Τουρκία: Τα επόμενα βήματα

Με την «κοφτή» αυτή διατύπωση η κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου ενημερώνει το ΝΑΤΟ ότι στο εξής τα όρια του FIR Αθηνών θα συμπίπτουν με την περιοχή αεράμυνας του ΝΑΤΟ 41 (Air Defense Area 41). Μέχρι τότε τμήμα της ελληνικής επικράτειας βρισκόταν στην περιοχή αεράμυνας της Τουρκίας.

Η ενέργεια αυτή του έλληνα πρωθυπουργού δεν ήταν πράξη ρουτίνας. Με την αποφασιστική αντίδρασή του σηματοδοτούσε την καθιέρωση μιας πολιτικής για την ανάσχεση της τουρκικής επιθετικότητας που είχε αρχίσει να διαγράφεται από τις αρχές της δεκαετίας του ʼ60.

Εγκαινιάστηκε έτσι μια πολιτική η οποία κωδικοποιήθηκε επί υπουργίας Ευ. Αβέρωφ και κατέστη ακρογωνιαίος λίθος της εθνικής μας πολιτικής επί πρωθυπουργίας Ανδρέα Παπανδρέου.

Η αντίδραση της ελληνικής πλευράς ήταν απάντηση στις μαζικές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου στην περιοχή της Δωδεκανήσου από την τουρκική Αεροπορία στις αρχές του 1964 και έτσι εγκαινιάζεται η έναρξη του «εναέριου πολέμου» που διαρκεί μέχρι τις μέρες μας. Με αυτόν τον τρόπο οι Τούρκοι μεταφέρουν τη στρατιωτική τους πίεση και στον ελλαδικό χώρο. Είναι η εποχή που ο Μακάριος επιχειρεί να αναθεωρήσει το Κυπριακό Σύνταγμα. Ένα άθλιο κατασκεύασμα των Βρετανών.

Μετά από 10 περίπου χρόνια και ενώ η στρατιωτική πίεση της Άγκυρας εντείνεται, οι Τούρκοι εισβάλλουν στην Κύπρο εκμεταλλευόμενοι το προδοτικό πραξικόπημα κατά του Μακαρίου και καταλαμβάνουν το 40% της Μεγαλονήσου.

Υλοποιούν έτσι έναν στρατηγικό τους στόχο και πραγματοποιούν τη διχοτόμηση της Κύπρου, όπως προέβλεπε το γνωστό Σχέδιο Άτσεσον, με τη βοήθεια πάντα των Αγγλοαμερικανών.

Οι Τούρκοι προωθούν έτσι με βηματιστική τακτική τα σχέδιά τους. Εκμεταλλευόμενοι το φιάσκο της αποχώρησης των Ενόπλων μας Δυνάμεων από την ενοποιημένη δομή του ΝΑΤΟ και στη συνέχεια την αίτησή μας να επανέλθουν, οι «φίλοι» μας αξιώνουν την επαναδιαπραγμάτευση του καθεστώτος διοικήσεως και ελέγχου στο Αιγαίο. Στην πραγματικότητα επιδιώκουν την επιχειρησιακή διχοτόμησή του με τη δημιουργία μιας «ζώνης ασφαλείας» δυτικά της Ανατολίας.

Ένα τουρκικό Lebensraum!

Μια τέτοια ρύθμιση θα ανέτρεπε τις πρόνοιες της Συνθήκης της Λωζάννης και θα δημιουργούσε νέο καθεστώς στο Αιγαίο.

Η γνωστή Συμφωνία Rogers είναι ένα δεύτερο βήμα της Άγκυρας προς την κατεύθυνση υλοποίησης των στόχων της. Δεν επιλύει όμως το πρόβλημα διοικήσεως και ελέγχου στο Αιγαίο. Η ελληνική πλευρά, στηριζόμενη στο γράμμα της Συμφωνίας, αξιώνει να καθοριστούν πρώτα τα όρια ευθύνης των ελλήνων (ΝΑΤΟϊκών) διοικητών και στη συνέχεια να ενεργοποιηθούν τα συμμαχικά στρατηγεία στη χώρα μας. Τούρκοι και Αμερικανοί επιμένουν να ενεργοποιηθούν τα στρατηγεία και μετά να προσδιοριστούν οι περιοχές ευθύνης.

