Πρέπει να αλλάξει…

Εν όψει των ευρωεκλογών και στο πλαίσιο του προεκλογικού αγώνα, είναι αναπόφευκτες κάποιες σκέψεις (προβληματισμοί) σε σχέση με τους κανόνες οι οποίοι αφορούν στην επικοινωνία των κομμάτων με το εκλογικό σώμα.

Οι προβληματισμοί, εν προκειμένω, αναφέρονται στο νόμο 3023/2002 και ειδικότερα στις διατάξεις εκείνες που «ορίζουν» την κατανομή του τηλεοπτικού χρόνου με βάση την αρχή της αναλογικότητας. Οι διατάξεις περί αναλογικότητας όσο κι αν φαίνονται αντικειμενικές, εξαιτίας του σκοπού τους, είναι αντισυνταγματικές και σε κάθε περίπτωση αντιδημοκρατικές γιατί στην ουσία αποβλέπουν στην παγίωση ενός δεδομένου πολιτικού σκηνικού. Γιατί μέσα από ελεγχόμενες μεθοδεύσεις περιορίζεται η ανάπτυξη νέων πολιτικών κινήσεων και ρευμάτων όπως αυτά διαμορφώνονται με την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών.

Καταρχήν, η αναλογικότητα, η οποία στηρίζεται στην αείποτε εκφρασθείσα δύναμη των κομμάτων, ιδιαίτερα του δικομματισμού, ως κριτήριο μεταβαλλόμενο, δε μπορεί να αποτελεί τη «σταθερά» αυθαίρετης κατανομής. Δεν είναι δημοκρατικά παραδεκτό ούτε ανεκτό η μέλλουσα να εκφρασθεί λαϊκή βούληση να επηρεάζεται από εταιρικά μερίδια. Οι πολιτικές δυνάμεις δεν είναι εμπορικές επιχειρήσεις, αλλά δυνάμεις που διαμορφώνονται από τη λαϊκή βούληση. Η λαϊκή βούληση είναι εκείνη η οποία, ελεύθερα εκφραζόμενη, αναδεικνύεται σε συντεταγμένη μορφή.

Συνεπώς, οι διατάξεις της δήθεν αναλογικότητας μπλοκάρουν την εξελικτική πορεία του πολιτικού βίου γιατί χαλιναγωγούν το εκλογικό σώμα με συνέπεια να διαιωνίζεται ένα πολιτικό σκηνικό συνεχώς αποσαθρούμενο και το οποίο, με την πάροδο του χρόνου, παίρνει τα χαρακτηριστικά καθεστώτος. Οι διατάξεις αυτές είναι απαράδεκτες και για τον πρόσθετο λόγο ότι στο όνομα του δικομματισμού απαγορεύουν την οποιαδήποτε προβολή άλλων νεοσύστατων πολιτικών σχημάτων ακόμα και με την εξ ιδίων (των σχημάτων) κάλυψη της δαπάνης. Έτσι, ο νόμος είναι κραυγαλέα ανελεύθερος και συνάμα αντιφατικός.

Είναι ανελεύθερος γιατί δεν μπορεί να στερεί από κανένα πολιτικό σχήμα την άσκηση πολιτικού δικαιώματος (διαφήμιση) διαμέσου των ηλεκτρονικών Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, τα οποία Μέσα χρησιμοποιούν δημόσια περιουσία (συχνότητες). Ποιο πολιτικό, νομικό και ηθικό έρεισμα μπορεί να έχει ένας νόμος ο οποίος αποκλείει πολιτικές δυνάμεις από το να εκφράσουν ανεμπόδιστα τις σκέψεις και το πρόγραμμά τους; Ο νόμος αυτός πρέπει να αλλάξει. Είχε, συνεπώς, απόλυτο δίκιο ο κ. Μάνος να προσφύγει στα αρμόδια δικαστήρια κατά της αντισυνταγματικότητας του νόμου αυτού. Όμως, την προσφυγή αυτή θα έπρεπε να την έχουν ασκήσει όλα τα μικρά κόμματα τα οποία θίγονται άμεσα και βάναυσα από τις διατάξεις αυτού του νόμου. Αν αυτό είχε συμβεί, θα είχαν κάνει από κοινού ένα σημαντικό βήμα, όχι για να αναγκάσουν τις δυνάμεις της εξουσίας να συνειδητοποιήσουν τη μεροληπτική λειτουργία του -αυτό το γνωρίζουν και το θέλουν- αλλά για να συνειδητοποιήσει ο λαός ότι για να αλλάξουν οι κανόνες της χειραγώγησής του, πρέπει να συσπειρωθεί εναντίον των δυνάμεων εκείνων οι οποίες τον χειραγωγούν. Όσο δίκιο έχει ο κ. Μάνος, η Δράση καθώς και οι άλλες νεοσύστατες πολιτικές δυνάμεις να αντιδρούν προεκλογικά κατά ανελεύθερων και αντιδημοκρατικών νόμων, τόσο άδικο θα έχουν μετά τις ευρωεκλογές αν δεν συνειδητοποιήσουν ότι οι ανελεύθεροι και αντιδημοκρατικοί νόμοι δεν αλλάζουν με την καλή θέληση των ισχυρών για τη «θωράκιση» των οποίων έγιναν, όπως δεν αλλάζει και το καλπονοθευτικό εκλογικό σύστημα.

Όλα αυτά μεταβάλλονται με την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων, συσχετισμού ο οποίος θα προκύψει από την συσπείρωση, συνένωση, συμπόρευση και συμπαράταξη των μικρών πολιτικών δυνάμεων, μια συμπαράταξη η οποία, υπερβαίνοντας τις όποιες προσχηματικές ή ασήμαντες διαφορές των επιμέρους κομμάτων, ενωμένη θα διεμβολίσει το πολιτικό σκηνικό ώστε να ανακοπεί η καθοδική πορεία του τόπου.

Ύψιστοι εθνικοί, κοινωνικοί και πολιτικοί λόγοι επιβάλλουν την ανανέωση του πολιτικού σκηνικού μέσα από την ανάδειξη πολιτικών δυνάμεων οι οποίες με τη δική τους δυναμική θα σηματοδοτήσουν το καινούργιο, το διαφορετικό και το ριζοσπαστικό.


Σχολιάστε εδώ