Να κοπεί ο ομφάλιος λώρος κυβέρνησης – δικαιοσύνης
Αλλά δεν έχει ευθύνη και η ίδια η Δικαιοσύνη, ή ακριβέστερα οι λειτουργοί της, για την εμπλοκή και τον εναγκαλισμό με τις άλλες εξουσίες;
// Η εμπλοκή της Δικαιοσύνης σε υποθέσεις που έχουν πολιτικές προεκτάσεις πόσο επηρεάζει τους δικαστές;
– Τον σωστό δικαστή σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να τον επηρεάζουν οι πολιτικές συγκυρίες. Πρέπει να ασκεί τα καθήκοντά του με γνώμονα τη συνείδησή του και το Σύνταγμα. Βεβαίως προσπαθούν κατά καιρούς να εμπλέξουν τη Δικαιοσύνη στις πολιτικές διενέξεις. Άλλοτε μας χρησιμοποιούν σαν σάκο του μποξ, άλλοτε σαν άλλοθι και άλλοτε σαν σωσίβιο. Ο σωστός δικαστής πρέπει να είναι έξω απ’ αυτά. Να κάνει τη δουλειά του όπως επιτάσσει το Σύνταγμα και η συνείδησή του.
// Οι πολιτικές του προϊδεάσεις δεν επηρεάζουν την κρίση του;
– Δεν πιστεύω ότι ένας δικαστής που σέβεται το λειτούργημά του και τον εαυτό του, που ωριμάζει μέσα στο δικαστικό σώμα όσο περνούν τα χρόνια, μπορεί να δικαιοδοτήσει σύμφωνα με τις πολιτικές του πεποιθήσεις. Καμιά φορά, σε οριακές περιπτώσεις, μπορεί να επηρεάζεται από την πολιτική και την κοσμοθεωρία του. Αλλά, δεν νομίζω ότι επηρεάζεται συγκυριακά πολιτικά, για να ευνοήσει κάποιο κόμμα. Κι αν υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις, κακώς υπάρχουν.
// Η εκλογή της ηγεσίας από την εκάστοτε κυβέρνηση δημιουργεί εξαρτήσεις;
– Από την εποχή του αείμνηστου Κωστάκου και του Κώστα Λυμπερόπουλου, των παλιών προέδρων, έχουμε υποστηρίξει ότι πρέπει να αποκοπεί ο ομφάλιος λώρος κυβέρνησης και Δικαιοσύνης. Πρέπει να υπάρξει ένα σύστημα μεικτό: Η ηγεσία να επιλέγεται από τις ολομέλειες των οικείων δικαστηρίων. Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με μυστική ψηφοφορία να επιλέγει τρεις από τους αντιπροέδρους. Και για να υπάρχει η λαϊκή νομιμοποίηση, η τελική επιλογή να γίνεται από ένα εκλεκτορικό σώμα είτε με αναλογική εκπροσώπηση των κομμάτων είτε με τη συμμετοχή του προέδρου της Βουλής, του πρωθυπουργού είτε με τη συμμετοχή και άλλων παραγόντων. Αυτό μπορούμε να το μελετήσουμε.
Το βέβαιο είναι ότι ωρίμασε η ιδέα να σταματήσει αμιγώς η κυβέρνηση να επιλέγει την ηγεσία.
// Ένας ανώτατος δικαστικός λειτουργός, μετά τη συνταξιοδότησή του, μπορεί να προσδοκά σε δημόσιες θέσεις;
– Ο δικαστής που συνταξιοδοτείται δεν θα πρέπει να πηγαίνει σε αμειβόμενες θέσεις. Σε μη αμειβόμενες τιμητικές θέσεις, για να έχει γνωμοδοτικό χαρακτήρα η προσφορά του, λόγω του κύρους του, συμφωνώ. Αλλά αμειβόμενες θέσεις θα ήθελα να μη δέχεται ο ίδιος ο δικαστής. Ίσως και με νομοθετική διάταξη θα έπρεπε να απαγορευθεί. Το λέω αυτό όχι γιατί θα είναι διαβλητός, αλλά θέλουμε και την έξωθεν καλή μαρτυρία.
// Η αποκάλυψη του παραδικαστικού κυκλώματος μήπως είχε παράπλευρες απώλειες; Δηλαδή μήπως διώχθηκαν και δικαστές που δεν είχαν ανάμειξη σε κυκλώματα; Γιατί έχουμε ξαναδεί μαζικές εκκαθαρίσεις που υποκρύπτουν προσωπικές ή πολιτικές διαφορές.
– Δεν δέχομαι τον όρο κύκλωμα. Κύκλωμα σημαίνει προσυνεννόηση, οργάνωση και κοινή δράση. Τέτοια πράγματα στη Δικαιοσύνη δεν υπήρχαν. Το λεγόμενο παραδικαστικό είναι ένας μύθος ο οποίος καλλιεργήθηκε λόγω ατυχών συγκυριών. Αφορά μεμονωμένα άτομα, τα οποία φάνηκαν επιλήσμονα των καθηκόντων τους και τα οποία σήμερα είναι εκτός Σώματος. Πρόκειται για τρία-τέσσερα άτομα. Η γενικευμένη απαξίωση έβλαψε το δικαστικό σώμα. Τα περισσότερα κατηγορητήρια κατέρρευσαν. Η ίδια η Δικαιοσύνη αποκατέστησε τα πράγματα.