Η πρόταση αυτή ήταν εθνικά επικίνδυνη γιατί αν τη δεχόμαστε θα έπρεπε να εμπλακούμε σε συζητήσεις για τα λεγόμενα «προβλήματα» του Αιγαίου, αναγνωρίζοντας έτσι την ύπαρξή τους. Δημιουργεί πολλά ερωτηματικά το γεγονός ότι θέση παρόμοια με τη ΝΑΤΟϊκή υποστήριζαν και κύκλοι του υπουργείου Εξωτερικών. Αυτό προκάλεσε την εποχή εκείνη την αντίδραση του αείμνηστου Ευ. Αβέρωφ που έστειλε μια οργισμένη επιστολή στον πολιτικό προϊστάμενο του ΥΠΕΞ.

Η διαμάχη για την υλοποίηση της Συμφωνίας Rogers κράτησε πολλά χρόνια στη διάρκεια των οποίων η Ελλάδα ακολουθούσε με συνέπεια την εθνική πολιτική που είχε καθιερώσει πρώτος ο Γ. Παπανδρέου το 1964 και ακολούθησαν μεγάλοι έλληνες πολιτικοί ηγέτες όπως ο Κ. Καραμανλής, ο Γ. Ράλλης, ο Ευ. Αβέρωφ και είχε υιοθετήσει ο Ανδρέας Παπανδρέου ως πρωθυπουργός και υπουργός Άμυνας. Τον Δεκέμβριο του 1992 στη Διάσκεψη της Επιτροπής Αμυντικού Σχεδιασμού (DPC) της Συμμαχίας η ελληνική αντιπροσωπεία χωρίς να υπάρξει ιδιαίτερη πίεση αποδέχεται πρόταση για την κατάργηση των ορίων περιοχών ευθύνης στη νότιο περιοχή…

Αυτό ήταν κεραυνός εν αιθρία και μια επικίνδυνη εξέλιξη για τα εθνικά μας θέματα.

Παρά ταύτα, οι δικοί μας συμφώνησαν με την πρόταση αυτή που όπως φάνηκε στη συνέχεια ήταν καταστροφική για την υπόθεση του Αιγαίου όπως εμείς την υποστηρίζαμε από πολλά χρόνια.

Ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης (Ανδρέα Παπανδρέου) καυτηρίασε την υποχώρησή μας αυτή με άρθρο του στα «Νέα» της 8ης Ιουνίου 1993 γιατί βρισκόταν σε ευθεία αντίθεση με την εθνική μας πολιτική.

Για να έχουμε πλήρη εικόνα παραθέτουμε το κείμενο της σχετικής παραγράφου:

«… Η Στρατιωτική Επιτροπή ζητά όπως οι ΝΑΤΟϊκοί διοικητές συντονίζουν τις δραστηριότητές τους, ως απαιτείται, ώστε να μην παραβλέπονται τα δικαιώματα και οι ευθύνες των χωρών σε σχέση με τις νόμιμες απαιτήσεις τους για προστασία της εθνικής κυριαρχίας και της ασφαλείας τους…».

Η διατύπωση είναι πραγματικά περίτεχνη αλλά δεν αναφέρει ευθέως το μέγα ζήτημα των ορίων. Την πραγματική ερμηνεία της έδωσε ο τότε γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Β. Κλάες σε επιστολή του προς τον έλληνα υπουργό Εξωτερικών όπου με ελαφρά δόση χιούμορ αναφέρει: «Αναγνωρίζω ότι ζητάμε περισσότερα από την Ελλάδα από ό,τι από την Τουρκία, γιατί εκτός από την αποδοχή της μη υπάρξεως ορίων επιχειρησιακής ευθύνης, που δεν είναι η λύση που προτιμάτε, θα αποδεχθείτε και την πρακτική εφαρμογή της…».

Αυτό ήταν ένα μέγα πολιτικό σκάνδαλο. Εν τούτοις πέρασε σχεδόν απαρατήρητο. Αν σήμερα γίνεται τόσος θόρυβος, και σωστά, για τις μίζες, τι έπρεπε να γίνει για μια πολιτική πράξη που στην ουσία παραδίδει την άμυνα ελληνικού εναέριου χώρου σε ξένους;

Υπάρχει όμως και συνέχεια, οι γείτονές μας έκαναν ακόμη ένα άλμα προς την κατεύθυνση των στόχων τους. Πράγματι στις 8 Ιουλίου 1992 στη Μαδρίτη κάτω από το άγρυπνο βλέμμα της υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ ο Πρόεδρος της Τουρκίας και ο έλληνας πρωθυπουργός (Κ. Σημίτης) συμφώνησαν όπως οι σχέσεις των δύο χωρών βασίζονται στις παρακάτω αρχές:

«… Σεβασμό στα νόμιμα, ζωτικά συμφέροντα και ενδιαφέροντα της Τουρκίας στο Αιγαίο που έχουν μεγάλη σημασία για την ασφάλεια και την εθνική της κυριαρχία…».

