Η εργασία στο απόσπασμα

Η φετινή Πρωτομαγιά, ως συμβολική ιστορική στιγμή που περικλείει και συμπυκνώνει όχι μόνον τους σκληρούς αγώνες των εργαζομένων αλλά και την ίδια την εργασία ως πρωτεύουσα δημιουργική κοινωνική σχέση, συμπίπτει με μια πρωτοφανή μορφή κρίσης η οποία απειλεί να σαρώσει ολόκληρο το πλαίσιο των κοινωνικών και εργασιακών θεσμών που διαμορφώθηκαν στο διάστημα του τελευταίου μισού αιώνα.

Εδώ και δύο δεκαετίες το σύστημα της εργασίας δέχεται αλλεπάλληλα κύματα επιθέσεων. Το πρώτο κύμα συνδέθηκε ευθέως με την τεχνολογική επανάσταση που, μέσω των παγκοσμιοποιημένων δικτύων της αγοράς, αλλάζει τις παραγωγικές δομές και διαμορφώνει νέες εργασιακές σχέσεις δημιουργώντας μαζικού τύπου ανεργία. Αυτή την εξέλιξη συμβολοποίησε ο Jeremy Rifkin με τον τίτλο του έργου του «Το τέλος της εργασίας», αναζητώντας ως διέξοδο μια σύγχρονη μετα-Αγορά που θα στηριχθεί στον τομέα των κοινωνικών υπηρεσιών, μέσα από νέου τύπου κοινωνικά συμβόλαια, υπερεθνικού χαρακτήρα.

Ασφαλώς οι προτάσεις του J. Rifkin μοιάζουν ουτοπικές μπροστά στην ισοπεδωτική δυναμική των μηχανισμών της αγοράς και στην ταυτόχρονη αποδυνάμωση των πολιτικών-κομματικών συστημάτων. Το ίδιο ουτοπικές φαίνονται οι προβλέψεις ότι η τεχνολογική πρόοδος και η συνακόλουθη αύξηση της παραγωγικότητας θα απελευθερώσει τον διαθέσιμο χρόνο…

Το Φορντικό πρότυπο οργάνωσης της παραγωγής αποτελεί σήμερα μια ανάμνηση, ένα ιστορικό σημείο αναφοράς. Οι νέες τεχνολογίες περιορίζουν ή και εξαφανίζουν τον χώρο (γραφείο, εργοστάσιο) και συμπιέζουν ασφυκτικά τον χρόνο. Η κατάργηση των παραδοσιακών παραγωγικών δραστηριοτήτων και -συνακόλουθα- των θέσεων εργασίας δεν μπορεί να αντικατασταθεί από τους νέους τομείς της παραγωγής που στηρίζονται στη γνώση, στην καινοτομία, στην τεχνολογική εξέλιξη.

Για πρώτη φορά στη νεώτερη ιστορία οι επαναστατικές αλλαγές στην επιστήμη και στην τεχνολογία, η ριζική αναδιοργάνωση των παραγωγικών δυνάμεων και σχέσεων όχι μόνο δεν συμβάλλουν στη βελτίωση της θέσης των εργαζομένων, στην αύξηση του διαθέσιμου χρόνου, αλλά αντίθετα προβάλλεται ως επιχείρημα για την περιστολή των κοινωνικών δικαιωμάτων και τη μετατροπή της εγγυημένης μισθωτής εργασίας σε μια «μάζα» φθηνής και ανασφάλιστης απασχόλησης…

Η παραδοσιακή αντίθεση Κεφαλαίου – Εργασίας μεταφέρεται μεθοδικά στο εσωτερικό του συστήματος της Εργασίας. Αναπτύσσονται προς τούτο θεωρητικές κατασκευές που διαπιστώνουν αντιθέσεις συμφερόντων μεταξύ των εργαζομένων: Άνεργοι εναντίον μισθωτών, μισθωτοί με συλλογικές συμβάσεις εναντίον εργαζομένων με μερική απασχόληση… «Οι μέσα» και «οι έξω» (insiders-outsiders) είναι η συγχρόνου τύπου «αντίθεση» που επιδιώκουν να επιβάλουν οι κήρυκες του νεοφιλελευθερισμού.

Κατά την πρώτη αυτή περίοδο, την εποχή του πρώτου κύματος, όλες αυτές οι ιστορικές μεταβολές είχαν ως ιδεολογικό-νομιμοποιητικό μανδύα την «αδήριτη αναγκαιότητα» των τεχνολογικών αλλαγών που οδηγούν την ανθρωπότητα -μέσω των παγκοσμιοποιημένων δικτυακών δομών- σε μια νέα εποχή ευημερίας και προόδου.