// Πολλοί δικαστές, συνδικαλιστές, με υψηλές διοικητικές θέσεις, διασύρθηκαν και δεν έχουν αποκατασταθεί, τουλάχιστον στο ευρύ κοινό…
– Αυτό που λέτε είναι σωστό. Ως Ένωση από την πρώτη στιγμή είχαμε πει πως χρειάζεται μεγάλη προσοχή το όλο ζήτημα. Κανένας δικαστής που ενήργησε με ιδιοτέλεια δεν έχει θέση στο Σώμα, γιατί αμαυρώνει την ιστορία του και την αποστολή του Σώματος. Αλλά από την άλλη πλευρά ζητήσαμε να γίνεται η έρευνα με φειδώ και προσοχή, γιατί η αποκατάσταση της τιμής κάποιου που θα εμπλακεί σε ένα τέτοιο θέμα, όπως του παραδικαστικού κυκλώματος, όπως λεγόταν τότε, θα ήταν πολύ δύσκολη. Συμφωνώ μαζί σας ότι δικαστές που αθωώθηκαν με βουλεύματα ή με δικαστικές αποφάσεις δεν ξέρω αν αποκαταστάθηκαν στην κοινωνία και ηθικά. Πρέπει να πω εδώ ότι υπήρξαν πολλοί συνάδελφοι που αδικήθηκαν γιατί βρέθηκαν άνθρωποι με κακότητα είτε στον χώρο των δικηγόρων είτε στον χώρο των πολιτών και ακόμη μέσα στο Σώμα που ο ένας κατηγορούσε τον άλλον. Έστελναν μια ανώνυμη επιστολή, γινόταν υποτυπώδης έρευνα και δεν έβγαινε τίποτα. Ωστόσο, δεν είχαν το θάρρος να καταγγείλουν επώνυμα τον τάδε και να συντάξουν την καταγγελία με περιστατικά. Αυτή η κατάσταση μείωνε τη Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της.
// Πώς δικαιολογείτε το γεγονός ότι δικαστές που τελικά τιμωρήθηκαν είχαν άριστες υπηρεσιακές εκθέσεις; Τελικά γίνονται ουσιαστικές επιθεωρήσεις ώστε να υπάρχει πραγματικός εσωτερικός έλεγχος;
– Η επιθεώρηση έπασχε πάντοτε. Οι επιθεωρητές, ειδικά στα μεγάλα δικαστήρια και στις μεγάλες δικαστικές περιφέρειες, όπως π.χ. το Πρωτοδικείο της Αθήνας, δεν μπορούσαν να κάνουν σωστή επιθεώρηση από τη στιγμή που ο επιθεωρούμενος επέλεγε τις αποφάσεις τις οποίες έδινε για έλεγχο στον επιθεωρητή. Τώρα το σύστημα έχει βελτιωθεί. Υπάρχουν δύο επιθεωρητές, ένας για τα ποινικά και ένας για τα αστικά τμήματα και η ποιότητα των εκθέσεών τους είναι καλύτερη.
Όμως δεν είναι αρκετό αυτό, στις μικρές περιφέρειες γίνεται πιο σωστή αξιολόγηση. Βέβαια ο επιθεωρητής ελέγχει το ποιοτικό έργο του δικαστή μέσω των αποφάσεών του. Δεν μπορεί να ελέγξει το ηθικό μέρος κάθε δικαστή όταν δεν έχει πληροφορίες. Τέτοιες πληροφορίες θα μπορούσαν να του δώσουν διάδικοι με στοιχεία, δικηγορικοί σύλλογοι, ακόμη και οι ίδιοι οι συνάδελφοι εάν πράγματι θέλουν να υπάρξει μια καθαρότητα στον χώρο.
Ο δικαστής πρέπει να είναι κοινωνικός
// Επίκεινται επιλογές για την ηγεσία της Δικαιοσύνης. Πιστεύετε ότι γίνονται με αξιοκρατικά κριτήρια;
– Οι δικαστές που έχουν επιλεγεί, έως τώρα, ήταν ικανοί δικαστές. Αλλά υπάρχει και το αρχαίο ρητό: «Αρχή άνδρα δείκνυσι».
// Ένας εξαιρετικά αυστηρός και εξαιρετικά απρόσιτος δικαστής έχει τύχη;
– Εγώ δεν θα ήθελα να έχει τύχη. Θέλω τον δικαστή να έχει την ekvitas (την επιείκεια) και την polla fides (την καλή πίστη). Ειδικά στη σημερινή εποχή, αυτός που θα διοικεί τη Δικαιοσύνη νομίζω ότι πρέπει να είναι καλός νομικός, με διοικητικά προσόντα, αλλά πάνω απ’ όλα να είναι ανθρώπινος, απλός, ανοικτός, με καλοσύνη για τους συναδέλφους του, για τον δικαζόμενο πολίτη και να είναι κοινωνικός. Ένας μη κοινωνικός δικαστής δεν είναι καλός δικαστής.