Η διατύπωση της Διακήρυξης της Μαδρίτης είναι πανομοιότυπος με την πρόταση της DPC της 11-12-92. Είναι φανερό ποιος είναι ο υποβολέας τους.

Με τις δύο αυτές αποφάσεις στην ουσία τα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας της Ελλάδας δεσμεύονται πολιτικά να ακολουθήσουν την οδό των διαπραγματεύσεων για την επίλυση των «προβλημάτων» του Αιγαίου. Ό,τι δηλαδή επιδιώκουν οι Τούρκοι.

Είναι χαρακτηριστικά όσα αναφέρει ο τούρκος αρχηγός του Γενικού Επιτελείου σε επιστολή του προς τα μέλη της Στρατιωτικής Επιτροπής του ΝΑΤΟ:

«… Με τη Διακήρυξη της Μαδρίτης επιβεβαιώθηκε από την Ελλάδα ότι είχε και η Τουρκία ζωτικά συμφέροντα στο Αιγαίο…».

Με την απόφαση του ΝΑΤΟ της 11-12-92 και τη Διακήρυξη της Μαδρίτης η Άγκυρα έκανε ένα διπλό άλμα προς την κατεύθυνση που επιθυμεί και αυτό χωρίς να δώσει ανταλλάγματα. Εμείς διαπράξαμε ένα «αβίαστο σφάλμα». Η εθνική μας ζημία είναι ανεπανόρθωτη και σήμερα βλέπουμε τα αποτελέσματα.

Ο έλληνας αρχηγός του ΑΤΑ δεν έχει περιοχή ευθύνης στα πλαίσια του ΝΑΤΟ. Είναι ένας απλός διευθυντής του Κέντρου Συνδυασμένων Αεροπορικών Επιχειρήσεων (Combined Air Operation Centre). Υφιστάμενος του αμερικανού πτεράρχου διοικητού των Αεροπορικών Δυνάμεων Νότιας Περιοχής που εδρεύει στη Σμύρνη και έχει επιτελάρχη Τούρκο!

Η κατάσταση στο Αιγαίο είναι δραματική. Με βάση τη νέα οργάνωση στον Νότιο Τομέα οι Τούρκοι αλωνίζουν «νόμιμα» στο Αρχιπέλαγος και αναχαιτίζουν ελληνικά αεροσκάφη και ελικόπτερα πάνω από ελληνικό έδαφος!

Οι δικές μας αντιδράσεις είναι ήπιας μορφής και πολλές φορές αποσιωπούνται θρασύτατες παραβατικές ενέργειες των Τούρκων. Οι τελευταίοι, πέρα από την «αρμοδιότητα» που απέκτησαν για την αεράμυνα στο Αιγαίο, πάνω και από ελληνικά εδάφη, προωθούν τώρα και τη διχοτόμηση του Αιγαίου στις επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης.

Σε ημερήσια εφημερίδα των Αθηνών δημοσιεύθηκε πρόσφατα η πληροφορία ότι ο Πρόεδρος Γκιουλ και ο πρωθυπουργός Ερντογάν θα παρακολουθήσουν τουρκικές ασκήσεις στο Αιγαίο και μια επίδειξη έρευνας και διάσωσης ανάμεσα στα ελληνικά νησιά. Είναι και αυτό ένας από τους στόχους της Άγκυρας, η ανάθεση δηλαδή στην Τουρκία αποστολής έρευνας και διάσωσης στο Αιγαίο.

Εμείς, εν τω μεταξύ, περί άλλα τυρβάζουμε και προσπαθούμε να φαινόμαστε ψύχραιμοι. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε πρόσφατες ομιλίες τους ο πρωθυπουργός και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που μίλησαν στη Θεσσαλονίκη και την Κοζάνη, από κείμενα συνολικώς 30 πυκνοδακτυλογραφημένων σελίδων διέθεσαν και οι δύο τους 14 μόνο αράδες για τα εθνικά μας θέματα (και αυτές μόνο για το Σκοπιανό).

