Η συζήτηση για το Τζαμί των Αθηνών
Το ζήτημα είναι α) ιστορικό, σχέσεων Ελληνισμού και Ισλαμικού – Αραβικού Κόσμου και β) θρησκευτικής ελευθερίας.
1. Το ιστορικό πλαίσιο. Να υπενθυμίσουμε ότι ο ελληνικός πολιτισμός στις πνευματικές ρίζες των Αράβων είναι συνέπεια του έργου του Μεγάλου Αλεξάνδρου και των μακεδόνων διαδόχων του της ελληνιστικής εποχής. Οι σταυροφορίες και οι επιθέσεις των Μογγόλων υποβάθμισαν αλλά δεν εξάλειψαν τον εσωτερικό αυτό πνευματικό κρίκο σχέσεων μεταξύ Ελλήνων και Αράβων. Ερευνητές και ιδρύματα παλαιά και νέα αποδεικνύουν τούτο, όπως και τα μνημεία και οι κοινότητες επί τόπου. Π.χ. αναφερόμαστε στους D. Overbye, Μουσταφά Ελ Αμπάντι, Ιμπν Χαλντούν, τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Μ. Βρετανίας Μεθόδιο, τον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο της Αλβανίας, Αν. Μαρίνο, Ν. Μάρτη, Κ. Ρωμανό, τον «Οίκο της Σοφίας της Βαγδάτης» κ.λπ. Επομένως, το αραβικό μουσουλμανικό στοιχείο που ζει νόμιμα στην Ελλάδα είναι συγγενές μας ευρύτερα πολιτισμικά, με σαφές ελληνικό πνευματικό υπόβαθρο. Το γεγονός αντανακλά στις παραδοσιακές σχέσεις μεταξύ Ελλάδος και αραβικών κρατών, με δύο σύγχρονους πρωτεργάτες ενισχύσεως των σχέσεων αυτών τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον Ανδρέα Παπανδρέου.
2. Το θρησκευτικό υπόβαθρο. Συνδετικός σταθερός κρίκος μεταξύ Ελληνορθοδοξίας -της κατ’ Ανατολάς Ορθοδοξίας- και του Αραβικού Κόσμου και λοιπού Ισλάμ, ανέκαθεν και κυρίως σήμερα, είναι τα Πρεσβυγενή Πατριαρχεία της
Ανατολής και άλλες κοινότητες και μοναστικά κέντρα (Κωνσταντινούπολη, Αλεξάνδρεια, Ιεροσόλυμα, Αντιόχεια, Μονή Σινά στην Αραβία κ.λπ.). Είναι τα καθιδρύματα αυτά με τα ποίμνιά τους και τον δικό τους πολιτισμό, άσχετα από φυλή και γλώσσα, νησίδες αυτόχθονες της Χριστιανικής
Ανατολής στη θάλασσα των κρατών του Ισλαμικού Κόσμου, πολύ πριν μάλιστα προσέλθουν στον ίδιο χώρο αυτοί ως κατακτητές. Να υπενθυμίσουμε ότι ο Μωάμεθ, διωκόμενος, κατέφυγε σε έλληνες μοναχούς της Μ. Σινά, που τον προστάτευσαν και τον έσωσαν από βέβαιη σφαγή από ομόφυλούς του. Στο Κοράνι υφίσταται κεφάλαιο για τους Έλληνες και τον Μ. Αλέξανδρο ως προφήτη άλλων λαών, πέραν της μνείας του Χριστού ως προφήτη. Σήμερα, εντός της Μ. Σινά, δίπλα στο Καθολικό της Μονής, υφίσταται τέμενος. Εξάλλου, ο Πορθητής της Κωνσταντινουπόλεως και άλλοι γόνοι της οσμανλικής δυναστείας, φιλοξενούμενοι στην Κωνσταντινούπολη, πριν από την πτώση της, εξασκούσαν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα σε τέμενος ειδικά κατασκευασμένο γι’ αυτούς.
