Η πρόκληση της κρίσης

Όχι μόνο στο οικονομικό επίπεδο που, ούτως ή άλλως, την πλήττει καίρια, αλλά και στο επίπεδο της πολιτικής ενοποίησης που είναι ο μόνος στόχος της Ένωσης εδώ και σχεδόν 20 χρόνια.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση εκδηλώνει, εδώ και αρκετό καιρό, ελλείμματα και αδυναμίες. Στη διάσταση της πολιτικής εμφανίζεται ανίκανη να μετατραπεί από ενιαία αγορά σε πολιτικό οργανισμό μιας ομοσπονδιοποιημένης κρατικής οντότητας. Η παγκόσμια οικονομική κρίση ανέδειξε για μια ακόμα φορά αυτές τις αδυναμίες, αφού οι «27» δεν μπορούν να συμφωνήσουν πλέον σε κοινά προγράμματα δράσης, τα οποία να αμβλύνουν ανισότητες και να προωθούν κοινές λύσεις για όλους. Έφτασαν μάλιστα στο σημείο, ορισμένοι να μιλούν για κίνδυνο διάλυσης της Ένωσης, αφού η κρίση αντιμετωπίζεται κυρίως με τα εργαλεία των εθνικών πολιτικών των κρατών μελών και όχι στο πλαίσιο μιας κοινής προσπάθειας, ως αποτέλεσμα συνολικού σχεδιασμού.

Μήπως επιστρέφουμε στην εποχή της εικονικής ιδέας της «Ευρώπης των πατρίδων» ή της «Ευρώπης των εθνικών κρατών»; Μήπως δηλαδή, η πρόκληση της παγκόσμιας κρίσης συντρίβει ή πλήττει καίρια την ιδέα της πολιτικής ενοποίησης; Φυσικά, έχουμε τις μεγάλες χώρες της Ευρώπης και σήμερα ακόμα, εν μέσω κρίσης, να επιχειρούν τη συνεννόηση με στόχο την κοινή δράση υπό το πλαίσιο μιας συναντίληψης κοινών ιδεών και αντιλήψεων. Έχουμε ακόμα και τις συναντήσεις κορυφής, που συνήθως δεν καταλήγουν σε εξειδικευμένο πρόγραμμα κοινής δράσης, όπως εκδηλώνουν και οι υποδείξεις τις Κομισιόν και των άλλων οργάνων της Ένωσης προς τα κράτη μέλη, στην προσπάθεια οικονομικής σύγκλισης.

Είναι όμως προφανές πως η Ευρωπαϊκή Ένωση λειτουργεί σαν κινούμενη άμμος πίσω από τις διεθνείς εξελίξεις, χωρίς όραμα και κοινές πολιτικές, για τα μεγάλα διεθνή ζητήματα. Και στην παγκόσμια κρίση αλλά και στα διεθνή προβλήματα ασφάλειας η Ρωσία, η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες, κεχωρισμένα ή ομού, λαμβάνουν αποφάσεις για τα προβλήματα του κόσμου.

Η σημερινή κρίση αποτελεί πρόκληση για την Ένωση, στην οποία δεν κατάφερε να ανταποκριθεί μέχρι στιγμής. Δεν μπόρεσε να κινητοποιήσει το μεγάλο ιστορικό της παρελθόν, την απαράμιλλη μοναδική της παράδοση πολιτικού δυναμισμού και ιδεολογίας, αλλά εμφανίστηκε σαν παράρτημα του επικυριαρχούντος στον πλανήτη ηγεμονικού συνδρόμου των ΗΠΑ.

Τι κάνουμε εμείς ως Ελλάδα και ως Ελληνισμός εν όψει μιας ευρωπαϊκής πραγματικότητας που δεν ανταποκρίνεται ούτε στις προσδοκίες μας, αλλά ούτε και στους σχεδιασμούς των Ευρωπαίων για το κοινό πολιτικό μέλλον της Ευρώπης; Πώς αντιμετωπίζουμε μια δυσάρεστη και δύσκολη εξέλιξη πάνω στην οποία επενδύσαμε πολιτικά για τη λύση των προβλημάτων μας;

Εν όψει μιας τέτοιας δυσοίωνης προοπτικής ως προς το μέλλον της Ευρώπης, η Αθήνα οφείλει να σκεφτεί και να δράσει με βάση το εθνικό συμφέρον της χώρας και με κριτήριο την προοπτική του έθνους.

Αυτό σημαίνει πως από τη μία εργαζόμαστε ως κρατική οντότητα και ως συλλογικό υποκείμενο, όπου και όποτε είναι εφικτό, για την προώθηση της πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης, παράλληλα όμως σκεφτόμαστε και δρούμε, σχεδιάζουμε και πράττουμε με αποκλειστικό γνώρισμα το εθνικό μας συμφέρον. Προετοιμαζόμαστε δηλαδή για δύσκολες εξελίξεις που μπορούν να εκδηλωθούν και αποφασίζουμε σε πανεθνικό επίπεδο την υψηλή στρατηγική της χώρας σε μακρά διαδρομή.

Αυτό προϋποθέτει ισχυρή και αποτελεσματική ηγεσία που να λαμβάνει αποφάσεις, ικανότητα και θέληση συναίνεσης από τις πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις του τόπου, εθνική παιδεία που να προβάλλει ιδέες και όραμα για την ιστορική πορεία της χώρας και το μέλλον της στον κόσμο, κοινωνική αλληλεγγύη που να συντελεί στην πολιτική νομιμοποίηση της δράσης της ηγεσίας, κινητοποίηση και συσπείρωση των απανταχού Ελλήνων. Για να συμβεί αυτό, οφείλει η ηγεσία της χώρας να προχωρήσει επιτέλους στην εκπόνηση σχεδίου υψηλής εθνικής στρατηγικής. Το σχέδιο αυτό, που περιλαμβάνει στόχους και μέσα ενοποίησης, ασφαλώς ενσωματώνει την ευρωπαϊκή ιδέα ως προοπτική, αλλά δεν μπορεί να αποτελεί τον μονόδρομο των πολιτικών μας. Αφετηρία πρέπει να είναι το ίδιο το Έθνος ως συλλογικό υποκείμενο.


Σχολιάστε εδώ