ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ
Η λανθασμένη νομική βάση -στην οποία έχουμε στηριχθεί ως χώρα σε ό,τι αφορά το Αιγαίο, ήτοι το άρθρο 3 της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας- έχει δώσει το δικαίωμα σε έναν ατέρμονα κι εθνικά επιβαρυντικό διάλογο με την Τουρκία.
Η επιμονή των διπλωματικών μας εντεταλμένων κατά τη διάρκεια της Συνδιάσκεψης ώστε το άρθρο 46 για τις αρχιπελαγικές χώρες να περιλαμβάνει την Ελλάδα οδήγησε την τουρκική αντιπροσωπεία να αποχωρήσει και να μην υπογράψει. Εμείς υπογράψαμε, έστω κι αν οι προσπάθειές μας απέβησαν άκαρπες. Διαφωνίες υπήρξαν και από ελάχιστες άλλες χώρες, όπως οι ΗΠΑ. Το παράδοξο είναι ότι οι χώρες αυτές δεν υπέγραψαν αλλά οι αλλαγές έγιναν. Η μετέπειτα -της υπογραφής- στάση μας είναι αυτή που έχει δώσει το δικαίωμα στη γείτονα να αυθαιρετεί.
Η θέση της χώρας μας στο Διεθνές Δίκαιο είναι αρχιπελαγική. Τα γειτνιάζοντα, στο ηπειρωτικό κομμάτι νησιά εμπίπτουν στον ορισμό του παράκτιου αρχιπελάγους, όπως αυτό φωτογραφίζεται στο άρθρο 7 της Σύμβασης του 1982 για το Δίκαιο της Θαλάσσης.
Σύμφωνα με αυτό το άρθρο, το Αιγαίο Αρχιπέλαγος πρέπει να περικλειστεί με ευθείες ακτογραμμές βάσης κατά το παράδειγμα του νορβηγικού.
Η οριοθέτηση του νορβηγικού Αρχιπελάγους Skjaergaard από το Διεθνές Δικαστήριο το 1951 οδήγησε την 1η Συνδιάσκεψη για το Δίκαιο της Θαλάσσης του 1958 να υιοθετήσει την ακριβή φράση του δικαστηρίου για την περιοχή αυτή και στην ενσωμάτωσή της στην ομώνυμη Σύμβαση για τα χωρικά ύδατα. Η δε εφαρμογή του κανόνα των ευθειών ακτογραμμών κατά το δικαστήριο επιβάλλεται λόγω της ιδιαίτερης αρχιπελαγικής γεωμορφολογίας. Αυτολεξεί το κείμενο αυτό μεταφέρθηκε και στο προαναφερθέν άρθρο 7.
Παράλληλα με την εφαρμογή του άρθρου 7 δημιουργούνται αρχιπελαγικού τύπου περάσματα, το δε Αιγαίο στο σύνολό του και σε συνάρτηση με το στενό του Βοσπόρου αναγνωρίζεται νομικά ως αρχιπελαγικού τύπου στενό, συνδέον τη Μεσόγειο με τον Εύξεινο Πόντο και το status quo παραμένει ως έχει, καθώς όλα τα παραπάνω ήδη ισχύουν de facto.
Η εφαρμογή του άρθρου 7 είναι μονομερής απευθυντέα πράξη. Δηλαδή δεν χρειάζεται συμφωνία με άλλο κράτος, παρά μόνον αποδεκτή χάραξη και κατάθεση σε διεθνείς οργανισμούς όπως τον ΟΗΕ και τον Παγκόσμιο Ναυτιλιακό Οργανισμό(IMO). Η δε ανακήρυξή του ως στενό μπορεί να γίνει με βάση τις διατάξεις της Σύμβασης, συγκεκριμένα τα άρθρα 34 έως 45 και ανάλογες με τις παραπάνω διαδικασίες. Τα άρθρα αυτά ως κωδικοποίηση του διεθνούς εθιμικού δικαίου έχουν ήδη εφαρμοστεί από πλείστα όσα κράτη, για παράδειγμα τη Ρωσία, τον Καναδά, τη Γαλλία, την Κίνα, την Ιαπωνία κοκ. Επικύρωση θα μπορούσε να αποτελέσει μια συμφωνία σε παρευξείνιο ή/και σε ευρύτερο νοτιοανατολικό επίπεδο, αντίστοιχη εκείνης του Μοντρέ για το στενό των Δαρδανελίων.
Κατά το διεθνές αρχιπελαγικό δίκαιο, ακόμη κι αν δεν κατοικούσαν τα νησιά του Αιγαίου, Έλληνες ή ακόμη κι αν δεν ανήκε το Αιγαίο στην Ελλάδα και τα νησιά του ήταν αυτόνομα, πάλι θα δικαιούνταν κυριαρχικά δικαιώματα όπως η Κύπρος, η Μάλτα ή τα αμιγώς νησιωτικά ωκεανικά κράτη.
Παλαιότερα, π.χ. στη Φραγκοκρατία, η κυριαρχία δεν ήταν συνδεδεμένη με γεωγραφική εγγύτητα. Μπορούσαν οι Ενετοί να έχουν έδρα στην Ιταλία και να κατέχουν παράλληλα την κυριαρχία σε νησιά του Αιγαίου. Σήμερα, εξαιρέσεις στον παραπάνω κανόνα αποτελούν χώρες όπως η Αγγλία και η Γαλλία με υπερθαλάσσιες κτήσεις, Γιβραλτάρ και Νέα Καληδονία αντίστοιχα.
Η παράλληλη κτήση ηπειρωτικού και νησιωτικού εδάφους, κατά το Διεθνές Δίκαιο, καθιστά μια χώρα γεωγραφικά αρχιπελαγική μόνον αν τα δύο γειτνιάζουν. Συνεπώς, η Γαλλία, η Ισπανία και λοιπές χώρες δεν μπορούν να απαιτήσουν δικαιώματα παράκτιου αρχιπελαγικού κράτους. Η Ελλάδα μπορεί.