Για την τουρκική απειλή, για την οποία, εκτός των άλλων, δαπανούμε τεράστια ποσά για εξοπλισμούς, που αποτελούν βαρίδι για την οικονομία μας, δεν αναφέρθηκε τίποτα!

Να ανακεφαλαιώσουμε.

Είναι φανερό ότι η εθνική μας πολιτική διαμορφώνεται από δύο «ρεύματα». Εκείνο της ήπιας αντίδρασης στην επιθετική πολιτική της Άγκυρας που πιστεύει ότι με ανώδυνες παραχωρήσεις θα γίνουμε καλοί γείτονες με τους Τούρκους, οι οποίοι θα πάψουν να είναι επιθετικοί και θα επικρατήσει ειρήνη στην περιοχή, και ένα άλλο που πιστεύει ότι οι Τούρκοι, υπό το παρόν καθεστώς, είναι αδιόρθωτοι και πρέπει να αντιμετωπίζονται με αποφασιστικότητα.

Παραδείγματα αποφασιστικής πολιτικής έχουμε στην αντιμετώπιση των τουρκικών προκλήσεων το 1964 από τον αείμνηστο Γεώργιο Παπανδρέου και της ελληνικής αντίδρασης στην προσπάθεια των Τούρκων να παραβιάσουν την ελληνική υφαλοκρηπίδα το 1987, όταν μπροστά στην ελληνική αποφασιστικότητα και την ετοιμότητα των Ενόπλων μας Δυνάμεων η Άγκυρα αναδιπλώθηκε.

Υπάρχει ανάγκη εκσυγχρονισμού της εθνικής μας πολιτικής και στρατιωτικής στρατηγικής που πρέπει να απαλλαγεί από τα σύνδρομα του παρελθόντος. Για τον σκοπό αυτό απαιτείται εκτίμηση για τα μελλοντικά βήματα της Τουρκίας σε σχέση με τη χώρα μας.

Επί του παρόντος φαίνεται απίθανο να επιχειρήσουν οι Τούρκοι μια μεγάλης κλίμακας επίθεση κατά της Ελλάδας ώστε να επιτύχουν τους στόχους τους με ένα «χτύπημα». Παρά τον όγκο τους οι τουρκικές δυνάμεις έχουν χτυπητές αδυναμίες. Εξάλλου το διεθνές κλίμα στην περιοχή και ευρύτερα δεν ευνοεί τέτοιο εγχείρημα. Τυχόν αποτυχία μιας τέτοιας μεγάλης εκστρατείας θα έθετε σε δοκιμασία το εσωτερικό μέτωπο της Τουρκίας. Γιʼ αυτό οι τούρκοι στρατηγοί είναι πολύ προσεκτικοί…

Το πιθανότερο σενάριο είναι αυτό που ακολουθούν μέχρι σήμερα, της σταδιακής, με βηματιστική στρατηγική, προσέγγισης του στόχου τους. Η δημιουργία δηλαδή εντάσεων (βλέπε Ύμια) και ενδεχομένως θερμών επεισοδίων που θα δημιουργήσουν αναταραχή στην περιοχή και κίνδυνο αποσταθεροποίησης που θα προκαλέσει την επέμβαση εξωτερικών δυνάμεων (π.χ. ΗΠΑ) που θα οδηγήσουν τις δύο χώρες στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για την επίλυση των «προβλημάτων» που έχει κατασκευάσει η Τουρκία…

Αυτό θα έχει κατά πάσα πιθανότητα δυσμενή αποτελέσματα για τη χώρα μας. Είναι κάτι που επιδιώκει από καιρό η Τουρκία, την αναθεώρηση δηλαδή της Συνθήκης της Λωζάννης.

Στη μάχη των επομένων βημάτων της πολιτικής της Τουρκίας θα αντιμετωπίσουμε για μία ακόμη φορά την τουρκική διπλωματία. Αυτή, έχοντας ρίζες στην αυτοκρατορική παράδοση της γείτονος, είναι πιθανόν πιο επικίνδυνη από τον τουρκικό Στρατό.

Η εθνική μας πολιτική πρέπει να είναι προετοιμασμένη γιʼ αυτό το ενδεχόμενο.

Εν τω μεταξύ οι Τούρκοι μπορεί να επιχειρήσουν να αρπάξουν κανένα ελληνικό νησάκι στο Αιγαίο. Πρέπει να τους κόψουμε αμέσως το χέρι!


Σχολιάστε εδώ