3. Η περίπτωση της Τουρκίας. Η Τουρκία θέλει -και της ανατίθεται, φαίνεται- να διαδραματίσει ρόλο στη Μέση Ανατολή, στον Αραβικό Κόσμο. Είναι εύλογο, ως εκ τούτου, το ενδιαφέρον της για το ίδιο θέμα. Μόνο να υπενθυμίσουμε ότι πολλοί ιστορικοί ελληνορθόδοξοι ναοί της Μ. Ασίας, δικαιοδοσίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, έχουν μετατραπεί σε στάβλους, σε γυμναστήρια, σε φυλακές, και τα Ιερά Βήματα των ναών αυτών -Κύριε ελέησον- σε τουαλέτες, εις προσβολή στοιχειωδών εκφάνσεων του πολιτισμού, και ιδιαίτερα του λεπτού θρησκευτικού φρονήματος ημών των Ρωμιών. Για να μην αναφερθούμε στη συνεχιζόμενη καταπάτηση της ιερής περιουσίας και ιδρυμάτων – βακουφίων κ.λπ. των μειονοτήτων, διεθνούς αναγνωρίσεως, Αρμενίων, Ιουδαίων και Ρωμιών Κωνσταντινουπόλεως, Ίμβρου και Τενέδου, και των αυτονόητων Δικαίων της Μητρός Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, ως Καθέδρας του Οικουμενικού Κόσμου της Ορθοδοξίας. Φυσικά, να μην ξύσουμε τις υπάρχουσες πληγές για τα ίδια Ιερά Προσκυνήματα της Ορθοδοξίας στα κατεχόμενα της Κύπρου, τα οποία καταδίκασε η Ευρωπαϊκή Ένωση επανειλημμένως, με ενέργειες της Εκκλησίας της Κύπρου. Οι πρόσφατες δηλώσεις του πρωθυπουργού της Τουρκίας Ερντογάν, αυτοελέγχου για τη διαχρονική φασιστική νοοτροπία έναντι των μειονοτήτων στην Τουρκία που αφανίστηκαν κυριολεκτικά στον 20ό αιώνα, συνιστούν ακτίνα φωτός ηλίου στο παγωμένο κατασκότεινο τούνελ, στο οποίο θεσμικά τις απομόνωσαν να ζουν στη σημερινή Τουρκία. Είμαστε πάντοτε υπέρ της ευρωπαϊκής επιλογής και προοπτικής της Τουρκίας -έχουμε προσωπικά γράψει και πει πολλά υπέρ αυτού στο παρελθόν, γι’ αυτό και μας απονεμήθηκε το Βραβείο Ιπεκτσί- αλλά με πρόσωπο καθαρό ευρωπαϊκό, αξιών και αρχών, και όχι προσωπείο ανατολίτικο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
4. Εκτίμησή μας. Επομένως, οι Άραβες και μη Μουσουλμάνοι της Αττικής δικαιούνται, υπό τις σημερινές γεωπολιτικές δυσχέρειες γι’ αυτούς, ευκτηρίου οίκου, αλλά για τις καθαρές και μόνο θρησκευτικές ανάγκες τους, μακριά από προβολές προπαγανδιστικές του Ισλάμ στη Χριστιανική Ορθόδοξη Ελλάδα του 98% των Χριστιανών αυτόχθονων ελλήνων κατοίκων της, προς αποτροπή του κύματος του σημερινού ισλαμικού φονταμενταλισμού. Προ χρόνων η Εκκλησία της Ελλάδος, με πρωτοβουλία του αειμνήστου Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, σε συνεργασία με την Πολιτεία (ΥΠΕΠΘ), δέχτηκε την εξυπηρέτηση των καθαρών θρησκευτικών αναγκών τους για ίδρυση και νεκροταφείου και ευκτηρίου οίκου, μάλιστα σε έδαφος εκκλησιαστικό, αλλά σε χώρο που να μην αλλοιώνει και προκαλεί την κλασική και χριστιανική ορθόδοξη ιδιοπροσωπία της πόλεως και περιοχής των Αθηνών και της Αττικής. Αυτό φρονεί και ο νυν Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, ως έχων αποδείξει τούτο εμπράκτως διά της αρχιερατικής διακονίας του.
Όπως δεν μας επιτρέπει η Σαουδαραβία, π.χ., να κτίσουμε νέο ναό (στα κράτη αυτά επιτρέπεται μόνο η συντήρηση προϋπαρχόντων) εκεί όπου εργάζονται πολλοί Έλληνες Χριστιανοί, πολύ περισσότερο να κτίσουμε ναό στη γειτονιά των Ιερών της Μέκκας ή της Μεδίνας, κατά τον ίδιο τρόπο δεν μπορεί να γίνει αυτό στην Αθήνα, Καθέδρα της Εκκλησίας της Ελλάδος, ιδρυτής της οποίας είναι ο Μέγας Απόστολος των Εθνών Παύλος.
5. Συμπέρασμα. Ναι, λοιπόν, σ’ ένα σεμνό τέμενος, καθαρά θρησκευτικών αναγκών, κάπου προσβάσιμα για τους νόμιμους οικονομικούς μετανάστες Άραβες και λοιπούς Μουσουλμάνους στην Αττική, αλλά «κατά τάξιν και εσχημόνως», εις σεβασμό της χώρας που τους παρέχει φιλοξενία με πολλή αγάπη και με το υστέρημά της.