Η επέλευση του δεύτερου κύματος συμπίπτει με την πρωτοφανή χρηματοπιστωτική κρίση που σαρώνει τις οικονομίες σε παγκόσμιο επίπεδο. Σήμερα η επίθεση κατά της εργασίας, η διάλυση των εργασιακών σχέσεων και του δικαιώματος της εργασίας, δεν χρειάζεται ιδεολογικά προσχήματα για να προωθηθεί…

Το δέος και ο εκφοβισμός συνοδεύουν την τελική επίθεση του κεφαλαίου και των μηχανισμών της αγοράς, που επιδιώκουν ιστορική ανατροπή των μέχρι τώρα συσχετισμών. Το κεφάλαιο μέσω της «τρομοκρατίας της κρίσης» επιδιώκει να επιφέρει μη αντιστρεπτές αλλαγές σ’ ολόκληρο το πλέγμα των κοινωνικών θεσμών, των εργασιακών δικαιωμάτων. Όταν «τελειώσει» η κρίση τίποτα δεν θα θυμίζει το τοπίο του τέλους του 20ού αιώνα…

Η διάλυση του συστήματος της εργασίας δεν αποτελεί, άλλωστε, ένα απλό οικονομικό-κοινωνικό φαινόμενο αλλά επηρεάζει καθοριστικά ολόκληρο το οικοδόμημα της πολιτικής δημοκρατίας. Η αποδυνάμωση του κοινωνικού υποκειμένου υπονομεύει ευθέως τη σχέση κοινωνίας και πολιτικής.

Δεν υπάρχουν ούτε «αδήριτες αναγκαιότητες» ούτε ιστορικές νομοτέλειες. Η επιστημονική – τεχνολογική πρόοδος, η διεύρυνση των επικοινωνιακών δικτύων, οι τεχνολογικές καινοτομίες όμως δεν συνιστούν ουδέτερες οντότητες, αλλά εργαλεία, από τον τρόπο χρήσης των οποίων εξαρτάται η κοινωνική πρόοδος… Τέτοιου είδους διαπιστώσεις, στις οποίες καταφεύγουν και «μαρξίζοντες» θεωρητικοί που αναζητούν τον τρίτο δρόμο μεταξύ αγοράς και κράτους, αγνοούν το γεγονός ότι η τεχνολογία ενσωματώνεται σε προϊόντα που εισέρχονται στην αγορά, οπότε και η ίδια η τεχνολογία επηρεάζει και διαμορφώνει τις παραγωγικές σχέσεις αλλά και τις ίδιες τις σχέσεις εκμετάλλευσης. Η τεχνολογία μπορεί -και αυτό υπό πολλές προϋποθέσεις- να θεωρηθεί ουδέτερη στο εργαστήριο της έρευνας… όχι όμως στο πεδίο των οικονομικών – ανταλλακτικών σχέσεων… Δεν νοείται κοινωνικός – ρυθμιστικός μηχανισμός ελέγχου της αγοράς εάν αυτός δεν περιλαμβάνει τον έλεγχο και τις κατευθύνσεις της νέας επιστημονικής – τεχνολογικής δομής…

Η πολιτική εξουσία φαίνεται σήμερα ανήμπορη να συλλάβει και να αντιμετωπίσει τις κρίσιμες αυτές κοινωνικοοικονομικές αντιθέσεις. Στη χώρα μας τα κόμματα της διακυβέρνησης, που αγωνίζονται να επιβιώσουν, αποτυγχάνοντας ακόμα και στις πολιτικές διαχείρισης έχουν και αυτά, κατ’ ουσίαν, «κρατικοποιηθεί». Όπως έχουν κρατικοποιηθεί, με τη σειρά τους, και οι ηγέτιδες ελίτ του συνδικαλιστικού κινήματος, που αρκείται στην πράξη στην εκπροσώπηση του δημοσίου τομέα.

Στη δίνη της φιλελευθεροποίησης και της αυτονόμησης των χρηματοπιστωτικών μηχανισμών, οι κοινωνικοοικονομικές ελίτ αποδεσμεύονται από τους ιστορικούς όρους του κοινωνικού συμβολαίου και επιβάλλουν την κυριαρχία τους. Στο μέσον της δίνης αυτής βρίσκεται η «τάξη της εργασίας», που καλείται ιστορικά να επωμισθεί τις συνέπειες μιας κρίσης την οποία δημιούργησαν και όξυναν στο έπακρο οι ιστορικοί της αντίπαλοι.


Σχολιάστε εδώ