχών που άλλαζαν σαν πουκάμισα, με εμμονές που επιδέχονταν ψυχαναλυτική ερμηνεία και έφεραν τα πάνω κάτω στο συντακτικό προσωπικό, μεταξύ του οποίου ήσαν και δημοσιογράφοι στους οποίους θα πρέπει να πιστωθεί ότι στο παρελθόν συνέβαλαν ώστε να αποκτήσει ο «ΕΤ» την κυκλοφορία που είχε τότε. Προφανώς δεν είχαν ξεχάσει να γράφουν…

Β. Η ξενομανία που κατείχε τη νέα ιδιοκτήτρια, η οποία ανέθεσε στους γνωστούς Ισπανούς τον ανασχεδιασμό της εφημερίδας, ενώ αυτοί ουδόλως γνώριζαν την ελληνική πραγματικότητα (πολιτική και κοινωνική) και επεχείρησαν ένα πείραμα «στου κασίδη το κεφάλι». Σχεδίασαν μια εφημερίδα σε μονοδιάστατη και ανελαστική φόρμα. Είχαν δε οι Ισπανοί τέτοια άγνοια των συνηθειών των Ελλήνων που, όπως θυμούνται οι συντάκτες και οι επιτελείς του «ΕΤ», τους είχαν προτείνει μέχρι και κατάργηση των σελίδων του… χρηματιστηρίου! Έτσι ο «ΕΤ» έπαψε να έχει πολιτική παρέμβαση αφού μετατράπηκε σε μία lifestyle εκδοχή εφημερίδας, που, όπως σωστά είχε πει τότε κάποιος γνωστός διαφημιστής, «είναι μία εφημερίδα που αρέσει σε αυτούς που δεν διαβάζουν εφημερίδες και δεν θα την παίρνουν αυτοί που είναι παραδοσιακοί αναγνώστες».

Οι ανταγωνιστές του «Ελεύθερου Τύπου» απορούσαν και χαίρονταν, έχοντας και αυτοί γευθεί… την ισπανική εμπειρία. Το ερώτημα είναι γιατί μια υποτίθεται βραβευμένη, διεθνώς, για τον σχεδιασμό της εφημερίδα αναγκάστηκε δύο φορές να ανασχεδιασθεί από διευθυντές που διαδέχθηκαν τους προηγούμενους; Και πότε άλλοτε μια βραβευμένη εφημερίδα έκλεισε; Όσο γι’ αυτά που έγραψε στο σάιτ του ο επικεφαλής του σχεδιασμού Ισπανός είναι για τα πανηγύρια… Απλώς να του υπενθυμίσουμε το αποτυχημένο πείραμά του και με τη «Liberation».

Γ. Οι αθρόες προσλήψεις νέων συντακτών με απίθανους μισθούς, τη στιγμή που κάποιος θα περίμενε από έναν επιτυχημένο επιχειρηματία πριν δώσει τους μισθούς αυτούς (που διαχρονικά κλόνισαν τα οικονομικά της εφημερίδας, αφού το 65% του κόστους αφορά στις αμοιβές του ανθρώπινου δυναμικού) να είχε κάνει μια έρευνα για να διαπιστώσει, πρώτον, τι μισθούς έπαιρναν στις προηγούμενες δουλειές τους και, δεύτερον, τι λεφτά πλήρωνε η αγορά!

Δ. Η απώλεια από την εφημερίδα και του πολιτικού της στίγματος, αλλά και του γενικότερου στόχου της. Ο «ΕΤ» ήταν μια κατ’ εξοχήν πολιτική εφημερίδα και, με βάση το παρελθόν της, «βαριάς κοπής». Και με συγκεκριμένη πολιτική κατεύθυνση. H απόπειρα να μετατραπεί σε… «Καθημερινή» ήταν ολέθρια, διότι την εγκατέλειψαν οι παραδοσιακοί της αναγνώστες. Και, άλλωστε, δεν μετατοπίζεται μια εφημερίδα σε άλλον ιδεολογικό χώρο, ας πούμε πιο ουδέτερο, αν προσλάβεις έναν αριστερής προέλευσης δημοσιογράφο, έναν δεξιάς και τους «ανακατέψεις» για να έχεις το αποτέλεσμα που θέλεις!

Έτσι, πολιτική εφημερίδα με την πραγματική του όρου έννοια είχε παύσει να είναι. Οικονομική δεν ήταν. Πολιτιστική δεν ήταν. Αθλητική δεν ήταν. Ούτε καν κοινωνική, όπως επεδίωξε για κάποιο διάστημα. Η εντολή για lifestyle σχεδιασμό και γραφή έπνιξε την πραγματική ενημέρωση που ζητάει ο αναγνώστης και κυρίως τη γνώμη. Ο «ΕΤ» έπαυσε να έχει παρέμβαση και κατάντησε, πέραν των άλλων, να είναι το πρώτο -και ίσως και τελευταίο- ερμαφρόδιτο φύλλο. Κυριολεκτικώς τραβεστί. Οι αναγνώστες είναι λιγότερο χαζοί απ’ όσο τους νομίζουν ορισμένοι νεόκοποι εκδότες.

Ε. Aκόμη και οι προωθητικές ενέργειες, αν και πανάκριβες, τις περισσότερες φορές ήταν άσχετες, χωρίς συνέχεια ώστε να κρατιέται ο αναγνώστης και να εθίζεται στο νέο προϊόν. Απλώς, με τον καιρό αποδεικνυόταν ότι η εφημερίδα, αφού δεν μπορούσε να επιτελέσει τον ρόλο της ως εφημερίδας ειδικά την Κυριακή που είναι και ο μεγάλος ανταγωνισμός, είχε μεταμορφωθεί σε ένα εμπορικό όχημα προώθησης δώρων στον αναγνώστη!

Κρίμα. Διότι είναι όντως μεγάλο κατόρθωμα να κλείσεις μια παραδοσιακή εφημερίδα. Η «φούσκα» των ΜΜE άργησε να σκάσει. Κρίμα, διότι το ντόμινο ξεκινάει από τον «Ελεύθερο Τύπο», με τα πολλά λεφτά και το λίγο μυαλό…


Σχολιάστε εδώ